Γράφει ο Ηλίας Μεταξάς, Οικονομικός Αξιωματικός (Ε.Ν.)

Ιδρυτικό Μέλος του ΕΛ.Ι.Ν.ΙΣ

Προ  ολίγων ημερών, την Κυριακή 17 Ιανουαρίου του Σωτηρίου έτους 2021 βλέπαμε, ως συνήθως, την ωραίαν εκπομπή « Με Αρετή και Τόλμη »την οποίαν παρουσιάζει ο Κρατικός Τηλεοπτικός Σταθμός Ε.Ρ.Τ.- 2, εκάστην Κυριακή και  περί ώραν 11.30 π.μ. έως 12.00. Μεταξύ των σημαντικών θεμάτων υπήρχε και η παρουσίασις και επεξήγησις των ειδών που αποτελούν την τιμημένη στολή του Έλληνος ναύτου.  Πολλοί εξ ημών την έχουμε φορέσει και είμεθα πολύ υπερήφανοι. Επίσης  γνωρίζουμε ότι  είναι Βρετανικής επιρροής. Όμως, υπάρχει μία ειδοποιός διαφορά. Δηλαδή οι πρώτοι διδάξαντες του Royal Navy, έχουν τελείως διαφορετικές  εξηγήσεις διά την προέλευση και την χρήση των Βρετανικών στολών τους. Έχουν ξεκαθαρίσει ότι  δεν έχουν καμμίαν απολύτως σχέση με τον δικόν τους Ήρωα Ηoratio ΝELSON (1758-1805). Όμως, τις επιδράσεις των Ξένων Ναυτικών θα τις αναπτύξουμε διεξοδικώς εις τις πιο κάτω παραγράφους. Τώρα θα επισημάνουμε και θα διευκρινήσουμε ότι δύο – τρία πράγματα που λέγονται πάνω από έναν αιώνα, ουδεμίαν  ιστορική βάση έχουν. Είναι απλώς ωραίοι ρομαντικοί μύθοι.

Η Πρώτη παρατήρησις είναι ότι ελέχθη ότι οι τρείς Λευκές Σειρίδες που είναι επί  του Κυανού Περιλαιμίου (κοινώς Κολλαρίνα) συμβολίζουν τις τρείς ναυμαχίες του Άγγλου Αντιναυάρχου Horatio NELSON. Αυτός είχε πολεμήσει εις πάνω από 120 ναυμαχίες. Οι Άγγλοι (και μετέπειτα ως Βρετανοί) εξηγούν τελείως διαφορετικούς και πρακτικούς λόγους διά την Κολλαρίνα  κλπ.

Η Δευτέρα παρατήρησις είναι ότι Μαύρο Μανδήλιον συμβολίζει το πένθος διά τον χαμό του Ευδρόμου μας« ΕΛΛΗ ». Αυτό έγινε εις τις 15-8-1940. Όμως το μαύρο μανδήλι το φορούν οι Έλληνες Ναύτες από τα μέσα του 19ου αιώνος. Και αυτό είχε άλλη  ουσιαστική χρήση από τους Άγγλους.

Η Τρίτη παρατήρησις είναι ότι το Κορδόνιον (κοινώς Λιγαδούρα), το φορά ο Ναύτης διά να αυτοκτονήση δι’ απαγχονισμού, παρά να συλληφθή αιχμάλωτος. Η Λιγαδούρα φέρεται μόνον με την πλήρη Στολήν Επιθεωρήσεως, ούτε κάν όταν είναι απλώς ‘Ενδον’ ακόμη και εις Υπηρεσίαν Ξηράς, έτι δε περισσότερον  όταν είναι εν πλώ, και δή εις πολεμικάς επιχειρήσεις. Όταν βυθισθή το πλοίον  του,  και θα αγωνίζεται μέσα εις τα κύμματα, μάλλον δεν πρόκειται να θυμηθή ότι θα πρέπει να αυτοκτονήση με την Λιγαδούρα του ,

Προ ολίγων ετών όλοι φορούσαν την Στολήν Εργασίας Υπ’Αριθμόν 6. Τα όμορφα BlueJeans. Όμως, με τον νέον Κανονισμό βάσει του Π.Δ. υπ’ αριθ. 231/06-8-2003  που  εδημοσιεύθη εις το Φ.Ε.Κ. 201/13-ο8-2003 αυτή ήλλαξε.  Τώρα φορούν την Βαθυκύανη Στολήν Εργασίας υπ’ αριθ. 6. Αυτή φυσικά δεν έχει την Λιγαδούρα. Σημειωτέον ότι ο Έλλην Ναύτης πολεμά μέχρι το τέλος, δεν αυτοκτονεί.   Ειρήσθω εν παρόδω, ότι και εις το Βρετανικό Ναυτικό φορούν  κάποια  παρομοίαν στολή. Εκεί σχολίασαν δυσμενώς  αυτού του νέου είδους Στολή Αγγαρείας, ότι οι Ναυτικοί  ομοιάζουν με Μηχανικούς Γκαράζ.

Αυτές οι τρείς παρατηρήσεις, λέγονται ανέκαθεν από τους Υπαξιωματικούς Προπαιδευτάς εις τους Νεοσυλλέκτους Ναύτες μας, και δυστυχώς έχουν παγιωθεί και εις όλον το Ναυτικό μας. Επί πλέον λένε ότι η “Κουλούρα” πάνω από τις Επιχειρίδες των Αξιωματικών, συμβολίζει το ματωμένο μάτι του ΝELSON. Kαι αυτή είναι παρερμηνεία, δεν συμβολίζει τίποτε. Ευτυχώς αυτό το τελευταίο δεν ελέχθη από Τηλεοράσεως. Εν  προκειμένω θα παραθέσουμε τον πραγματικό λόγον προελεύσεως και τον τρόπο χρήσεως των ως άνω ειδών από το Βρετανικό Βασιλικό Ναυτικό το οποίον αντιγράψαμε από το 1915 εις πολλά ζητήματα.

ΚΟΛΛΑΡΙΝΑ –  ΜΑΝΔΗΛΙ –  ΛΙΓΑΔΟΥΡΑ

Το 1670 ένας προμηθευτής εις την Αγγλία πωλούσε “French Falls” προς  5  Σελλίνια έκαστον. Αυτά ήσαν φαρδιά κολλάρα τα οποία έβγαιναν έξω από το χιτώνιο. Πιθανότατα ήσαν οι πρόδρομοι των μετά από 175 χρόνια Κολλαρίνων. Όταν τα πρωτοείδαν οι υψηλά ευρισκόμενοι εις την ιεραρχία του Royal Navy συνοφρυώθησαν. Οι Ναύται τα χρησιμοποιούσαν και ως μανδήλια γύρω από τον λαιμό τους κατά του ιδρώτα. Επίσης διά να συμμαζεύουν τα ακούρευτα μαλλιά τους, ιδίως όταν ευρίσκοντο υψηλά εις τα ξάρτια και τους τύφλωνε ο  άνεμος. Ακόμη τα άπλωναν και τύλιγαν το κεφάλι τους και τα αυτιά τους ως τσεμπέρι, αφ’ ενός διά  να  σταματούν το αίμα από τυχόν μικροτραυματισμούς, αφ’ ετέρου διά να προφυλάσσουν τα τύμπανα των αυτιών τους από τον εκκωφαντικό θόρυβο των κανονιοβολισμών, ιδίως oι Χειρισταί των Βαρυτέρων Πυροβόλων που ετάσσοντο κάτω εις τα χαμηλοτάβανα υποφράγματα.

Από τον 17ο και 18ον αιώνα είχε επικρατήσει η συνήθεια να αλείφουν τα μαλιά τους με λάδι ή λίπος, ακόμη και με πίσσα. Τα κτένιζαν σφιχτά και εσχημάτιζαν μίαν ουρίτσα που την έδεναν με  κορδελλάκι, και  αυτό τους διευκόλυνε εις τις δουλειές τους γενικώς. Με τον καιρό επεκράτησε ως “Pig – Tail” (γουρουνοουρίτσα) και μάλιστα έγινε μόδα και εις την πολιτικήν ανδρική κόμμωση. Οι  Ναύται με την “γουρουνοουρίτσα” επεδεικνύοντο εις τους άλλους ότι είχαν μακροχρόνιαν υπηρεσία, δηλαδή αυτό που  εμείς λέγαμε πρίν από πολλά χρόνια με υπερηφάνεια “Μπαρμπά – Ναύτης”. Σήμερα οι νεώτεροι το λένε “παλιοσειρά”, διότι δυστυχώς έχουν ενστερνισθεί τις “πεζικαρίστικες” εκφράσεις. Αυτό έγινε αναπόφευκτον  εφ’ όσον τα Ελληνόπουλα που κάποτε έμπαιναν εις το Εμπορικό Ναυτικό και μετέπειτα  υπηρετούσαν την Θητεία τους εις το Πολεμικό, έχουν γίνει σπάνιο είδος. Τοιουτοτρόπως  χάνονται και οι  ναυτικές λέjεις και εκφράσεις.

Αυτή όμως η “αλογοουρίτσα” έσταζε και λάδωνε το υποκάμισο ή όποιο άλλο χιτώνιο είχαν να φορέσουν. Εκτός του λαδώματος, τότε υπήρχε και  η μόδα να πουδράρουν τα μαλλιά τους, ίσως καλλωπιζόμενοι μόνον διά την σπανίαν “Εξόδου” τους. Διά να  προφυλάξουν τα  χιτώνια τους από όλα αυτά τα λεκιάσματα, άπλωναν το μανδήλι το οποίο φορούσαν γύρω από τον λαιμό τους  ή  το έριχναν  προς τα πίσω, επάνω  εις την ωμοπλάτη  τους. Παρ’ όλα αυτά η λαδιά κυλούσε επάνω εις το μανδήλι και εξακολουθούσε να λερώνη το χιτώνιο. Τότε επί των Ιστιοφόρων, το πόσιμο ή φρέσκο νερό ήταν εξαιρετικώς σπάνιο και πολύτιμο. Εχορηγείτο με το “σταγονόμετρο” μόνον προς πόσιν. Δεν περίσσευε διά πλυσίματα, επομένως το δυστυχισμένο(από πάσης  πλευράς) Πλήρωμα, ώφειλε να προφυλάξη (εάν είχε) τα ελάχιστα Χιτώνια ή Υποδύτες (υποκάμισα) του. Τοιουτοτρόπως, οι Ναύται ήρχισαν να ράβουν επάνω εις το μανδήλι τους σειρίτια, τα οποία είχαν μικρό “πάχος” και  θα επενεργούσαν τρόπον  τινά ως “σκαλοπατάκια” και θα εμπόδιζαν την λαδιά να “γλυστρίση” και να πέση και να λεκιάση το ένδυμα τους.

Μετά την λήξη των Ναπολεοντείων Πολέμων το 1815, το Pig-Tail έπαυσε να είναι της μόδας και με γρήγορο ρυθμό εξηφανίζετο. Η τελευταία εμφάνιση του  εσημειώθη το 1827. Όμως τα μανδήλια με τα σειρητάκια τους  παρέμεναν,  προφανώς διά διακοσμητικούς λόγους. Από  τα τέλη της δεκαετίας του 1830 ήρχισαν να  τα φαρδαίνουν και να τα ονομάζουν “Collars”. Αλλά αυτά τα πρώτα “Κολλάρα” δεν ήσαν τετράγωνα, κατ’ ουσίαν ήσαν στρογγυλεμένα μανδήλια  και ομοίαζαν με  εκείνα που ήσαν της  μόδας εις την στεριά. Το 1845 ενεφανίσθη ένα είδος προδρόμου της Κολλαρίνας. Είχε εξελιχθεί εις  τετράγωνο σχήμα και ως εκ τούτου πολύ πιο εύκολα κατεσκευάζετο  από τους ιδίους τους Ναύτες, από  ότι το στρογγυλεμένο μανδήλι. Ήταν ραμμένη από ύφασμα “Blue – Jean” και “Dutch  Tape”. Παρά την έρευνα μας δεν ανευρέθη αναφορά  ή κάποιο στοιχείο τι ακριβώς ήταν αυτό το “Dutch  Tape”. Εικάζεται λοιπόν ότι θα ήταν κάποια έτοιμη  ταινία με ρίγες η οποία επαράγετο εις την Ολλανδία και από εκεί την αγόραζε το Βρετανικό Ναυτικό. Ο  γράφων προ πολλών ετών είχε ερωτήσει μερικούς Ολλανδούς επισκέπτες  εις το “Ναυτικόν Μουσείον Ελλάδος”, αλλά και αυτοί εδήλωσαν πλήρην άγνοια. Η ταινία εγαζώνετο επί του κυρίως σώματος της Κολλαρίνας. Τα δύο μανικέτια του Frock  (Μπελαμάνα) ήσαν από το ίδιο Blue – Jean ύφασμα, διά τούτο η επίσημη ονομασία της παραμένει ακόμη ως “Blue Jean Collar”. Όμως δεν υπήρχαν  συγκεκριμένες  οδηγίες διά το πόσες σειρίδες  θα είχε.

Το Αμερικανικό Ναυτικό εμιμείτο το Βρετανικό εις  πολλά είδη. Έτσι την ιδίαν εποχή περίπου, φόρεσαν  και  αυτοί την Κολλαρίνα, αλλά με δύο αστεράκια στις γωνίες της. Επισημαίνεται ότι ακόμη και η  Αμερικανική  βιβλιογραφία χαρακτηρίζει  ως “επιμένοντα μύθο”, ότι το μαύρο μανδήλι συμβολίζει το πένθος διά τον θάνατο του NELSON και ότι οι τρείς σειρίδες εις την  Κολλαρίνα συμβολίζουν τις ισάριθμες νίκες του. Με τους Αμερικανικούς Κανονισμούς του 1866 εισήγαγαν τις βαθμολογικές διακρίσεις και εις την κολλαρίνα. Οι Petty Officers (Υπαξιωματικοί) είχαν τρία σειρήτια. Οι “Ordinary Seamen” (Απλοί Ναύται) ειχαν δύο σειρίτια. Οι “Land-men” και οι “Boys” μόνον ένα σειρήτι. Οι αντίστοιχες σειρίδες  υπήρχαν και εις τα  Ακροχειρίδια (μανικέτια) της Μπελαμάνας μέχρι το 1876, έκτοτε  έγιναν στάνταρντ  Τρείς (3)  δι’ όλες τις  διαβαθμίσεις του Ναύτου.

 Εμείς χρησιμοποιούμε (κακώς) την Ιταλίζουσα λέξη ‘Κολλαρίνα’ επί ενάμιση αιώνα και πλέον. Με τα ωραία Ελληνικά του 19ου αιώνος εις την ορολογία του Πολεμικού Ναυτικού μας ονομάζετο ‘Επιτραχήλιον’.

Το 1856 εις την Μεγάλην Βρετανίαν συνεστήθη μία Επιτροπή υπό τον Υποναύαρχο Henry John ROUS (1795-1877) διά τον καθορισμό (επί τέλους) στολής Ναύτου. Αυτοί είχαν την πρόνοια να εξασφαλίσουν τις θετικές απόψεις των δύο Ανωτάτων Διοικητών των Ναυστάθμων του Porttsmouth και του Devonport. Εκείνοι πάλι με την σειρά τους είχαν ακούσει προσεκτικώς τις γνώμες και τις εισηγήσεις των υφισταμένων τους Πλοιάρχων. Επί τέλους είχε γίνη μία σωστή δουλειά με αποτέλεσμα να σχεδιασθή μία σωστή στολή Ναύτου. Άρα δεν είναι σύμπτωση, ότι άρεσε και εις τα Ναυτικά άλλων Κρατών που την απεδέχθησαν. Τοιουτοτρόπως επεβλήθη ως το επιτυχημένο κλασσικό πρότυπο εις όλον τον κόσμο μέχρι σήμερα. Η ως άνω Επιτροπή εξέδωσε την Εγκύκλιο Νο. 283/30-ο1-1857 «Περί καθιερώσεως Στολής Υπαξιωματικών, Ναυτών και Ναυτοπαίδων». Ήταν λεπτομερής και σωστή διά την εποχή της. Τα ίδια φορούμε και εμείς εις την Ελλάδα έως σήμερα. Θα παρακάμψουμε πολλά και θα επικεντρωθούμε μόνον εις  τα  2-3 θέματα τα οποία αποπειρόμεθα να διευκρινήσουμε εις το παρόν άρθρο.

Το “Collar” (Κολλαρίνα) ήταν φτιαγμένο από ένα τετράγωνο τεμάχιο υφάσματος “Blue Jean”. Αρχικώς είχε γαζωμένες 2 λευκές ρίγες, όμως κάποιοι ήθελαν να έχει  4. Μετά από διαβουλεύσεις της Επιτροπής, η πλειοψηφία απεφάσισε να έχει τον μέσον όρο, δηλαδή 3 σειρήτια. Θα είχαν πλάτος 3/16 της ίντσας και θα εγαζώνοντο  σε  απόσταση μεταξύ τους  1/8 της  ίντσας. Οι Αγγλικές πηγές αναγράφουν ότι τα 3  σειρήτια εις καμμίαν περίπτωση δεν συμβολίζουν τις τρεις μεγάλες νίκες του δικού τους ήρωα NELSON. Επομένως ούτε οι δικές μας κολλαρίνες συμβολίζουν τις τρείς κατά θάλασσαν μεγάλες νίκες των Αρχαίων Ελλήνων, διότι έτσι μας έλεγαν παλαιά οι Υπαξιωματικοί – Προπαιδευταί εις τα Κέντρα Εκπαιδεύσεως.  Τουλάχιστον δεν έλεγαν διά τον NELSON.

Το “Scarf” (μανδήλι) ήταν φτιαγμένο από μαύρο μετάξι. Το φορούσαν τότε εις  στύλ λαιμοδέτη. Οίκοθεν νοείται ότι ούτε αυτό το ‘φουλάρι’ συμβολίζει το πένθος διά τον θάνατο του NELSON. Απλώς το Royal Navy ενέταξε  εις τον Κανονισμό του  αυτά τα δύο χρήσιμα και πρακτικά στοιχεία του ενδύματος των Ναυτών. Έτσι και αλλιώς  τα  φορούσαν από  μόνοι τους βάσει του δικού τους γούστου, οι Βρετανοί  ήδη από τον 18ον αιώνα. Ευκόλως συνάγεται το συμπέρασμα  ότι όλα όσα έλεγαν εις χιλιάδες Προπαιδευομένους εις τα Κέντρα  Εκπαιδεύσεως επί πολλές δεκαετίες, στερούνται  ιστορικής  βάσεως, όπως αναφέραμε και προηγουμένως. Το “Scarf’” οι Ναυτικοί το έλεγαν εις την δική τους αργκό και με ένα άλλο όνομα, δηλαδή “Silk” (μετάξι).

Το “Lanyard” ήταν το κορδόνι που είχε ο “Gunner” (Πυράρχης) διά να τραβά από μακριά  και με ασφάλεια τον μηχανισμό πυροδοτήσεως των κανονιών του. Τα πιό μοντέρνα κανόνια, προς τα τέλη του 18ου αιώνος, είχαν εις το πίσω μέρος της κάννης και εις το πλάϊ της, ένα είδος μηχανισμού, ίδιο με εκείνον που είχαν και οι Πιστόλες της εποχής. Τραβούσαν την Σκανδάλη και ο Επικρουστήρ (κόκκορας) κτυπούσε το καψούλι κατά γνωστά. Το Κορδόνιον το κρεμούσε από τον σβέρκο του.  Προφανώς θα ήταν από πολύ παλαιά το διακριτικό γνώρισμα του βαθμού του, προτού εφευρεθούν τα πιό σύγχρονα γαλλονάκια, κεντημένες Άγκυρες, Κορώνες, Σειριτάκια κ.ο.κ.  Συν τω χρόνω, αυτό το Κορδόνιον  το φόρεσαν και οι άλλοι Ναύται, και έτσι αποκτήσαμε την Λιγαδούρα μας.

Όμως υπάρχει και μία άλλη παρομοία εκδοχή. Ότι προέρχεται από το Κορδόνι  εις το οποίον  ο Boatswain (Ναύκληρος), κρεμούσε εις τον λαιμό του την Σφυρίκτρα του, με την οποίαν εσφύριζε τα παραγγέλματα του. Ταυτοχρόνως ήταν και το διακριτικό γνώρισμα του βαθμού του και της εξουσίας του. Αυτό το Κορδόνι έγινε η δική μας Λιγαδούρα.

Όσον αφορά την περιβόητη «Κουλούρα », θα επιχειρήσουμε να εξηγήσουμε  την προέλευση του πιό σημαντικού σημείου αναγνωρίσεως των διακριτικών  του Βαθμού ενός Αξιωματικού. Είναι ένας Κύκλος από χρυσόχρουν Σειρίδιον  ο οποίος τιθέμενος ως επιστέγασμα πάνω από όλα τα άλλα Επιχείρια ή  Επιχειρίδια, κοσμεί αυτά. Aυτές τις δύο λέξεις- όρους αναγράφει το επίσημον Ονοματολόγιον του Ελληνικού Βασιλικού Ναυτικού το 1884. Επί το απλούστερον σημαίνουν Γαλλόνια. Υπάρχουν και άλλες δύο συνώνυμες λέξεις, οι  Σειρίδες  ή τα Σειρίτια.  Εις την Αγγλική γλώσσα αυτός ο Κύκλος  λέγεται “CURL”, το  οποίον σημαίνει κατσαρό ή σγουρό. Εις τα καθ’ ημάς είναι η πασίγνωστη και αγαπημένη “ΚΟΥΛΟΥΡΑ”, η οποία είναι παντελώς άσχετη με τον ηρωικό Ναύαρχο ΝΕLSON.

Εις την Βρετανία, την 11ην Απριλίου 1856, εξεδόθη ο νέος  Κανονισμός Στολών  Αξιωματικών. Τους εδόθη το χρονικό περιθώριο ενός έτους διά να τακτοποιηθούν και να προσαρμόσουν τις στολές τους βάσει αυτών. Είχαν επέλθει κάποιες μικρές τροποποιήσεις σχετικώς με το πλάτος των Σειρίδων τους εις τα περιλαίμια τους, τα ακροχειρίδια τους και εις τα καπάκια τσέπης. Μία μερίς Αξιωματικών είχε ενοχληθεί πάρα πολύ από τις νέες αλλαγές. Προφανώς θα τους είχαν ελαττώση τα χρυσαφιά  Σειρίτια τους. Μέχρι του σημείου αυτού όλοι φορούσαν Σειρίτια του ιδίου τύπου. Από εδώ και  κάτω  υπήρχε η ειδοποιός διαφορά. Ο Κανονισμός αφορούσε  μόνον τους Executive Officers (ή αλλιώς Μilitary) και τους Navigating Οfficers (ή αλλιώς Masters). Δηλαδή με απλές ναυτικές κουβέντες, τους Αξιωματικούς της “Κου- βέρτας”. Με την σημερινήν ορολογία τους Μαχίμους. Ο Κανονισμός έγραφε ξεκάθαρα τα εξής: “Τhe upper row was to form a circle in the centre of the top sleeve”. Τοιουτοτρόπως, εντός δύο γραμμών εδημιουργήθη το φημισμένο “CURL” το οποίον  κοσμεί τα Γαλόνια των περισσοτέρων Ναυτικών παγκοσμίως μέχρι σήμερα. Το αντίστοιχο κορυφαίο σειρίδιον των Αξιωματικών Κλάδων ήταν τελείως ίσιο, διότι αυτοί δεν εδικαιούντο την “Κουλούρα”. Ο Κανονισμός τότε δεν διευκρίνιζε το μέγεθος του CURL, και ως ήταν φυσικόν εδημιουργήθη μία ποικιλία σχεδίων. Πάντως κυριάρχησε το στυλ του “Lion Tamer” το οποίον υιοθέτησαν αρκετοί ναυτοράπται. Αυτή η έκφρασις εις την αργκό εσήμαινε “δαμαστής λέοντος”. Αργότερα απεφασίσθη ότι ο Κύκλος θα ήταν μικρότερος, με διάμετρο μόνον 2  ίντσες. Άλλη πηγή αναφέρει ότι η «Κουλούρα» εθεσπίσθη 5 χρόνια αργότερα, το 1861. Όμως, μετά από  άλλα 75 χρόνια, το 1931, την στένεψαν ακόμη περισσότερο, και  έγινε 1 ίντσα και 3/4. Μέσα εις αυτές τις δύο γραμμές του Κανονισμού αποδεικνύεται αναντιλέκτως η  ορθότης των επιχειρημάτων μας. Ουδαμού αναγράφονται οι «μυθικές» λέξεις “ΝΕLSONs EYE”. Ούτε κάν υπόνοια αυτών. Εις την Αγγλόφωνη βιβλιογραφία  κατ’ επανάληψιν οι πλέον αξιόλογες Βρετανικές πηγές, αλλά και οι Αμερικανικές, βεβαίωναν ότι το στρογγυλό αυτό Κόσμημα επί της κορυφαίας σειρίδος, ουδεμίαν έχει σχέση με τα βαρύτατα πολεμικά τραύματα του κορυφαίου ήρωος του Βρετανικού Έθνους, Υποκόμητος – Αντιναυάρχου Horatio NELSON (1758-1805). Αυτό το “παραμυθάκι” το έχουν απορρίψει διαρρήδην πολλοί συγγραφείς. Προς επίρρωσιν των ισχυρισμών μας, εις το τέλος του παρόντος άρθρου  θα παραθέσουμε τα αδιάσειστα αποδεικτικά τεκμήρια μας. Είναι    φωτοτυπωμένα τα  σχετικά αποκόμματα από αρκετά βιβλία που είχαν ασχοληθεί με τα θέματα των Ναυτικών Στολών και Διακριτικών.

Ειρήσθω εν παρόδω, ότι η πρώτη φορά που η «ΚΟΥΛΟΥΡΑ» ετέθη επάνω από τα Γαλλόνια Έλληνος Αξιωματικού, ήταν μόνον εις τον βαθμό του Ναυάρχου. Συμφώνως με το Β.Δ. της 26-ο2-1864 που εδημοσιεύθη εις το Φ.E.K. Νο. 11 της 12-3-1864. Η αμέσως  επομένη φορά ήταν εις τα γαλλόνια του Αντιναυάρχου και του Υποναυάρχου, με το Β.Δ. της 16-ο5-1877 που εδημοσιεύθη με το Φ.Ε.Κ. Νο. 48 της 30-ο6-1877. Η πλήρης «Αγγλοποίηση» των διακριτικών Σειρίδων των Επιχειρίων του Ναυτι κού  μας επετεύχθη με το Β.Δ. της 13/ο1/1890 το οποίον  εδημοσιεύθη με το Φ.Ε.Κ. Νο. 13 της 16-ο1-1890.  Βάσει αυτού, όλοι οι Αξιωματικοί από τον Σημαιοφόρο  έως και τον τον Ναύαρχο έβαλαν την Κουλούρα επάνω εις τα Σειρίτια τους.  Όσον αφορά εκείνο το ανεπανάληπτο που ελέχθη εις την εκπομπή  “Με Αρετή και Τόλμη” εις τις 17-1-2021, ότι δήθεν ο Πιλίσκος του Ναύτου τον προφυλάσσει νά  μήν κουτουλήση κάτω εις τα Υποφράγματα που είναι σκοτεινά, απλώς θα αναφέρουμε τα εξής: Ο Αξιωματικοί και οι Υπαξιωματικοί δεν φορούν τον Πιλίσκον, αλλά το γνωστό μας Πηλήκιον, επομένως θα κουτουλούσαν και θα ήσαν γεμάτοι καρούμπαλα. Υπενθυμίζουμε ότι υπάρχει άπλετος φωτισμός. Πάντως, εις τας πλείστας των περιπτώσεων σχεδόν όλοι κυκλοφορούν ασκεπείς, ενίοτε ενδεχομένως να φορούν και το Αμερικανικής προέλευσεως Τζόκεϊ.

Ευελπιστούμε ότι τώρα πλέον η Ηγεσία του Ναυτικού μας θα μεριμνήση ώστε τα αρμόδια πεπειραμένα Στελέχη του Ναυτικού μας, να ενημερώνουν ορθά τους  Νεοσυλλέκτους.

OI ΞΕΝΕΣ ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ ΕΙΣ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ Β.Ν.

Το Πρώτο Βασιλικό Διάταγμα “Περί Ιματισμού και Διακριτικών σημείων του  Βασιλικού  Ελληνικού  Ναυτικού”, εξεδόθη από τον ανήλικο Βασιλέα Όθωνα Φρειδερίκο Λουδοβίκο (1815 – 67), αλλά υπεγράφη από τους τρείς Βαυαρούς Αντιβασιλείς εις το Ναύπλιον την 3ην (15)Νοεμβρίου 1833. Ίνα μή μακρηγορούμε, ενδεικτικώς αναφέρουμε ότι διά την περιγραφή κάποιων είδών ιματισμού χρησιμοποιήθησαν έξη (6) αυτούσιες Γαλλικές λέξεις. Επί πλέον εγράφησαν και τρείς φορές οι εξής Ελληνικές : “Αγγλική λαβή” , “Γαλλικόν σχήμα” και ‘Ρωσικόν λινόν  πανίον’. Γίνεται ευκόλως αντιληπτόν τι άλλα μεσολάβησαν κατά τις επόμενες δεκαετίες του 19ου αιώνος.

Οι δύο αείμνηστοι σπουδαίοι Έλληνες Αξιωματικοί μας, Λεωνίδας ΠΑΛΑΣΚΑΣ και Ηλίας ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ είχαν εξαιρετική Γαλλικήν Εκπαίδευση και Σταδιοδρομίαν εις το “Μarine Royale”. Μετελαμπάδευσαν  όλες τις γνώσεις τους και τις εμπειρίες τους σχετικώς με την Οργάνωση, τις Επιχειρήσεις, τις Στολές κ.ο.κ. εις την αγαπημένη Πατρίδα τους. Όμως, η πλήρης “Γαλλοποίησις” επετεύχθη μεταξύ των ετών 1884-90 από την Πρώτη Γαλλικήν Οργανωτικήν Αποστολή με Αρχηγό τον Yποναύαρχο  Lauren Joseph Charles LEJEUNE (1817-95). Η μετάκληση  της έγινε από την  Κυβέρνηση του Χαριλάου ΤΡΙΚΟΥΠΗ (1832-96) βάσει του Νόμου ΑΡΣΤ Ζ΄ της 24-12-1888, η  πενταετής διάρκεια της έληξε πολύ νωρίτερα  εις  τις 25-12-1889. Αλλά διά του Νόμου ΑΩΙΑ παρετάθη η θητεία του LEJEUNE επί ένα χρόνο έως τις 31-12-1890. Οι Γάλλοι ειργάσθησαν ευσυνειδήτως και αποδοτικώς θέσαντες τις βάσεις της  συστηματικής διοικήσεως, δι’ εκδόσεως πάσης φύσεως κανονισμών και εγχειριδίων. Υπενθυμίζουμε ότι την εποχήν εκείνην οι Νόμοι “αριθμούντο” με  τα γράμματα της Ελληνικής Αλφαβήτου και όχι με τους λεγομένους Αραβικούς αριθμούς. Όμως, σημειώνουμε, ότι  οι δήθεν Αραβικοί, εις την πραγματικότητα είναι Ινδικής  επινοήσεως.

Ο ΤΡΙΚΟΥΠΗΣ  έδωσε παραγγελία διά την αγορά τριών παλαιών Αμερικανικών Θωρηκτών, που ωνομάσθησαν “Ύδρα”, “Σπέτσαι”  και Ψαρρά”. Επειδή είχε  επικριθεί δι’ αυτήν την πολυδάπανη παραγγελία από την Αντιπολίτευση, τους απήντησε “προφητικώς”, ότι θεωρεί το ζήτημα της Κρήτης ως ζήτημα επικρατήσεως εις την θάλασσα. Ήταν η εποχή που τα νέα όπλα, η Τορπίλη και τα μικρά σκάφη που ήταν εξοπλισμένα με αυτήν, δηλαδή τα Τορπιλοβόλα, εθεωρούντο  ως η πανάκεια της επιτυχίας. Ένθερμος υποστηρικτής αυτών ήταν η  Γαλλική  Σχολή, που λόγω των θεωριών της εθριάμβευε και ως εκ τούτου την αποκαλούσαν “Jeune Ecole”Η  Tάλαινα Ελλάς εις το μέτρο των οικονομικών δυνατοτήτων της, και οπωσδήποτε υπό την άμεσην επιρροή της Γαλλικής Αποστολής εστράφη και προς  τα Τορπιλοβόλα, τα οποία λόγω της ολιγοδαπάνου αποκτήσεως και επιχειρήσεως τους είχαν προκαλέσει το ενδιαφέρον των μικρών κυρίως Κρατών. Τοιουτοτρόπως ηγόρασε Γαλλικής, Βρετανικής και Γερμανικής ναυπηγήσεως, εις τον  ατυχή Πόλεμο του 1897 διέθετε 17 εξ αυτών.

Eις το σημείον αυτό κρίνουμε επιβεβλημένο να επικαλεσθούμε τον διατελέ-σαντα Αρχηγό του Γ.Ε.Ν. (πρό του 2ου Π.Π.) Αντιναύαρχο Δημήτριον ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ (1883-1957).  Αυτός είχε γράψει ένα βαρυσημαντον Άρθρον εις το Τεύχος Νο. 231 της « Ναυτικής Επιθεωρήσεως» του Γ.Ε.Ν.τον Απρίλιο 1952. Παραθέτουμε μόνον ένα μικρό μέρος αυτού :

“ Μετά τον ατυχή Πόλεμο του 1897 η Ελλάς υπέστη σημαντικό κλονισμό. Η  ηγεσία του Ναυτικού υστερούσε από απόψεως διαρθρώσεως συστηματικώς. Το άπαν  ήταν  ο Προσωπάρχης του Υπουργείου Ναυτικών, όστις εκλεγόμενος και  απολαμβάνων της εμπιστοσύνης του Υπουργού, απείρου το πλείστον των ναυτικών πραγμάτων, διηύθυνε τα πάντα. Συνήθως έφερε μόνον τον βαθμόν του Πλωτάρχου, συνέβη δέ νά καθέξη την θέσιν αυτήν ακόμη και ένας Υποπλοίαρχος ”.   

Σοφά λόγια ένός διακεκριμένου Πολεμάρχου.

 

Ο Ναύαρχος Fournier

 To θέρος 1907 ο Βασιλεύς ΓΕΩΡΓΙΟΣ  1ος (1845-1913) είχε ζητήσει από  τον  προσωπικό  του φίλο, Georges Eugene Benjaminν CLEMENCEAU (1841 -1929), τότε Πρωθυπουργό της Γαλλίας, να ορίση  έναν οργανωτή  διά το  Ναυτικό μας. Κατά σύμπτωσιν προ  ολίγων εβδομάδων είχε αποστρατευθεί  ο Αντιναύαρχος Francois Ernest FOURNIER (1842-1919)  o oποίος έχαιρε μεγάλης φήμης λόγω της  πολεμικής δράσεως του, συνάμα ήταν θεωρητικός και συγγραφεύς ναυτικών θεμάτων. Ούτος προσεκλήθη υπό της Ελληνικής Κυβερνήσεως εις τας Αθήνας όπου και παρέμεινε  επί μικρό χρονικό διάστημα. Εμπνεόμενος από το Δόγμα της Γαλλικής Σχολής υπέβαλε συγκεκριμένες προτάσεις διά την συγκρότησιν Ελα-φρού Στόλου απαρτιζομένου  εκ πολλών Αντιτορπιλλικών και Υποβρυχίων, διότι  δήθεν  η Ελλάς δεν εχρειάζετο βαρύτερα πλοία. Επίσης συνεβούλευσε διά την προμήθεια συγχρόνου εξοπλισμού αυτών.

Το παράδοξον είναι ότι  ενώ η Κυβέρνησις επεκρότησε το πρόγραμμα του, ευτυχώς δεν το υλοποίησε, ούτε μετεκάλεσε  άλλη Γαλλική Ναυτικήν Οργανωτικήν Αποστολή. Οι καταστάσεις είχαν  αλλάξει, και ο FOURNIER φαίνεται ότι τότε είχε  άδικον, όπως το απέδειξαν περίτρανα τα  Ελληνικά Θωρηκτά που  μας χάρισαν τις νίκες εις τους Βαλκανικούς Πολέμους 1912-13. Ως  εκ τούτου έπαυσε και η Γαλλική Ναυτική επιρροή εις το Βασιλικό Ναυτικό της Ελλάδος. Μετά από 3-4 περίπου έτη απευθυνθήκαμε προς τους Βρετανούς.

Αλλά εις το σημείον αυτό πρέπει να διευκρινήσουμε κάτι διά τον απελθόντα  Γάλλον Αντιναύαρχο F.E. FOURNIER, καθότι μερικοί τον συγχέουν με έναν άλλο Γάλλο Ναύαρχο  με  παρεμφερές  επώνυμον, τον Charles Dartige Louis du FOURNET (1856-1940)  ο οποίος μετά από εννέα χρόνια, εις τις 18 Νοεμβρίου 1916, ως Αρχηγός Συμμαχικής Μοίρας επί του Γαλλικού Θωρηκτού “Mirabeau” έρριψε  μερικές οβίδες προς τα Ανάκτορα των Αθηνών. Απεβίβασε εις το Κερατσίνι  και εις το Φάληρον Αγήματα 3.000 Ναυτών υπό τον Πλοίαρχο Pouliezy CONTY, διά να καταλάβουν επίκαιρα σημεία. Συνεκρούσθησαν με τις Ελληνικές Δυνάμεις οι  οποίες αριθμούσαν 30.000 άνδρες Τακτικού Στρατού και τους περιβοήτους  Επιστράτους Πολίτες. Οι απώλειες ήσαν βαρύτατες εκατέρωθεν. Οι Έλληνες εθρήνησαν 30 νεκρούς, επί πλέον είχαν 52 τραυματίες και 80 αιχμαλώτους. Οι δε Γάλλοι έχασαν 70 νεκ-ρούς, 154 τραυματίες και 60 αιχμαλώτους. Εντός των Αθηνών επεκράτησε χάος, οχλοκρατικές ταραχές και εγκληματικές ενέργειες εναντίον των επιφανών ή και απλών γνωστών Πολιτών προσκειμένων εις την “Βενιζελική” παράταξη, τα λεγόμενα “ΝΟΕΜΒΡΙΑΝΑ”.

Ο  C.D.L. FOURNET ηναγκάσθη να ανακαλέση τα Αγήματα του πίσω εις τα πλοία  του. Η στάση του κατεκρίθη δριμύτατα  από τους Συμμάχους ως λίαν χαλαρή. Ανεκλήθη πίσω εις την Γαλλίαν, αφού παρέδωσε την διοίκηση εις τον Υπαρχηγό  του Ναύαρχο Dominique-Marie GAUCHET (1853-1931). Εκεί  παρεπέμφθη εις Ανακριτικήν Επιτροπή. Διά να υπερασπίση καλλίτερα τις από-ψεις του υπέβαλεν αίτηση να  εμφανισθή ενώπιον Τακτικού Δικαστηρίου  η οποία  δεν έγινε  δεκτή. Τελικώς τον καθήρεσαν και τον εξώρισαν. Ο  Υπουργός των Ναυτικών κατά τα  έτη 1915-17, Υποναύαρχος Marie Jean Lucien LACAΖE (1860 -1955), του είχε πεί: “Έπρεπε να κάνεις στάχτη τας Αθήνας”. Ο ίδιος ο Υπουργός ήταν ο εμπνευστής και ο  οργανωτής της ανθυποβρυχιακής αμύνης της Γαλλίας. Ειρήσθω εν παρόδω ότι C.D.L. FOURNET τον Σεπτέμβριο του 1915, ως Διοικητής της Μοίρας εις την Συρία, είχε εκκενώσει με τα πλοία του και γλυτώσει από τις σφαγές των Τούρκων 4.080 Αρμενίους. Έκτοτε αυτοί τον τιμούν ως Ήρωα τους.

Ο  Στρατιωτικός Σύνδεσμος του “Κινήματος του Γουδί” προτού διαλυθεί, είχε απαιτήσει από τον Ελευθέριο ΒΕΝΙΖΕΛΟ (1864-1936) να μετακαλέση και Βρετανική Ναυτικήν Αποστολή. Διά τον σκοπόν αυτόν εψήφισε τον Νόμο ΓΥΚΕ/1910. Επίσης εδημιούργησε και Γενικόν Επιτελείον Ναυτικού με τον Νόμο ΓΣΚΖ/1910. Tην 01-05-1911 εψηφίσθη ο Νόμος ΓΨΟΕ΄(3775) “Περί υπηρεσίας εις το Π.Ν. Αλλοδαπών Αξιωματικών”Εις τις  30-06-1911 υπεγράφη Σύμβαση μεταξύ του ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ με  την ιδιότητα του Πρωθυπουργού και Υπουργού Ναυτικών, και του Επιτετραμμένου της Βρετανικής Κυβερνήσεως  κυρίου Henry Dawson BEAUMONT, η οποία καθόριζε μετά πάσης λεπτομερείας όλα τα σχετικά. Εις τις 07-07-1911 αρμόδιο Βασιλικό Διάταγμα επεκύρωσε τον Νόμο και την Σύμβαση.

Η  Πρώτη Βρετανική Αποστολή ήλθε την άνοιξη του 1911 με Αρχηγό τον απόστρατον Υποναύαρχο Lionel Grand TUFNEL (1857-1930). Αρχηγός του Επιτελείου του ήταν ο Πλοίαρχος Sir Εdward J.H. BOYLE. Επί του παρόντος  είχαν έλθει και άλλοι πέντε Αξιωματικοί των λοιπών Κλάδων του Royal Navy. Ο Ανώτερος Αρχιφροντιστής (σημερινός βαθμός Πλοίαρχος Οικονομικός) George B. TOWNSEND. O Aνώτερος Αρχιμηχανικός (σημερινός Πλοίαρχος Μηχανικός) Joseph H. PILL. O Aρχιναυπηγός (σημερινός Αντιπλοίαρχος Ναυπηγός) Α. Η. COULD. Oι Πλωτάρχαι Percy HARVEY και Kenneth Gofton SALMOND. O Γραμματεύς του Αρχηγού Μr. Herbert CAMPBELL. Όλοι  αυτοί οργάνωσαν και εξεπαίδευσαν το Β.Ν. μας.

O TUFNELL έφερε τον βαρύγδουπο τίτλο του “Αντιναυάρχου Αρχηγού των Ναυτικών Δυνάμεων  και Ιδρυμάτων της Ελλάδος και Ναυτικού Συμβούλου της Ελληνικής Κυβερνήσεως”. Διατελούσε υπό τας αμέσους διαταγάς του Έλληνος Υπουργού των Ναυτικών. Όλοι οι Βρετανοί φορούσαν Ελληνικές Στολές, αλλά εις πάσαν περίπτωσιν, ως αρμόζει εις την θέση αυτών ως Eκπαιδευτών, προηγούντο όλων των Ελλήνων ισοβαθμίων τους. Οι δε αποδοχές τους  ήσαν εξόχως  πλουσιοπάροχες, μισθοί, έξοδα παραστάσεως, ταξειδίων, οδοιπορικά  εκτός έδρας, οικοσκευαί, δασμοί, διόδια, υπηρέται, άδειες 8 εβδομάδων μετ’ αποδοχών, δυστυχήματα, ασθένειες, θάνατοι, διακοπή συμβολαίου  κ.ο.κ. Όλα υπελογίζοντο εις  Φράγκα, αλλά πληρωτέα εις  χρυσόν. Όμως τo Συμβόλαιο δεν διευκρίνιζε τι είδους Φράγκα, Ελβετικά ή Γαλλικά;

Ο Αντιναύαρχος  εισέπραττε ετησίως  Μισθόν 30.000 Φράγκα και Έξοδα Παραστάσεως 6.000 Φράγκα. Εκτός των δαπανών δι’ ειδικάς υπηρεσίας  απαιτηθησομένας παρ’ αυτού. O Πλοίαρχος – Αρχηγός του Επιτελείου της Αποστολής, καθώς  και οι  ισοβάθμιοι του, δηλαδή ο Ανώτερος  Αρχιφροντιστής και ο Ανώτερος Αρχιμηχανικός  είχαν έτήσιον μισθόν 25.000 Φράγκα.  Οι Ανώτεροι Αξιωματικοί και άλλα πρόσωπα  αναλόγου βαθμού 20.000 Φράγκα. Οι Υποπλοίαρχοι, Γραμματείς κ.λ.π. 15.000 Φράγκα. Οι αποδοχές προκατεβάλλοντο υπό  της Ελληνικής Κυβερνήσεως την 1ην εκάστου μηνός, αρχής γενομένης από την ημέρα αναχωρήσεως τους εκ του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και Ιρλανδίας.

Μεταξύ των ετών 1913-15 ήλθε και η Δευτέρα Αποστολή διά να συμπληρώσει το έργον της πρώτης. Oι βελτιώσεις  ήσαν οφθαλμοφανείς, εν σχέσει με τις υπερβολικά  θεωρητικές και επιπόλαιες Γαλλικές θεωρίες και μεθόδους.

Υπάρχουν  φωτογραφίες Ελλήνων Αξιωματικών του Β.Ν. αλλά και του ιδίου του Ναυάρχου Παύλου ΚΟΥΝΤΟΥΡΙΩΤΗ (1855-1935) κατά τους  Βαλκανικούς  Πολέμους, οι οποίοι  φέρουν εις το Χιτώνιο τους μόνον τρία κομβία εις  κάθε πλευρά, και όχι τα ‘κλασσικά’ τέσσερα. Έως τότε  οι Σημαιοφόροι και οι Ανθυποπλοίαρχοι  όταν εκτελούσαν καθήκοντα Αξιωματικού Φυλακής εν Όρμω, ίσταντο  εις το κατάστρωμα φέροντες Ρεδιγκότα και Ξιφίδιον.

Υπαξιωματικοί και ναύτες του Θ/Κ Αβέρωφ. Περίοδος Βαλκανικών Πολέμων. Αρχείο Ι. Γιαννούλη

Με την έναρξη του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου εναντίον της Οθωμανικής Αυτόκρατορίας εξεδόθη το Β.Δ. της 20-11-1912 με το οποίον οι Τριτοετείς Ναυτικοί Δόκιμοι ωνομάσθησαν Αρχικελευσταί (σημερινοί Ανθυπασπισταί) διά να ενταχθούν εις τα Αποβατικά Αγήματα, τελικώς ετοποθετήθησαν  κανονικά εις τον  Στόλο και έλαβαν μέρος εις τις  επιχειρήσεις. Μετά το νικηφόρο τέλος του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου, η Ανωτάτη Διοίκηση του Στρατεύματος κρίνοντας  ότι δεν διαγράφεται περίπτωση κινδύνου από την πλευρά της θαλάσσης και διαβλέποντας τον επερχόμενο πόλεμο εναντίον του Βασιλείου  της Βουλγαρίας απέστειλαν ένα ισχυρο Ναυτικόν Άγημα εις την Θεσσαλονίκην. Εις τις αρχές του  Ιουνίου 1913 απετελείτο από τρία Τάγματα τα  οποία ήθελαν χρησιμοποιήσει  εις τις επιχειρήσεις κατά των Βουλγάρων. Οι άνδρες τους προήρχοντο από τα πλεονάζοντα Πληρώματα των πλοίων και από διάφορες Υπηρεσίες  Ξηράς, προφανώς ήσσονος σημασίας. Ως εικός εστί, οι Ναύται είχαν ελαχίστην εκπαίδευση εις τον  χειρισμό του φορητού οπλισμού τους και παντελήν άγνοια πεζικού αγώνα. Δυστυχώς αυτό ταλανίζει το Ναυτικό μας μέχρι σήμερα.

Οι Αξιωματικοί και οι Ναύτες φόρεσαν τις Χακί στολές του Στρατού όμως οι τελευταίοι διετήρησαν τους  λευκούς Πιλίσκους τους. Αυτό ωδήγησε  εις  λανθασμένην αναγνώριση και αιματηρήν εμπλοκή μεταξύ των  Ελλήνων. Μία Ναυτική περίπολος  συνήντησε κάποιο Ελληνικό Στρατιωτικό Τμήμα το οποίον  αγνοούσε  την παράξενην αμφίεση των Ναυτών μας. Ατυχώς τους εξέλαβε ως Βουλγάρους Αντάρτες και τοιουτοτρόπως  αντηλλάγησαν πυροβολισμοί. Όταν  οι Στρατιώται έκαναν, κατά την αγαπημένη τους συνήθεια, έφοδο με εφ’ όπλου λόγχη και ήλθαν εις επαφήν εκ του σύνεγγυς ανεγνωρίσθησαν αμοιβαίως και εσταμάτησαν. Δυστυχώς υπήρξαν αρκετές απώλειες εκατέρωθεν.

Τον Σεπτέμβριο 1913 Διοικητής της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων ετοποθετήθη ο Άγγλος Πλοίαρχος Sir Sidney Julius MEYRICK (1879-1973). Τότε ήλλαξε τελείως και η εμφάνιση του Ναυτικού με τις στολές Βρετανικού τύπου όπως θα αναλύσουμε πιο κάτω.

Mark Kerr

Επί κεφαλής της Δευτέρας Βρετανικής Ναυτικής Αποστολής  ήταν ο πολυπράγμων Υποναύαρχος Marc Edward Frederick KERR (1864-1944), που τον κάναμε και αυτόν Αντιναύαρχο. Αυτός  ήταν προσωπικός φίλος του Βασιλέως KΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ 1ου (1868-1923),  ενεργούσε δε περισσότερο ως  Έλλην Αυλικός, παρά  ως Βρετανός Αξιωματικός. Υπενθυμίζουμε ότι και ο KERR ήταν ταυτοχρόνως Αρχηγός και Γενικός Επιθεωρητής του Ελληνικού Στόλου, των Ναυτικών Ιδρυμάτων και  πάνω  από όλα Ναυτικός Σύμβουλος της Ελληνικής  Κυβερνήσεως.

Εν τω μεταξύ οι τεχνολογικές  εξελίξεις ήσαν ταχύτατες : Ταχυβόλο  Πυροβόλο, Τηλεσκοπικό  Κλισιοσκόπιο, Υποβρύχιοι  Εκσφενδονιστικοί  Σωλήνες, Aσύρματος, Υποβρύχιον, Αντιτορπιλικό, Ντρέντνωτ, Υδροπλάνο, Μηχανές Στροβίλων, Μηχανές Εσωτερικής Καύσεως. Όλα αυτά  τα είχαν  αφομοιώσει  ευκολώτατα  οι Έλληνες αποσπώντας τον θαυμασμό και τα συγχαρητήρια των Συμμάχων μας.

Με το Β.Δ. της 19-08-1914 ‘Περί Θερινής Στολής των Ναυτικών Δοκίμων’ καθιερώθη  η νέα ‘Αγγλίζουσα’ στολή που ισχύει μέχρι σήμερα. Το 1915 καθιερώθη ο βαθμός του Δοκίμου Σημαιοφόρου και έτσι ωνομάζοντο μετά την αποφοίτηση τους. Εξεπαιδεύοντο εις τις Σχολές Πυροβολικού και Τορπιλών επί  πέντε περίπου μήνες και μετά ωνομάζοντο (σκέτα) Σημαιοφόροι. Ο  θεσμός απέτυχε, εφηρμόσθη μόνον δύο φορές, το 1916 και το 1920. Κατηργήθη το 1922 αλλά τον επανέφεραν με αφορμή το Βενιζελικό  Κίνημα του 1935. Τότε έγινε επιστράτευση και οι Τεταρτοετείς Δόκιμοι ωνομάσθησαν εσπευσμένως Δόκιμοι Σημαιοφόροι. Αλλά με το Β.Δ. της  19-04-1915  δημοσιευθέν εις το Φ.Ε.Κ. 159 Α΄/28-04-1915  ξεκίνησε  η  πλήρης ‘Αγγλοποίηση’ των στολών  όλων των βαθμών του Β.Ν. πλην Ναυτοδιόπων, αυτοί  ήργησαν λίγο όπως θα εξηγήσουμε  πιό κάτω. Με τον ως άνω Κανονισμό οι Αξιωματικοί ώφειλαν να έχουν επτά είδη στολών :

  1) Mεγάλη. 2) Δευτέρα . 3)  Μικρά . 4) Υπηρεσίας. 5) Θερινή . 6) Εσπερίδων. 7) Μικρά   Εσπερίδων .

Τα Πηλήκια των Αξιωματικών και Υπαξιωματικών μεγάλωσαν, τα Φύλλα Δάφνης που περιέβαλαν το  Εθνόσημο  αντικατεστάθησαν από φύλλα δρυός. Το Πηλήκιο ήταν μαύρο τον χειμώνα, αλλά το θέρος με  την λευκή στολή του έβαζαν ένα λευκό κάλυμμα. Αλλά αργότερα με το Προεδρικό Διάταγμα της 15-12-1927 το  φορούσαν συνεχώς λευκό, χειμώνα-καλοκαίρι. Τα Σειρίδια γύρω από την στεφάνη του πηληκίου, μία επί πλέον ένδειξη του βαθμού, κατά  το  προηγούμενο Γαλλικό στύλ κατηργήθησαν. Επίσης καθιερώθη και το Ανθηλιακό Κράνος (Κάσκα).

Το 1917 λόγω των ανωμάλων Πολιτειακών και Πολιτικών καταστάσεων που επέφερε ο Εθνικός Διχασμός, η Υπηρεσία εστερείτο Ξιφιδίων διά τους Δοκίμους. Εκρατήθησαν τα Ξιφίδια εκείνων που απεφοίτησαν και ορκίσθησαν Σημαιοφόροι, προφανώς διά να επιδοθούν εις τους νεοεισαχθέντας Πρωτοετείς Δοκίμους. Επίσης υπήρχε έλλειψις χειροκτίων (γαντιών), οπότε οι Δόκιμοι είχαν την επιλογή να μη τα φορούν. Το Διάταγμα  της 25-05-1918 “Περί Οργανισμού της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων” προέβλεπε  ο Αξιωματικός Φυλακής να φορά την Ρεδιγκότα του ως σημείον αναγνωρίσεως ότι έκανε “Βάρδια”,  αλλά χωρίς το ξίφος.

Oι στολές των Ναυτοδιόπων Γαλλικού τύπου ήργησαν να αλλάξουν και να υιοθετήσουν εκείνες του Βρετανικού. Βλέπουμε  πάρα πολλές  φωτογραφίες ακόμη και μετά το 1922 εις τις οποίες φορούν ακόμη τις  στολές του παλαιού τύπου. Εικάζεται  ότι λόγω  μεγάλων αποθεμάτων περίμεναν να αναλωθούν και  μετά να  προβούν εις την παραγωγή των νέων. Ιδιαιτέρως μετά από τις εξαιρετικά δύσκολες οικονομικές συγκυρίες που επέφερε ο Πόλεμος εις τα εδάφη της Ασιατικής Ελλάδος (Ιωνία) και οι επείγουσες ανάγκες της αποκαταστάσεως 1,5 εκατομμυρίου Προσφύγων.

Οι μικροί Πιλίσκοι των Ναυτοδιόπων (Γαλλικού τύπου) είχαν το γαλανόλευκον Εθνόσημο κεντητό και εις σχήμα οβάλ. Εις το κέντρο αυτού υπήρχε  μία κίτρινη  Αγκυρούλα. Αυτά  κατηργήθησαν και  φόρεσαν τους Αγγλικούς Πιλίσκους, δηλαδή  όπως αυτούς  που είχαμε την τιμή να φορέσουμε και εμείς. Το 1922 έβαλαν λευκό κάλυμμα Πηληκίων και Πιλίσκων χειμώνα καλοκαίρι.

Οι προηγούμενες λευκές φανέλλες των Ναυτοδιόπων (Γαλλικού τύπου) είχαν ψιλές μπλέ ρίγες, αλλά αντικατεστάθησαν από τις ολόλευκες Αγγλικές με την τετράγωνη λαιμόκοψη που έχουν εις την απόληξη της μία μπλέ παρύφανση (μπορντούρα). Οι Κολλαρίνες τους είχαν λευκά “πέτα” ακριβώς όπως και των Γάλλων. Αυτές κατηργήθησαν και φόρεσαν εκείνες με τις συνεχόμενες ρίγες (Βρετανικού τύπου) που είχαμε την τιμή να φορέσουμε  και εμείς, παραμένουν οι ίδιες μέχρι σήμερα.

Τα κόκκινα Γαλλόνια των Ναυτοδιόπων και τα χρυσά των Υπαξιωματικών εις το επάνω μέρος της Περιχειρίδος  (μανίκι), παραδόξως δεν είχαν καμμίαν απολύτως σχέση με εκείνα των Γάλλων Ναυτών που τα φορούσαν διαγωνίως εις το κάτω μέρος του μανικιού (έτσι τα φορούσε και  ο Ελληνικός Στρατός). Ήσαν σχήματος κεφαλαίου “Λ” και είχαν  φάρδος 2 εκατοστομέτρων. Η Βραχεία Ναυτική  Χλαίνη, αυτό που το λέμε Επενδύτη, κούμπωνε σταυροειδώς με 5 οστέϊνα κομβία εις κάθε πλευρά.

Με το Π.Δ.της 16-ο7-1926  που εδημοσιεύθη εις το Φ.Ε.Κ. 93/16-ο3-1926 ετακτοποιήθη  η μετονομασία των Αξιωματικών Μηχανικών του Πολεμικού Ναυτικού  :

Μηχανικός  Β΄ Τάξεως,           =    Σημαιοφόρος          Μηχανικός

Μηχανικός  Α΄ Τάξεως            =    Ανθυποπλοίαρχος        – » –

Επιμηχανικός                           =    Υποπλοίαρχος              – » –

Αρχιμηχανικός  Β΄ Τάξεως      =    Πλωτάρχης                   – » –

Αρχιμηχανικός  Α΄ Τάξεως      =    Αντιπλοίαρχος             – » –

Ανώτερος  Αρχιμηχανικός       =    Πλοίαρχος                    – » –

Η Στολή Εσπερίδος ωρίσθη εις Φράκον, αλλά με τον νέο Κανονισμό του 1927 μετετράπη  εις Βραχύ Ιματίδιον. Κακώς εμείς το λέμε Σμόκιν, η σωστή Αγγλική λέξη διά Πολιτικό ένδυμα είναι “Tuxedo”. Αλλά όσον αφορά Στολή, το Royal Navy χρησιμοποιεί τον όρο “Μess Jacket”. Το U.S. Navy έχει έναν άλλο παρεμφερήν όρο, το “Dinner Dress Jacket”.

Το περιλαίμιον του Λευκού Θερινού Χιτωνίου των Αξιωματικών και των Αρχικελευστών (σημερινοί Ανθυπασπισταί) ήταν όρθιο και κλειστό, το 1927 μετετράπη εις ανεστραμμένο προς τα κάτω με λευκόν Υποδήτη (υποκάμισο) και μαύρη γραβάτα. Των λοιπών Κελευστών, των Υποκελευστών Α΄ και των Υποκελευστών  Β΄, επετράπη να γίνη  ανεστραμμένο πολύ αργότερα το 1932.

Τα γαλόνια με την κουλούρα των Αξιωματικών παρέμειναν τα ίδια, ούτως ή  άλλως ομοίαζαν προς τα Βρετανικά από το 1890. Τώρα είχε γίνει μία ελαχίστη τροποποίηση. Εις τον προγενέστερο “Γαλλικό” τύπο εις την ραφή κάθε Ακροχειρίδος (μανικετιού) ήσαν ραμμένα από δύο μικρά χρυσά κομβία, ακριβώς όπως και εις τα πολιτικά σακκάκια. Με την αποδοχή των στολών “Βρετανικού” τύπου τα κουμπάκια έφυγαν.

Επίσης έφυγαν από το Χιτώνιον (Σακκάκι της Νο. 8 Στολής) και oι ‘Επωμιδόδεσμοι’, δηλαδή τα γνωστά “Passants” της Γαλλικής μόδας. Αυτά ήσαν χρυσοκέντητα στηλάκια ραμμένα προς  τις άκρες των ώμων. Ο σκοπός της υπάρξεως τους ήταν να στηρίζουν τις “βαρειές” Επωμίδες. Αυτά τα “στηλάκια” παρέμειναν μόνον εις το Ιμάτιον (Φράκον της Νο.1 Στολής) και εις την Ρεδικότα (της Νο. 2 Στολής), καθ’ όσον μόνον με αυτού του είδους τα πιό Επίσημα Χιτώνια επετρέπετο να φορέσουν  τις Βαρείες Κροσσωτές Επωμίδες. Από τα τέλη του 18ου αιώνος είχαν την συγκεκριμένη πρακτική χρήση να στηρίζουν αυτού του είδους τις μεγάλες Επωμίδες. Με την πάροδο του χρόνου τα  χιτώνια υπηρεσίας έγιναν πολύ πιό απλά εις όλες τις Χώρες. Παρά το γεγονός ότι  οι Αξιωματικοί δεν φορούσαν πλέον εις τα απλά σακκάκια τους τις βαρειές επωμίδες, εν τούτοις εις την Γαλλίαν εξακολουθούσαν να ράβουν τα “Passant” και τα φορούν μέχρι σήμερα τηρώντας την παράδοση τους. Το ίδιο συμβαίνει και εις τις Ιταλικές στολές.

Τα λευκά κλειστά θερινά Χιτώνια (Γαλλικού τύπου) των Αξιωματικών και Υπαξιωματικών είχαν τέσσερεις τσέπες οι οποίες έκλειναν με εξωτερικά καπάκια που είχαν τρεις μύτες. Τα διακριτικά βαθμού των Αξιωματικών εφέροντο εις τον αναδιπλούμενο γιακά. Eίχαν μίαν Αγκυρούλα και τους αναλόγους Αστερίσκους.  Αλλά με το νέο Βρετανικό μοντέλο είχαν όρθιο κλειστό κολλάρο και τα διακριτικά σειρίτια του βαθμού τους εφέροντο εις τα γνωστά μας απλά μαύρα σκληρά Επώμια όπως ακριβώς και σήμερα.

Κακώς οι νέοι Κανονισμοί τα γράφουν ως Επωμίδες, αλλά και όλοι τα λένε ακόμη ως Επωμίδες. Επαναλαμβάνουμε ότι αυτές ήσαν αποκλειστικώς οι Βαρειές  Κροσσωτές οι οποίες ήσαν γραμμένες διά τελευταία φορά εις τον Κανονισμό Στολών Βασιλικού Ναυτικού του 1965. Οι επόμενοι  δύο  Κανονισμοί Στολών του Πολεμικού Ναυτικού  συνετάγησαν το 1986 και το 2000 μετά την Μεταπολίτευση, και αυτού του είδους  οι Αντίκες  έχουν απαλειφθή οριστικώς.

Κατά τον Β΄Π.Π. από το χειμώνα εις το τέλος του 1941, μαχόμενοι εκτός της Κατεχομένης Ελλάδος και μιμούμενοι πάλι τους Βρετανούς, με τις μαύρες στολές φορούσαν και οι Έλληνες Μαύρα Πηλήκια. Το 1942 οι Αμερικανοί  που μόλις είχαν εισέλθει εις τον πόλεμο φόρεσαν και αυτοί με τις μαύρες στολές τους μαύρα πηλήκια. Ελέγετο από τους Βετεράνους του Β΄Π.Π. ότι μετά το τέλος αυτού, μόλις επέστρεψαν εις την Πατρίδαν έβαλαν πάλι τα λευκά καλύμματα εις τα μαύρα Πηλήκια τους, όπως και προπολεμικά. Ο Βασιλεύς ΓΕΩΡΓΙΟΣ 2ος  (1890-1947 ) ενώ επέβαινε  εις κάποιο Πολεμικό πλοίο, μουντζούρωσε το λευκό κάλυμμα του εις κάποιο συρματόσχοινο. Διά νά  μη φαίνεται λερωμένο, το έβγαλε. Οπότε τον εμιμήθησαν και όλοι οι άλλοι Αξιωματικοί. Τα Μαύρα Πηλήκια παρέμειναν με την Χειμερινή μαύρη στολή όλα τα επόμενα χρόνια. Φυσικά, μόνον  το Λιμενικό Σώμα,  διά να διακρίνονται φορούσαν  το λευκό κάλυμμα χειμώνα-καλοκαίρι. Το 1968, η Στρατιωτική Δικτατορία επέβαλε τα λευκά Πηλήκια δι’ όλους, Β.Ν. και Λ.Σ. χειμώνα – καλοκαίρι. Επίσης ήλλαξε και όλα τα Γαλλόνια και όλες τις Ονομασίες όλων των Υπαξιωματικών και των τριών Κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων.

To Bρετανικό Ναυτικό παντοδύναμο από τις αρχές του 19ου αιώνος, το αντέγραφαν πολλά άλλα Ναυτικά, ιδίως τις Στολές του. Το κυριότερο σημείον αυτών, όπως προαναφέραμε  ήταν το “CURL”. Εις το παγκοσμίου κύρους Αμυντικό Περιοδικό “JANEs” του έτους 1996, φαίνονται ότι 47 Ναυτικά έχουν υιοθετήσει και φορούν την “Κουλούρα” επάνω εις τα γαλλόνια τους, ενώ άλλα 14 φέρουν τον Αστερίσκο.

Φυσικά υπάρχουν τα άλλα Ναυτικά που έχουν φορέσει κάποιο άλλο Έμβλημα επάνω εις τα Σειρίτια τους. Π.χ. το Γερμανικό και το Αυστριακόν (όσο υπήρχαν οι Αυτοκρατορίες τους) μέχρι και το τέλος του Α΄ Π.Π. είχαν και τα δύο το Στέμμα. Το Ιαπωνικό έχει το Χρυσάνθεμο. Το Φινλανδικό έναν όρθιο Λέοντα. Το Ισραηλινό την Άγκυρα κ.ο.κ.

Η Γαλλία ανέκαθεν ξεχωριστή, είχε κάποιες ίσιες λεπτές Σειρίδες, σκέτες χωρίς κανένα ιδιαίτερο Κόσμημα υπεράνω αυτών. Πάντως οι καιροί ήλλαξαν. Σχετικώς προσφάτως, από τον Ιούλιο 2008 προσέθεσαν πάνω από τα Σειρίτια των Αξιωματικών και των Υπαξιωματικών τους μίαν Άγκυρα.

29-01-2021