Η ιστορία του Συριανού «Λαζαρέτου» στην Ερμουπόλη και άλλες ιστορίες.
- 24/04/2020
- 0
Γράφει ο Παναγιώτης Κουλουμπής
Μαρτυρίες τροφίμων και επισκεπτών και περιηγητών της εποχής που λειτουργούσε το Λοιμοκαθαρτήριο.
Πως ήταν η Σύρος και πως αντιμετώπισε τις επιδημίες της χολέρας και πανώλης.
Από πού πήρε το όνομα του το Λαζαρέτο και τα «άλλα» λοιμοκαθαρτήρια της Ερμούπολης.
Σπάνιο φωτογραφικό υλικό εποχής αλλά και σπάνιες φωτογραφίες μέσα από το Λοιμοκαθαρτήριο σε διάφορες χρονικές περιόδους της σύγχρονης ιστορίας του.
Από τα πρώτα κιόλας χρόνια, μετά την Ελληνική Επανάσταση του 1821, η πανούκλα όπως και πολλές άλλες μεταδοτικές ασθένειες εκδηλώθηκαν σποραδικά, με τη μορφή επιδημίας, κυρίως σε λιμάνια κοντά στις πόλεις και στα νησιά της Ελλάδας που είχαν συμμετάσχει στον πόλεμο, εξ’ αιτίας της συρροής πολυάριθμων ελληνικών και συμμαχικών πλοίων. Πρωταρχικός ήταν ο ρόλος των καταστημάτων, των λοιμοκαθαρτηρίων, που ιδρύθηκαν και προορίζονταν για την πρακτική της καραντίνας των πλοίων, των ταξιδιωτών και των πληρωμάτων, όπως και για την κάθαρση των εμπορευμάτων. Ήταν ήδη γνωστά στην Ευρώπη αιώνες πριν, και αποτέλεσαν, όπως παρατηρεί ο Daniel Panzac, “τον ακρογωνιαίο λίθο τον αμυντικού συστήματος της Ευρώπης εναντίον της πανούκλας”.
Το μεγαλύτερο και σημαντικότερο λαζαρέτο της χώρας ιδρύεται στο λιμάνι της Ερμούπολης, στη Σύρο. Από το 1827 η Ερμούπολη αναπτύσσεται τόσο, ώστε να γίνει ένας από τους πιο σημαντικούς ενδιάμεσους εμπορικούς σταθμούς της ανατολικής Μεσογείου.
Η πρακτική της καραντίνας στο πλαίσιο του λοιμοκαθαρτηρίου παρουσιάζει ενδιαφέρον όχι μόνο για την υγειονομική πρόληψη και τον περιορισμό της πανούκλας πίσω από τους τοίχους του καταστήματος, αλλά και για τον ρόλο που διαδραματίζει στην κυκλοφορία των ελληνικών και ξένων πλοίων και στην ομαλή πορεία του διαμετακομιστικού εμπορίου που αποτελούσε την κύρια πηγή της οικονομίας αυτού του νησιού.
Στο Λαζαρέτο που χτίστηκε κατά το 1839-1841, παρέμεναν για περίπου μία εβδομάδα, οι ταξιδιώτες που προέρχονταν από την Τουρκία ή την Αίγυπτο προκειμένου να αποφευχθεί η πιθανότητα μετάδοσης σοβαρών ασθενειών όπως η πανούκλα.
Ο αρχιτέκτονας που το έχτισε ήταν ο Βαυαρός μηχανικός του βασιλιά Όθωνα, Βίλχελμ φον Βάιλερ (Wilhelm von Weiler). Είχε 32 διαμερίσματα με τζάκι και ξεχωριστά κουζίνα και μπάνιο για τους ταξιδιώτες, καθώς και μαγειρεία και γραφεία για το διοικητικό προσωπικό.
Τα Λαζαρέτα, λειτούργησαν από το 1840 έως το 1961. Σε αυτά τα 120 ταραγμένα χρόνια της ελληνικής ιστορίας, χρησιμοποιήθηκαν για διαφορετικές ανάγκες: ως λοιμοκαθαρτήριο, ως καταφύγιο για τους πρόσφυγες της Κρήτης, ως φυλακή για εγκληματίες και πολύ αργότερα για πολιτικούς κρατούμενους και ως τρελοκομείο.
Τα ερειπωμένα κτίρια που στέκονται εκεί στο νότιο άκρο της Σύρου μαρτυρούν τις συνήθειες και τις κακουχίες μιας άλλης εποχής. Σε πολλά ταξιδιωτικά ημερολόγια της εποχής αναφέρονται και περιγράφονται λεπτομερώς οι συνθήκες διαβίωσης των φιλοξενούμενων του Λοιμοκαθαρτηρίου που έφταναν στην Ερμούπολη ψάχνοντας την περιπέτεια και άλλους ορίζοντες ή απλώς για επαγγελματικούς λόγους.
Έχουμε την τύχη να γνωρίζουμε τις συνθήκες της ζωής μέσα στο λοιμοκαθαρτήριο από πρώτο χέρι από ένα ημερολόγιο. Μια κοπέλα βρήκε αυτό το ημερολόγιο. Είναι η Helena Drysdale η οποία βρήκε και έσωσε το ταξιδιωτικό ημερολόγιο του Άγγλου προ-προ-προ-πάππου της, George Ferguson.
Παρακάτω και διαβάζοντας ένα μικρό απόσπασμα από το ημερολόγιο εκείνο θα περιηγηθείτε στα ερείπια των Λαζαρέτων. Με την άδεια της Helena η ελληνική μετάφραση ενός αποσπάσματος από το ημερολόγιο.
Τζωρτζ Φέργκιουσον Μπόουεν
19 Σεπτεμβρίου 1847
Μετά το δείπνο, δηλαδή γύρω στις 5, με μετέφεραν με βάρκα στο Λαζαρέτο, όπου εγκαταστάθηκα σε τρία αρκετά άνετα δωμάτια για τα οποία έπρεπε να πληρώνω 3 δραχμές ή 2 σελίνια την ημέρα. Τα δωμάτια δίπλα μου είχαν καταληφθεί από δύο Έλληνες εμπόρους, εγκαταστημένους στην Μάλτα. Πολύ κόσμιοι και εξυπηρετικοί τύποι. Εγώ είμαι ο μόνος Άγγλος και με εξαίρεση τους δύο παραπάνω, το μοναδικό άτομο που μπορεί να αξιώσει τον χαρακτηρισμό του τζέντλεμαν.
Ωστόσο, μαζί με εμάς έγκλειστοι βρίσκονται και 50 ή 60 Λεβαντίνοι*, διαμοιρασμένοι σε θαλάμους ακριβώς σαν εκείνους των φυλακών.
Κάθε θάλαμος έχει τον φύλακά του. Σχεδόν όλοι εδώ κουβαλάνε μπαστούνια με σκοπό, κυρίως, να κρατούν μακριά αυτούς που δεν βρίσκονται στην ίδια καραντίνα μαζί τους. Για εξάσκηση έχουμε μία αυλή γύρω από την οποία βρίσκονται οι θάλαμοι, στις τρεις πλευρές της. Στην τέταρτη υπάρχει ένας διπλόφραχτος χώρος όπου έρχονται οι ξένοι και μας χαζεύουν να περπατάμε πάνω-κάτω σαν άγρια θηρία σε κλουβιά. Επίσης, για να ξεπιανόμαστε λιγάκι κατά τη διάρκεια της ημέρας, υπάρχει μία μικρή βραχώδης παραλία. Κι εννοώ ότι κάνουμε μία απολαυστική βουτιά στην θάλασσα κάθε πρωί. Τα γεύματά μας παρέχονται ικανοποιητικότατα από ένα ξενοδοχείο κολλητά στο Λαζαρέτο, το οποίο με εφοδίασε επίσης με δύο ξεχαρβαλωμένα τραπέζια, ένα σπαστό κρεβάτι, μία λεκάνη και την κανάτα της και δύο ψάθινες καρέκλες.
Τα δωμάτιά μου είναι σχεδόν ετοιμόρροπα, ωστόσο είναι αρκετά άνετα και διαθέτουν μία εξαιρετική θέα στο λιμάνι και στις πόλεις, δηλαδή τη Σύρα, την Άνω Πόλη, και την Ερμούπολη – το εξεζητημένο όνομα που δόθηκε στην Κάτω Πόλη κατά το μοντέλο του πρώιμου ρωμαϊκού κράτους, ιδιαιτέρως καθώς η πάνω πόλη κατοικείται αποκλειστικά σχεδόν από Λατίνους, τους απόγονους των Βενετών και των Γενουατών αποίκων και η κάτω από Έλληνες εμπόρους.
Δευτέρα, 20 Σεπτεμβρίου – Σάββατο, 25 Σεπτεμβρίου 1847
Βεβαίως, αυτή η εβδομάδα υπήρξε πολύ μονότονη, εντούτοις σχεδόν την ευχαριστήθηκα. Μία μικρή στιγμή απόλυτης ανάπαυσης είναι τόσο αναζωογονητική, μετά από έναν μήνα αδιάκοπου μόχθου και κόπωσης. Εξάλλου είχα την ευκαιρία να συνεχίσω αυτό ημερολόγιο, που είχε περιπέσει σε τρομερή καθυστέρηση και να γράψω ένα σωρό γράμματα, κάτι το οποίο ειλικρινά, πιστεύω ότι δεν θα το είχα καταφέρει διαφορετικά.
Η μοναδική μου ψυχαγωγία είναι η ανάγνωση κάποιων βιβλίων κι εφημερίδων που μου έστειλαν ο Άγγλος και ο Αυστριακός πρόξενος (ο Γουίλκινσον και ο παλιόφιλος Νιτσόλι), το κολύμπι και τα γεύματα, δηλαδή το πρωινό στις 9 και το δείπνο στις 5 και κάποιες παρτίδες σκακιού και ντάμας με έναν Ρωμαίο ιερέα και έναν από τους διπλανούς γείτονές μου.
Κάτω από εμένα μένουν 8 γυναίκες σε ένα δωμάτιο. Ολίγον τι, τρομακτική παρέα! Διασκέδασα, επίσης, διαβάζοντας τις επιγραφές που οι προηγούμενοι ένοικοι έχουν αφήσει στους τοίχους μου. Πολλές από αυτές είναι σαν εκείνες που υπάρχουν σε κανονικές φυλακές. Κάποιος άντρας έχει φτιάξει το ημερολόγιο του εβδομαδιαίου εγκλεισμού του και φαίνεται ότι έπαιρνε μεγάλη χαρά χαράζοντάς το μέρα την μέρα. Ο καλός μου γέρο-φύλακας ονομάζεται Τριαντάφυλλος, Έλληνας από την Κωνσταντινούπολη. Ήταν σκλάβος του τουρκικού στόλου για 9 χρόνια και κατάφερε να δραπετεύσει κατά την διάρκεια της ναυμαχίας του Ναβαρίνου. Αυτός μου έχει, επίσης, χαρίσει ατελείωτη διασκέδαση. Είναι ένας απίστευτα αστείος γέρος, και πρέπει να πω ότι με συγκινεί που απελευθερώθηκε από τα αγγλικά κανόνια.
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι οι ζωές και τα πάθη πολλών Ελλήνων κατά τον πόλεμο της Ανεξαρτησίας ξεπερνούσαν οτιδήποτε έχουμε ποτέ διαβάσει στη λογοτεχνία. Θα μου άρεσε να συλλέξω από το στόμα αυτών που τα έζησαν και υπέφεραν, κάποιες από διηγήσεις τους και να τους δώσω μορφή.
Την τελευταία μέρα της παραμονής μας εδώ, μας επιθεώρησε ένας γιατρός, ο οποίος έχαιρε του κλασικού ονόματος Βελισάριος, αλλά που, απλώς, μας ρώτησε ξεχωριστά αν είμαστε καλά. Το βράδυ ένας γέρο-κατεργάρης από την φρουρά κάτω από εμάς, έπαθε κολικό και υπάρχει μία φοβερή φήμη ότι δεν θα μπορέσουμε να βγούμε για μία ή δύο μέρες ακόμα. Ο γιατρός μας είπε ψυχρά ότι δεν πρόκειται να βγούμε έξω μέχρι να γυρίσει στις 9, αλλά ο αρχι-φρουρός από μόνος του, ο οποίος παρεμπιπτόντως είναι ένας αγέρωχος μελαμψός Σπαρτιάτης, ήρθε μόλις σκοτείνιασε και μας είπε στα μυστικά ότι θα πρέπει να επιμείνουμε στο δικαίωμά μας να βγούμε στις 6, καθώς κανείς δεν μπορούσε να πει ποια θα ήταν τα αποτελέσματα της εξέτασης του αρρώστου από τον γιατρό και ότι αφού θα έχουμε βγει έξω και θα έχουμε επικοινωνήσει με την πόλη, δεν θα μπορούν να φέρουν όλη την Σύρα στο Λαζαρέτο.
Κυριακή, 26 Σεπτεμβρίου 1847
Ο χρόνος του εγκλεισμού μας, με ελάχιστα αξιοσημείωτα, έχει περάσει σαν αστραπή. Στις 8 σήμερα το πρωί, και αφού ο γιατρός είχε ανακοινώσει τον άρρωστο ως μη μολυσμένο, ο Σπαρτιάτης φύλακας ήρθε στο δωμάτιό μου και σφίγγοντάς μου το χέρι, μου ευχήθηκε «καλή έξοδο» ελπίζοντας ότι θα έμπαιναν στην παλάμη του λίγες δραχμές.
Διασχίσαμε το λιμάνι με μία βάρκα και έπιασα ένα δωμάτιο καθαρό, αλλά πολύ κατώτερο από τα άνετα διαμερίσματα του Λαζαρέτο, στο ξενοδοχείο D’Angleterre. Το βρήκα πολύ δύσκολο να σκοτώσω την ώρα μου, αλλά επισκέφτηκα τον Άγγλο Πρόξενο και δείπνησα με τον φιλαράκο μου από το βαπόρι, τον Αυστριακό συνάδελφό του, ο οποίος με υποδέχτηκε πολύ καλά. Μόνο που ήταν κομματάκι βαρετό να έχουμε την χοντρή και θρασυτάτη ερωμένη του να κάθεται στην άλλη άκρη του τραπεζιού. Το βραδάκι τούς πήγα μία βαρκάδα στο λιμάνι.
* Λεβαντίνοι: αυτοί που έρχονταν από τον Λεβάντε δηλαδή την ανατολική Μεσόγειο
H περιοχή του ΛΑΖΑΡΕΤΟΥ (και όχι των Λαζαρέτων όπως συνηθίζουμε να λέμε λάθος στη Σύρο)
Τι ήταν όμως αυτά τα κτίσματα που ονομάστηκαν Λαζαρέτα;
Ποια είναι η ιστορία του Συριανού Λαζαρέτου;
Τι ακριβώς συμβαίνει με το ιστορικό αυτό μνημείο που αφημένο στον καιρό χάνεται μέρα με την μέρα ακριβώς μπροστά στον καθρέφτη της Σύρου και καταρρέει λίγο – λίγο, ώσπου σε λίγο καιρό θα έχουν απομείνει μονό ένας σωρός πέτρες τούβλα και ξυλά… «με ιστορική αξία»; Και όταν καταρρεύσει, δεν θα χαθεί μόνο ένα από τα λίγα παγκοσμίως μνημεία αυτού του είδους αλλά θα έχει συμβεί και μια άνευ προηγουμένου αισθητική και οικολογική καταστροφή, η οποία θα δημιουργηθεί ακριβώς στον «καθρέφτη» της Σύρου, στην είσοδο του ιστορικού λιμανιού τη Ερμούπολης, όταν καταρρέοντας, αυτό το τεράστιο πέτρινο οικοδόμημα, η εικόνα της Ερμούπολης θα αλλάξει με ζημιά τουλάχιστον ιστορικά ανυπολόγιστη.
Η λέξη “Λαζάρ” στα Αγγλικά προέρχεται από την ιστορία του άρρωστου επαίτη Λάζαρου της Καινής Διαθήκης (Λουκά, XVII, 20) και χρησιμοποιείται από το Μεσαίωνα για να περιγράφουν έναν άρρωστο ή φτωχό, ειδικά το “βρώμικο” λεπρό. Τέτοιοι άνθρωποι ήταν για φροντίδα σε απομόνωση σε ένα λαζάρ-κοιτώνα, ή λαζάρ-σπίτι, το οποίο στο πέρασμα του χρόνου, άλλαξε στην ιταλική λέξη “Lazzaretto” (Λαζαρρέττο) με την εξειδικευμένη έννοια μιας εγκατάστασης για καραντίνα σε περιπτώσεις που υπήρχε υποψία για πανούκλα. Επίσης η λέξη Λαζαρέτο στα γερμανικά και τα ρωσικά σημαίνει «στρατιωτικό νοσοκομείο» ή «περιοδεύων αναρρωτήριο».
Σε ένα τέτοιο μέρος κρατούνταν οι ταξιδιώτες από την Ανατολή. Σε ορισμένες περιπτώσεις, ήταν δυνατόν να περάσουν την περίοδο της καραντίνας πάνω σε πλοίο, αλλά συνήθως ο ταξιδιώτης παρέμενε στο επίσημο λοιμοκαθαρτήριο. Αυτό μπορεί να ήταν τίποτα περισσότερο από ένα παλαιό σκαρί αγκυροβολημένο μακριά από τα υπόλοιπα πλοία, αλλά οι καλύτερες εγκαταστάσεις ήταν παρόμοιες με ένα μοναστήρι ή φυλακή – μια απομονωμένη κοινότητα πίσω από ένα ψηλό τοίχο.
Τα λοιμοκαθαρτήρια συστάθηκαν για πρώτη φορά στην Ιταλία τον δέκατο τέταρτο και δέκατο πέμπτο αιώνα, στη συνέχεια σε όλους τους εμπορικούς λιμένες κατά μήκος της Ευρωπαϊκής μεσογειακής ακτογραμμής και επίσης γύρω από τις ακτές της Μεγάλης Βρετανίας. Η πανούκλα, μια ενδημική ασθένεια στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, ήταν ιδιαίτερα μεταδοτική. Για το λόγο αυτό, οι άνθρωποι και αγαθά που προέρχονταν από αυτή την περιοχή απομονώνονταν για μια περίοδο καραντίνας σε λοιμοκαθαρτήριο προτού να τους επιτραπεί να συνεχίσουν τα ταξίδια τους. Εμπόρευμα και προσωπικά αντικείμενα απολυμαίνονταν με συνεχή αερισμό και καπνισμό. Ορισμένα αντικείμενα όπως το βαμβάκι, το άχυρο, τα φτερά και πάνω απ ‘όλα το χαρτί θεωρήθηκαν σημαντικές πηγές για λοίμωξη. Βιβλία και σκίτσα καλλιτεχνών ήταν κρεμασμένα στον αέρα και εξερχόμενα γράμματα απολυμαίνονταν με διάφορους τρόπους – με εμβάπτιση τους σε ξύδι, για παράδειγμα ή με κράτημα τους στην τσιμπίδα πάνω από αναθυμιάσεις θείου. Τότε ένα κουτί ή μια εξουσιοδοτημένη σφραγίδα, τοποθετούνταν ώστε να δείχνουν ότι η απολύμανση είχε ολοκληρωθεί. Το μήκος της παραμονής για τους ταξιδιώτες εξαρτιόταν εάν είχαν έλθει από περιοχή όπου η πανούκλα μαινόταν ή είχαν έρθει “καθαροί”. Η διαμονή τους μπορεί να ήταν μόνο για λίγες μέρες ή για την πλήρης “καραντίνα” (σαράντα ημέρες).
Το βασικό σχέδιο ενός λοιμοκαθαρτηρίου περιελάμβανε μια σειρά από χτισμένα δωμάτια που σχημάτιζαν μια τετράγωνη κεντρική αυλή ή κήπο, που επέτρεπε τόσο τη δωρεάν κυκλοφορία του αέρα, όσο και την προστασία από βροχή.
Οι διαμένοντες ήταν υποτίθεται υποχρεωμένοι να εκθέτουν τον εαυτό τους και τα ρούχα τους στον αέρα κάθε μέρα, αλλά και τα δωμάτια ήταν τοποθετημένα έτσι ώστε να διατηρούν το κάθε ένοικο χωριστά και ένας φύλακας, ή φύλακες, σύμφωνα με τον αριθμό, χρησιμοποιούνται για την επιβολή αυτών των μέτρων.
Στα στρατηγικά σημεία, όπως στις άκρες του κτίσματος υπήρχε ένας πύργος όπου σαν σε ένα στρατόπεδο φυλακή, η συνολική έκταση θα μπορούσε να παρακολουθείται από το διοικητή και τους φύλακες.
Ο διοικητής ο ίδιος συνήθως καταλάμβανε τα πάνω δωμάτια. Μερικές φορές υπήρχαν δωμάτια πάνω από τα κελιά τα οποία χρησιμοποιούνταν ως αποθήκες για τα εμπορεύματα σε καραντίνα.
Σε μια σωστά μελετημένη εγκατάσταση μπορούσε να υπάρχει επίσης ένα νοσοκομείο με μόνιμο γιατρό, ένα παρεκκλήσι και νεκροταφείο με ένα εφημέριο, φύλακες για να επιβάλουν τους κανονισμούς της καραντίνας και να επαναφέρουν στην τάξη σε ανάρμοστες συμπεριφορές από τις κατώτερες τάξεις στρατιωτών ή ναυτών που βαριόταν κατά την καραντίνα, μια φυλακή και ουσιώδεις εγκαταστάσεις πλυσίματος και περιοχές απολύμανσης.
Ένα πανδοχείο ή μαγειρείο, όπου τροφή θα μπορούσε να παρασκευαστεί, θα μπορούσε επίσης να υπάρχει εντός του συγκροτήματος, ή ακριβώς έξω από αυτό. Για απασχόληση να υπάρχουν κήποι και χώροι υποδοχής, όπου επισκέπτες θα μπορούσαν να ειδωθούν και να μιλήσουν πίσω από ένα συρμάτινο πλέγμα.
Τα λαζαρέτα λοιπόν ήταν χώροι υποδοχής, κατά κάποιο τρόπο επέκταση των λιμανιών όπου έμπαιναν σε καραντίνα επιβάτες, πληρώματα καθώς και εμπορεύματα που προέρχονταν από λιμάνια στα οποία άκμαζε η επιδημία της πανούκλας. Η Ερμουπολη όπως ήδη γνωρίζουμε ως ένα απο τα σημαντικότερα λιμάνια της Μεσογείου και νευραλγικός ναυτιλιακός και οικονομικός κόμβος μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Στη Σύρο κατέφθαναν χιλιάδες πλοία προερχόμενα από τις χώρες που η χολέρα και η πανούκλα θέριζαν.
Ήταν θέμα χρόνου η Ερμούπολη και η Σύρος να ιδρύσουν ένα Λαζαρέτο. Τελικά δεν ήταν ένα αλλά τέσσερα. Σε διαφορετικές περιόδους το κάθε ένα. Στο περιβάλλοντα χώρο του λιμανιού υπήρξαν τέσσερα Λοιμοκαθαρτήρια. Το πρώτο καταγεγραμμένο ιστορικά λοιμοκαθαρτήριο βρισκόταν πάνω στο νησάκι του Αγίου Γεωργίου στην είσοδο του λιμανιού. Το νησάκι αυτό δεν υπάρχει πια αφού ισοπεδώθηκε και ενώθηκε με την υπόλοιπη «ξηρά» του λιμανιού. Για αυτό και η περιοχή αυτή ονομάζεται νησάκι. Υπήρξε ένα ακόμα μικρότερο στην αριστερή (όπως μπαίνουμε σήμερα στο λιμάνι) πλευρά του λιμανιού. Ένα τρίτο υπήρξε ακριβώς κάτω από αυτό που σήμερα γνωρίζουμε, το οποίο όμως λόγω κακής κατασκευής και κακής ποιότητας συνθηκών και περίθαλψης έκλεισε γρήγορα και τέλος αυτό που σήμερα γνωρίζουμε.
Έχω γράψει σχετικά άρθρο σχετικά για όλα τα παραπάνω σε προηγούμενες δημοσιεύσεις μου και σύντομα θα αναδημοσιευτούν με περισσότερα ιστορικά ντοκουμέντα .
Το πρώτο λοιμοκαθαρτήριο στη Σύρα, χτισμένο κοντά στο λιμάνι, φαίνεται να ήταν πολύ άσχημα κατασκευασμένο και από τα τέλη της δεκαετίας του 1830, είχε στην πραγματικότητα γίνει πασίγνωστο για τις απαίσιες συνθήκες υπό τις οποίες ο άτυχος ταξιδιώτης στεγαζόταν.
Ο John Carne (1789-1844), ταξιδιώτης και καλλιτέχνης, έδωσε την ακόλουθη κατάθεση το 1837:
«Τα πιο άθλια από τα σπίτια της Σύρας θα ήταν τέλεια σε άνεση σε σύγκριση με το εσωτερικό του λοιμοκαθαρτηρίου, το οποίο αποτελεί ντροπή για τη Σύρο και ντροπή στην Αγγλία η οποία της επιτρέπει να υπάρχει ακόμη και μια ημέρα περισσότερο. Οι τοίχοι είναι γυμνός βράχος, τα δάπεδα είναι βράχος, μόνο μια σανίδα βρίσκεται σε ένα μέρος, τέσσερα εκατοστά από το πάτωμα και πάνω σε αυτή είναι τα κρεβάτια . Οι αρουραίοι τρέχουν μέσα και έξω κατά δεκάδες. Το κτίριο κατακλύζεται από αυτούς και κάθε πράγμα, διατάξεις, ρούχα, σκίτσα κρεμιούνται από την οροφή για ασφάλεια από τις επιδρομές τους. Όταν έβρεχε, έσταζε χωρίς τέλος. Οι κρατούμενοι ήταν μισοβρασμένοι. Τέτοια κατάσταση δεν είχα ξαναδεί ποτέ.»
Το λαζαρέτο αυτό είχε το πλεονέκτημα να είναι πιο απομακρυσμένο από την πόλη και συνεπώς ανταποκρινόταν καλύτερα στις προαπαιτούμενες συνθήκες υγιεινής. Ένα σημείο καραντίνας δηλαδή.
Όπως θα διαβάσετε, ούτε η Ερμούπολη και η Σύρος γενικότερα γλίτωσαν τελικά από την φοβερή επιδημία που σκότωσε χιλιάδες Συριανούς εκείνη την ΜΑΥΡΗ ΠΕΡΙΟΔΟ. Εκείνη την εποχή όπου υπήρχαν λιμάνια υπήρχε και ένα καλά οργανωμένο Λαζαρέτο. Αργότερα, τα Λαζαρέτα αυτά καταστράφηκαν ή ως κτίσματα μεταποιήθηκαν σε κάτι άλλο. Πολλά έγιναν μουσεία. Άλλα ξενοδοχεία, χώροι εκδηλώσεων κτλ.
Σήμερα, το Συριανό Λαζαρέτο ως οικοδόμημα και κτίριο είναι από τα ελάχιστα στην Ευρώπη με τεράστια αρχιτεκτονική και ιστορική άξια. Θα έπρεπε να έχει καταχωρηθεί ως μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς αλλά οι γνωστές Ελληνικές αγκυλώσεις μαζί με διάφορα πολιτικά και οικονομικά λάθη το έχουν κυριολεκτικά φυλακίσει σε μια αδυσώπητη γραφειοκρατία και νομικές διαφορές με αποτέλεσμα τη σχεδόν αδύνατη αξιοποίηση του, αλλά αδύνατο ακόμα και το σώσιμο του μνημείου αυτού.
Διαβάστε παρακάτω διάφορες μαρτυρίες και ντοκουμέντα για το λοιμοκαθαρτήριο της Σύρου, έτσι όπως μας τις μεταφέρουν διάφοροι επισκέπτες και τρόφιμοι για κάποιο διάστημα σε αυτό. Για την κατανόηση όλων αυτών θα πρέπει να γνωρίζετε μερικές σημαντικές ιστορικές πληροφορίες για την εποχή που όλα όσα θα διαβάσετε παρακάτω διαδραματίστηκαν.
Στις αρχές του 1854 ξέσπασε σειρά επαναστατικών κινημάτων σε Ήπειρο, Θεσσαλία και Μακεδονία, λίγους μήνες μετά την έναρξη του Ρωσοτουρκικού πολέμου (Κριμαϊκός πόλεμος). Η Αγγλία και η Γαλλία ενεπλάκησαν στον Κριμαϊκό πόλεμο στο πλευρό της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Η πίεση προς την ελληνική πλευρά, που εκδηλωνόταν τόσο με τη μορφή διπλωματικών πιέσεων όσο και με ναυτικούς αποκλεισμούς των λιμανιών στις περιοχές των επαναστατών, εντάθηκε ακόμη περισσότερο, καθώς ο μεγαλύτερος φόβος των Αγγλογάλλων ήταν να μην επεκταθεί η ρωσική σφαίρα επιρροής μέχρι την Ελλάδα. Στα πλαίσια αυτά -και ενώ μέχρι το Μάιο του 1854 οι επαναστάσεις είχαν καταπνιγεί ή έστω εξασθενήσει σε σημαντικό βαθμό- αποφασίστηκε η κατοχή του Πειραιά, που ήταν το κεντρικό λιμάνι της χώρας, ώστε να εξασφαλιστεί η ελληνική ουδετερότητα κατά τη διάρκεια του Κριμαϊκού πολέμου, όπως και τελικά έγινε.
Διαβάζουμε στα ιστορικά βιβλία της εποχής:
“Η ημέρα της 14ης Μαΐου κατέστη αξιοσημείωτος εν τοις χρονικοίς της Ελλάδος και ολοκλήρου του πολιτικού κόσμου. Εβεβαιώθη κατ’ αυτήν εκ προσθήκης, ότι “ο νόμος εστίν αράχνης ιστός υπό το βάρος του ισχυρού, η δε δικαιοσύνη διατελεί ωσεπιτοπολύ δούλη ταπεινή της δυνάμεως”… Οποίαν οι παρόντες καιροί και τα παρόντα ήθη μεταβολήν έλαβον! οπόσον την μίαν αναιρεί η άλλη εποχή! Τω 1827 και 1828 Γάλλοι και Άγγλοι, εμπνεομένοι υπό αισθημάτων χριστιανικών, ενσυμάχουν εν Πύλω και απέβαινον διαπόντειοι κατά του Ιβραήμ Πασά επί σωτηρία της Ελλάδος. Αλλά τω 1854 οι αυτοί Άγγλοι και Γάλλοι, οιστρηλατούμενοι υπό της μυθώδους ακεραιότητος της Τουρκικής επικρατείας, αφ’ ου κατά θάλασσαν αντέπραξαν τοσαύτα προς αποθάρρυνσιν των επαναστατών της Ηπείρου, Θεσσαλίας και Μακεδονίας, κατέχουσιν ήδη διά του στρατού την Ελληνικήν γην, όπως τον τελευταίον φέρωσι θανάσιμον κτύπον ηθικώς και πολιτικώς κατά τε των ελευθέρων και των επαναστατημένων Ελλήνων. Έκαστος κρίνει περί του ηθικού μέρους των δύο αυτών αντιφατικών εποχών….
… Ο Μάιος μην του 1854 δεν έπρεπε να διαφέρη του Μαΐου του 1453, Καθώς τη 29 Μαΐου 1453 βάρβαρα όπλα της Ασίας αφήρεσαν την πολιτικήν ημών ανεξαρτησίαν, και εξωμότης Έλλην, κατά την ιστορίαν, ο Χασάν, πρώτος έστησε την σημαίαν του Μωχάμεθ επί των τειχών της Κωνσταντινουπόλεως, ούτω και ήδη, τη 14 Μαΐου του 1854 ξενικαί λόγχαι της Δύσεως ηχμαλώτισαν πολιτικώς την Ελλάδα, και όργανα του ξένου δεσποτισμού εύρον, κατά πάσαν δυστυχίαν, Έλληνας, και τούτους Πατριώτας και Λογιωτάτους λεγομένους….“
Ωστόσο, κάτι που δεν γνώριζε κανείς ήταν ότι μεταξύ των Γάλλων στρατιωτών υπήρχαν κρούσματα χολέρας, τα οποία κρατήθηκαν κρυφά επί αρκετές εβδομάδες από την ελληνική κυβέρνηση, με αποτέλεσμα να μην ληφθούν τα απαιτούμενα προληπτικά μέτρα.
Αυτό ήταν. Σε λίγες ημέρες, εβδομάδες μήνες τα κρούσματα είχαν επεκταθεί σε όλο τον Πειραιά με τραγικά αποτελέσματα. Ο θάνατος θέριζε κυριολεκτικά. Σκηνές φρίκης στους δρόμους με νεκρούς που σάπιζαν. Σύντομα, τα κρούσματα επεκτάθηκαν και στη Σύρο, όπως επιβεβαιωνόταν και από την με ημερομηνία 3 Αυγούστου 1854 εγκύκλιο του Νομάρχη Κυκλάδων, Α. Ζυγόμαμα.
Εξαιρετικού ενδιαφέροντος είναι μια επιστολή ιδιώτη από τη Σύρο, που δημοσιεύτηκε στον “Αιώνα” στις 7 Αυγούστου και περιέγραφε την κατάσταση που επικρατούσε στο νησί.
ΣΥΡΟΣ, 5 Αυγούστου.
“Η χολέρα εν τη πόλει μας επιπολάζει εις το δυτικόν μέρος, ήτοι εις τα λεγόμενα Ψαριανά. Ανεχώρησαν επέκεινα των 2000 ψυχών, το πλείστον Ψαριανοί, διά διαφόρους νήσους. Φαίνεται, ότι επήγασεν από τα διάφορα ψώφια άλογα, άτινα έρριψαν εις τον λιμένα τα Γαλλικά τρανσπόρτα, αράξαντα ενταύθα προ ενός μηνός ένεκα των εναντίων ανέμων, και εις το διάστημα τούτο εψόφησαν σχεδόν τα περισσότερα. Χθες εύγαλεν η θάλασσα εις το παράλιον δύω νέα. Παρετηρήθησαν εις τον λιμένα πλέοντα και συρόμενα ένθεν κακείθεν υπό των κυμάτων και τρία πτώματα ανθρώπων, και χάρις εις τον σφοδρότατον πνέονταν από προχθές βόρειον άνεμον. Άλλως έπρεπε να χαθώσιν όλοι οι κάτοικοι της Σύρους. Διαβαίνοντες χθες από το παράλιον τρεις χωρικοί της άνω Σύρου, εν ω επέστρεφον από τους αγρούς των, τόσον εζαλίσθησαν από την βρώμαν, ώστε, άμα έφθασαν εις την άνω Σύρον, εξεψύχησαν.
Είναι βέβαιον, ότι ο Δήμαρχος της Πάρου έγραψεν εις τον ενταύθα Νομάρχην, ότι οι αλιείς εύρον έξω της Πάρου πλοίον Γαλικόν άνευ ανθρώπων, και το έφερον εις τον λιμένα της Πάρου. Το αμπάρι εύρον καρφωμένον. Έθεσε δε φύλακας εν αυτώ, έως ότου στείλωσιν αι Αρχαί, διά να κάμωσι τας απαιτουμένας παρατηρήσεις….
Υγειαίνοιτε, και ο Θεός να μας σώση! Ενταύθα απέθανόν τινες γυναίκες και από φόβον. Οι αποθανόντες είναι εκ των πλέον πενήτων και εργατικής τάξεως, και τινες ναύται, οικούντες εντός των πλοίων.”
Στις 11.08, ο “Αιών” σχολίαζε ότι η χολέρα “φέρει θραύσιν εις την συνοικίαν των Ψαριανών” στην Ερμούπολη και ζητούσε το έλεος του Θεού:
“Ο πρώην Ειρηνοδίκης Κρασάς ευρέθη νεκρός εν τω δωματίω του, και από ενός μαγαζείου εξέφερον διά μιάς τρεις νεκρούς και εν μιά ημέρα. Ανά δύω δύω, τρεις τρεις, τέσσαρας τέσσαρας φέρουσιν εις τον τάφον. Η έα είναι φρικωδεστάτη. Γεώργιος τις Κορδοπάτης, νέος 26 ετών, εύρωστος, υγιέστατος και ευθυμότατος, εθερίσθη υπό του νοσήματος εντός 19 ωρών. Άλλοι προσβαλλόμενοι τελειόνουσι και εντός 6 και 4 ωρών. Δύω μαραγκοί έμενον κατασκευάζοντες τα κιβώτια νεκρών, αλλά και αυτοί έφυγον“!
Μια νέα επιστολή από τη Σύρο αποτύπωνε την τραγικότητα της κατάσταση που επικρατούσε και στο συγκεκριμένο νησί. “Από τις 12 μέχρι τις 15 εγένοντο 85 θάνατοι και διπλάσια σχεδόν κρούσματα. Από δε τις 15 τα μεν κρούσματα ήταν ολίγιστα (5-10 καθ’ εκάστην), αι αποβιώσεις όμως αι αυταί ως εκ προηγουμένων κρουσμάτων. Μεταξύ των καλής τάξεως πολιτών απεβίωσε και ο πρώην Δήμαρχος Ερμουπόλεως Ι.Λ. Ράλλης, άνθρωπος μεσαίας ηλικίας, εύρωστος και καλώς διαιτώμενος. Προσεβλήθη προσέτι και εκ των Ιατρών ο Γερμανός κ. Ετχάρ, όστις όμως εσώθη ευτυχώς ένεκα της αμέσου και δραστηρίας συνδρομής, ήτις τω εχορηγήθη παρά των Ιατρών και φίλων του. Η πόλις εκενώθη σχεδόν άπασα, διότι, εκτός των περίπου 10.000, αίτινες απήλθον εις άλλα μέρη, έτεραι 10000 σχεδόν διεσκορπίσθησαν εκτός της πόλεως εις τας διαφόρους εξοχάς, υπό τα δένδρα, εις τα βουνά και υπό σκηνάς. Ο τρόμος των κατοίκων είναι απερίγραπτος….“
Στις 25.08 ο “Αιών” επαινούσε τον Μητροπολίτη Σύρου και Τήνου Δανιήλ, ο οποίος επέδειξε αυταπάρνηση, καθώς τόλμησε και αποβιβάστηκε στο νησί για τη νηστεία του Δεκαπενταύγουστου, παρά τον πανικό που επικρατούσε εκείνη την περίοδο. Πάντως, μέχρι τα τέλη Αυγούστου και στο συγκεκριμένο κυκλαδονήσι είχε περιοριστεί κατά πολύ ο αριθμός των νέων κρουσμάτων και των θυμάτων της χολέρας. Αντίθετα, σε έξαρση βρισκόταν η χολέρα σε Μύκονο και Τήνο.
Η εφημερίδα Αίολος και η εφημερίδα Ένωσις ήταν οι μοναδικές εφημερίδες πού εκδίδονταν στην Ερμούπολη κατά την περίοδο της χολέρας. Οι πληροφορίες που αποκομίζουμε και από τις δυο μας μεταφέρουν διαφορές εικόνες (τις περισσότερες φορές φρικιαστικές ) από την εποχή εκείνη αλλά και ακόμα πιο σπουδαίο μας μεταφέρουν το πώς αντιμετώπιζαν οι κάτοικοι της Σύρου την επιδημία.
Σε άλλο φύλλο της ιδίας εφημερίδας Αίολος διαβάζουμε …
«Έρμούπολις ή δια παραδόξου ταχύτητος φθάσασα εις άκμαίαν κατάσταση* δια του εμπορίου και της ναυτιλίας της, έπολέμησε κατά του συναγωνισμού των εμπορικών λιμένων της Τουρκίας… έπολέμησε κατά του σκληρού Τελωνιακού Νόμου… ήγίονίσθη κατά τών δυστυχών εμπορ. ετών του 1838 και 1848, έπαθε δια του Παρκερικοΰ αποκλεισμού, άγωνια κατά της ύπερτιμήσεως τών νομισμάτων… πάσχει ως εκ του πλημμελούς συστήματος της Τελωνιακής εκτιμήσεως… τέλος πάντων ως έκ της ναυτικής απραξίας και τής ελλείψεως πάσης ευκολίας χειραγωγούσης το πάσχον έμπόριόν της, αλλ’ δλα ταύτα υπέφερε και αντέστη καρτερικώς, εις ενα δε και μόνον έκλινε γόνυ, την μάστιγα τής βροτοφθόρου χολέρας. Ή επάρατος αύτη νόσος πληγάς βαθείας ήνέωξεν εις το σώμα τής Πόλεως μας… εάν δε μη γένοιτο υποτροπή τις παρουσιασθή τετέλεσθαι, και εχομεν δίκαιον να έκφράζωμεν φόβον τοιούτον, διότι ώς εϊπομεν ανάγκη έπλασε τον τόπον αυτόν και ή ανάγκη δύναται να τον φέρει εις αποσύνθεσαν»
Αίολος, Έφημερίς τών Κυκλάδων, άρ. 523, 23 Σεπτ. 1854, σ. 1-2.
Κάποια στιγμή και ανάμεσα στα όσα διαδραματιζόταν υπήρξε μια διαμαρτυρία του Γάλλου προξένου στη Σύρο προς τον Νομάρχη ενάντια στην εφημερίδα Ένωσις, γιατί έγραφε κατά των γαλλικών στρατευμάτων κατοχής (ο οποίος ενοχλημένος στο ότι η Ελλάδα και η Σύρος έριχναν το φταίξιμο της διασποράς του ιού στους Γάλλους στρατιώτες), και έτσι ο νομάρχης Κυκλάδων αναγκάστηκε να διατάξει το κλείσιμο της εφημερίδας.
Η εφημερίδα έγραφε… «Ώφειλεν ό πολύπαθης ‘Ελληνικός λαός να πάσχη καί υπό χολέρας χάριν τών Τούρκων, του ισλαμισμού καί τοϋ γεζουϊτισμοΰ, καί τοΰτο παρά τών σοφών καί ευγενών Γάλλων» —για την παύση τής εφημερίδας βλ. Α. Ζυγομαλας (νομάρχης Κυκλάδων) προς Ρήγα Παλαμήδη (υπουργό Εσωτερικών), 27 Ίουλ. 1854: ΓΑΚ, Κ70, ‘Αρχείο Ρ. Παλαμήδη, φ. 5.
Σημαντικές πληροφορίες για την χολέρα περιέχονται και στις ανταποκρίσεις από τη Σύρο που καταχωρίζονται σε διάφορες εφημερίδες της Αθήνας.
Στις 26 ‘Ιουνίου 1854 έφθασαν στη Σύρο γαλλικά πολεμικά πλοία στα όποια είχαν σημειωθεί κρούσματα χολέρας. Η νόσος έπληττε τότε τη Νότια Γαλλία και είχε διαδοθεί στα γαλλικά στρατεύματα πού είχαν μεταφερθεί στην ‘Ανατολή λόγω του Κριμαϊκού πολέμου. Από τα παραπάνω πλοία εξήλθαν στην Ερμούπολη μερικοί «υγιείς» – για τη σχετικότητα του όρου θα γίνει λόγος στη συνέχεια— και ήλθαν σε επικοινωνία με τους κατοίκους. Είναι πιθανό ότι από αυτούς προήλθε το μόλυσμα. Τα κρούσματα είναι σποραδικά τον ‘Ιούλιο. Η επιδημία ξεσπά με ορμή στις αρχές Αυγούστου και διαρκεί ένα μήνα περίπου. Στην πόλη φαίνεται οτι βρίσκονταν τότε 25.000 περίπου κάτοικοι. Μερικές χιλιάδες άπ’ αυτούς είχαν πρόσφατα φθάσει ως πρόσφυγες στο νησί, γιατί, λόγω τής διακοπής των ελληνοτουρκικών σχέσεων, είχαν εκδιωχθεί από την Τουρκία. Είχαν επιστρέψει και αρκετοί από τα πληρώματα των εμπορικών πλοίων που έμεναν αργά λόγω της κρίσης.
Όταν οι θάνατοι πολλαπλασιάστηκαν και τρόμος («πανικός φόβος») κατέλαβε τους κατοίκους, η φυγή εμφανίστηκε ως το αποτελεσματικότερο μέσο σωτηρίας. Πολλοί μπήκαν στα πλοία και κατέφυγαν στα γύρω νησιά. Δεν φαίνεται ότι τους καλοδέχτηκαν παντού. Σε άλλα πλοία εκδηλώθηκαν κρούσματα εν πλω και μερικοί θανόντες ρίχτηκαν στη θάλασσα. Οι περισσότεροι τελικά βρήκαν καταφύγιο στα γειτονικά νησιά Τήνο και Μύκονο, όπου και μετέδωσαν και εκεί τη νόσο. Δεν θα ήταν και λίγοι αυτοί πού παρέμειναν μέσα στα πλοία σ’ όλη την περίοδο της κρίσης.
Στο βιβλίο των Δ. Παρασκευάς – Θ. Σκάσσης, «Παρατηρήσεις τινές περί της εν Σύρω ένσκηψάσης χολέρας κατά τον Ίούλιον και Αΰγουστον του 1854», Ιατρική Μέλισσα 2 (1854) 254 διαβάζουμε το παρακάτω απίστευτο και εγκληματικό που έκαναν τα πληρώματα των πλοίων.
«Η μόλυνση επίσης μπορεί να προήλθε και από τα χολερικά πτώματα πού γαλλικά πλοία έριχναν στη θάλασσα κοντά στο νησί»
Κατά την διάρκεια της επιδημίας διαβάζουμε στις εφημερίδες της εποχής …
«Η άλλοτε πολυθόρυβη («πολύηχος») πόλη είχε καταντήσει έρημη («έρημούπολις»). Η πόλις μας, η αεικίνητος και θορυβώδης, ομοιάζει νεκρούπολιν φέρουσαν τον τρόμον και την άθυμίαν ζωγραφισμένην εις τάς οδούς και τάς αγοράς».
Η επιδημία κτύπησε κεραυνοβόλα στις πρώτες ήμερες του Αυγούστου και προκάλεσε τον πανικό και ένα μεγάλο κύμα φυγής. Υπήρξε μια μικρή ανάπαυλα αλλά στη συνέχεια και ύστερα, στις 13 Αυγούστου είχαν μια νέα υποτροπή της επιδημίας με αποτέλεσμα νέο παροξυσμός και νέο κύμα φυγής.
Πολλοί από τους κατοίκους της Άνω Σύρου (που υπολογίζονται την εποχή εκείνη σε 4-5.000) έφυγαν και κρύφτηκαν στα χωριά για να προστατευτούν περισσότερο.
Κατά την εφημερίδα Αίολος, ανάμεσα στις 3 και 31 Αυγούστου πέθαναν στην Ερμούπολη 365 άτομα, 175 άνδρες (48%) και 190 γυναίκες. Φαίνεται τελικά ότι ο συνολικός αριθμός των θανάτων από την χολέρα στην Ερμούπολη θα πρέπει να ξεπερνάει τους 500.
Υπάρχει μια ενδιαφέρουσα και κάπως αισιόδοξη πληροφορία ανάμεσα στον ορυμαγδό των πληροφοριών ότι στο Δημοτικό Νοσοκομείο, από τους 310 χολερικούς που εισήχθησαν γιατρεύτηκαν οι 142 και πέθαναν οι 168.
Άλλη μια είδηση της εποχής εκείνης δίνει μια ακόμα νότα αισιοδοξίας ότι η ζωή συνεχίζεται είναι ότι συνοικία της Μεταμορφώσεως στην Ερμούπολη δύο ζευγάρια παντρεύονται στις 25 και 26 Αυγούστου.
Αξιοσημείωτο επίσης είναι ότι στην Ερμούπολη οι πληγέντες από την χολέρα δεν φαίνεται να αναζήτησαν κάποιους ως υπευθύνους για τη δυστυχία τους. Υπάρχει μάλιστα μαρτυρία που μας λέει ότι υπήρξαν και θάνατοι από την αρρώστια και ανάμεσα σε ηγετικά στελέχη του δήμου και της νομαρχίας.
Αυτό έκανε τους Συριανούς να φοβηθούν πιο πολύ διότι όπως αναφέρεται … «απώλεσαν και την τρεφομένην ελπίδα» και αυτό γιατί οι τοπικές αρχές είχαν βοηθήσει όσο μπορούσαν στην ανακούφιση των συμπολιτών τους αλλά και στην πρόληψη των κρουσμάτων με μια σειρά μέτρων.
Ο δήμαρχος είχε καλέσει τους κατοίκους να λάβουν προφυλακτικά μέτρα με βάση τις οδηγίες περί διαίτης που είχε καταρτίσει το Ίατροσυνέδριο και τις όποιες το υπουργείο ‘Εσωτερικών είχε τυπώσει και αποστείλει στους δήμους.
Συγχρόνως πάρθηκαν μέτρα για την καταστροφή θερινών φρούτων και την απαγόρευση της πώλησης τους.
Όταν στις αρχές Αυγούστου ξέσπασε με σφοδρότητα η επιδημία στην Ερμούπολη, ο νομάρχης ‘Ανδρέας Ζυγομαλάς, γιατρός και ο ίδιος, σύστησε την ‘Επιτροπή ‘Επιτόπιου ‘Υγείας κα το δημοτικό συμβούλιο, σε έκτακτη συνεδρίαση του (3 Αύγ.) και πήρε τα ακόλουθα μέτρα:
1) Δαίρεσε την πόλη σε 4 τμήματα και σε κάθε ένα διόρισε επικεφαλής «επιστήμονα» ιατρό με μηνιαίο μισθό 200 δρχ.·
2) αποφάσισε την άμεση σύναψη δανείου 10.000 δρχ. για να μπορούν οι «πραγματικώς» άποροι ασθενείς να προμηθεύονται, υστέρα από σχετικό σημείωμα των ιατρών, δωρεάν φάρμακα και υγιεινή τροφή (ψωμί καλής ποιότητας, κρέας, ρύζι)·
3) πρόσθεσε 5 αστυνομικούς κλητήρες για να βοηθούν τους ιατρούς στο έργο τους .
Είναι εντυπωσιακή, και έχει επισημανθεί, ή υγειονομική ετοιμότητα της Ερμούπολης την περίοδο αυτή.
Μαθαίνουμε επίσης ότι από τους τέσσερις ιατρούς που διόρισε ο δήμος διέθεσαν το μισθό τους στους άπορους, ενώ τουλάχιστον άλλοι οκτώ πρόσφεραν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο τις υπηρεσίες τους.
Το έργο των ιατρών υποβοηθήθηκε ουσιαστικά από την παρουσία συγκροτημένου νοσοκομείου που όπως γνωρίζουμε παρόμοιο του δεν διέθετε ούτε ή πρωτεύουσα.
Για να αντιμετωπιστούν οι έκτακτες ανάγκες, ένα Δημοτικό Σχολείο μετατράπηκε σε «Νοσοκομείο των Χολερικών».
Ειδικά συνεργεία συστάθηκαν για τον καθαρισμό και το κάπνισμα των στενών κυρίως οδών (πίστευαν ότι με το άναμμα φωτιάς σε διάφορα σημεία θα καθαριζόταν ή ατμόσφαιρα), για το ραντισμό των οικιών με χλώριο όταν κάποιος ένοικος αρρώσταινε.
Η «επί τής υγείας και καθαριότητος» ειδική επιτροπή, αφού περιηγήθηκε την πόλη, συνέστησε, ανάμεσα σε άλλα, και μια σειρά μέτρων για να παύσουν οι πολίτες να τρώγουν, παρά τις συστάσεις, νηστήσιμα και αλμυρά φαγητά και να πίνουν οινοπνευματώδη.
Πρότεινε να κλείσουν προσωρινά τα οινοπωλεία από το μεσημέρι και μετά, να απαγορευθεί ή πώληση οσπρίων, παστών ψαριών, χαβιαριού και ελιών, και να παύσουν τα υπαίθρια μαγειρεία να πωλούν τηγανητά.
Η Νομαρχία διέθεσε 1.000 δρχ. για τη χορήγηση δωρεάν, από επιλεγμένα καφενεία, θερμού πρωινού ροφήματος (σαλέπι ή φασκόμηλο) στους άπορους, κι αυτό «επειδή απεδείχθη βλαπτικωτάτη και ‘ιδίως έν καιρώ τής χολέρας, και θανατηφόρος σχεδόν, ή κακή συνήθεια, ην έχει ό εργατικός λαός να πίνει το πρωί νήστης πνευματώδη ποτά, οϊον ρακί, ρούμι και τα τοιαύτα, ή να τρώγει δύσπεπτα φαγητά».
Φαίνεται ότι έκλεισαν και τα καφενεία από τις 6 μ. μ. για να μη συνωθούνται (γίνεται «συσσώρευσις») οι πολίτες. Προτάθηκε, μάλιστα, στους ιερείς να λειτουργούν νωρίς, από τις 7 π.μ., και να τελειώνουν γρήγορα.
Συστάθηκε, τέλος, η επί των άπορων επιτροπή, ή όποια διένειμε 10.000 περίπου δραχμές, τις όποιες χορήγησε ή Κυβέρνηση, σε 1.174 οικογένειες που αντιπροσώπευαν 5.507 άτομα, δηλαδή τους μισούς σχεδόν απ’ αυτούς πού παρέμειναν στην πόλη.
Πολύ σημαντική πληροφορία είναι ότι ό δήμαρχος με χρήματα που διέθεσε (ολόκληρο τον μισθό του) δόθηκαν ενισχύσεις σε 58 οικογένειες.
Και μέσα σε όλο αυτό το χάος υπάρχει και το ΛΑΖΑΡΕΤΟ (λοιμοκαθαρτήριο) της Σύρου.
Αναφέρω πιο πάνω λοιπόν ότι η λέξη «Λαζάρετο» προέρχεται από τον Λάζαρο της Καινής Διαθήκης, ο οποίος «ηγέρθη εκ νεκρών» προαναγγέλλοντας την Ανάσταση του Κυρίου. Η προσωνυμία «Λάζαρος» δόθηκε σε άτομα που σώθηκαν από βέβαιο θάνατο και σε ανθρώπους καχεκτικούς και άρρωστους που χρειάζονταν φροντίδα και έμπαιναν σε απομόνωση. Η ιταλική λέξη «Lazzaretto» σήμαινε οργανωμένη εγκατάσταση απομόνωσης για περιπτώσεις που υπήρχε υποψία πανούκλας.
Τα λοιμοκαθαρτήρια συστάθηκαν για πρώτη φορά στην Ιταλία τον 14o και 15o αιώνα, στη συνέχεια σε όλα τα εμπορικά λιμάνια κατά μήκος της ευρωπαϊκής μεσογειακής ακτογραμμής και επίσης γύρω από τις ακτές της Μεγάλης Βρετανίας. Η πανούκλα, μια ενδημική ασθένεια στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, ήταν ιδιαίτερα μεταδοτική. Για τον λόγο αυτό, οι άνθρωποι και τα αγαθά που προέρχονταν από αυτή την περιοχή απομονώνονταν για μια περίοδο καραντίνας σε λοιμοκαθαρτήριο, προτού να τους επιτραπεί να συνεχίσουν τα ταξίδια τους.
Εμπoρεύματα και προσωπικά αντικείμενα απολυμαίνονταν με συνεχή αερισμό και καπνισμό. Ορισμένα αντικείμενα όπως το βαμβάκι, το άχυρο, τα φτερά και πάνω απ’ όλα το χαρτί, θεωρήθηκαν σημαντικές πηγές για λοίμωξη. Βιβλία και σκίτσα καλλιτεχνών ήταν κρεμασμένα στον αέρα και εξερχόμενα γράμματα απολυμαίνονταν με διάφορους τρόπους – με εμβάπτιση σε ξύδι για παράδειγμα ή με κράτημά τους στην τσιμπίδα πάνω από αναθυμιάσεις θείου.
Τότε ένα κουτί ή μια εξουσιοδοτημένη σφραγίδα, τοποθετούνταν ώστε να δείχνουν ότι η απολύμανση είχε ολοκληρωθεί.
Ο χρόνος της παραμονής για τους ταξιδιώτες εξαρτιόταν από ποια περιοχή όπου η πανούκλα μαινόταν είχαν έρθει και από το πόσο «καθαροί» ήταν. Η διαμονή τους στο λοιμοκαθαρτήριο διαρκούσε λίγες μέρες, εκτός αν έμπαιναν σε πλήρη καραντίνα για σαράντα ημέρες.
Το βασικό σχέδιο ενός λοιμοκαθαρτηρίου περιελάμβανε μια σειρά από χτισμένα δωμάτια που σχημάτιζαν μια τετράγωνη κεντρική αυλή ή κήπο, που επέτρεπε τόσο τη δωρεάν κυκλοφορία του αέρα όσο και την προστασία από βροχή. Οι διαμένοντες ήταν υποχρεωμένοι να εκθέτουν τον εαυτό τους και τα ρούχα τους στον αέρα κάθε μέρα. Στα στρατηγικά σημεία υπήρχαν φυλάκια για την επιτήρηση του χώρου.
Ο διοικητής συνήθως καταλάμβανε τα πάνω δωμάτια. Μερικές φορές υπήρχαν δωμάτια πάνω από τα κελιά τα οποία χρησιμοποιούνταν ως αποθήκες για τα εμπορεύματα σε καραντίνα. Σε μια σωστά μελετημένη εγκατάσταση υπήρχε νοσοκομείο με μόνιμο γιατρό, παρεκκλήσι και νεκροταφείο με εφημέριο και φυσικά φρουρούς για να επιβάλουν τους κανονισμούς της καραντίνας και να επαναφέρουν στην τάξη σε ανάρμοστες συμπεριφορές.
Ο ταξιδιώτες ήταν κυρίως έμποροι, επιστήμονες, αρχαιολόγοι ή ζωγράφοι τοπίων.
Ο φυσιοδίφης Hugh Edwin Strickland (1811-53) κατά την παραμονή τους στο πρώτο λοιμοκαθαρτήριο στο Πειραιά το 1835, αύξησε την συλλογή κοχυλιών του. «Ξεκινούσα την ημέρα μου με ένα κυνήγι εντόμων» έγραψε και πρόσθεσε: «Πήρα τον παλιό φύλακα και πηγαίναμε σε ένα τετράγωνο πυλώνα χτισμένο από τον Θεμιστοκλή στην είσοδο του λιμανιού, εκεί έστελνα το γέρο να πιάσει αχινούς και πεταλίδες για το πρωινό, ενώ έκανα μπάνιο στα κρυστάλλινα νερά και συχνά επέστρεφα με μια πλούσια συλλογή κοχυλιών.»
Ο Charles Fellows (1799-1860), ένας ταξιδιώτης και αρχαιολόγος μαζί με το νεαρό καλλιτέχνη βοηθό του George Scharf jr (1820-1895) έφτασαν τον Ιούνιο του 1840 μετά από τέσσερις μήνες ταξιδιού στο νέο λοιμοκαθαρτήριο της Σύρου. Ήταν χαρούμενος με τις «ανέσεις» που συνάντησε συγκριτικά με την μέχρι τότε διαμονή του σε σκηνές, σε χάνι ή σε πανδοχεία κακής ποιότητας. Ο Fellows έγραψε τις σκέψεις του και ο Scharf σχεδίασε με μελάνι τα σκίτσα του.
Ο Scharf επίσης περιγράφει τον φύλακα του λαζαρέτου: «ήταν ένας πολύ διασκεδαστικός τύπος, που μιλούσε ελληνικά και γνώριζε λίγα ιταλικά και αγγλικά, αλλά οι χειρονομίες παντομίμας ήταν διπλά εκφραστικές και διασκεδαστικές».
Όταν ήρθε η ώρα της «απελευθέρωσης» των ταξιδιωτών ο φύλακας παρουσιάστηκε, προφανώς για πληρωμή, ντυμένος «με μια εξαιρετικά όμορφη ελληνική φορεσιά, η οποία ήταν μια μεγάλη αντίθεση σε σχέση με τα άθλια κουρέλια τα οποία ήταν διασκορπισμένα στο λοιμοκαθαρτήριο». Όταν η Ελλάδα έγινε ανεξάρτητο κράτος θεσμοθέτησε νόμους καραντίνας για όσους έφθαναν από τα τουρκικά εδάφη. Τα πρώτα ελληνικά λοιμοκαθαρτήρια χτίστηκαν στα νησιά Ύδρα, Σπέτσες, Αίγινα και Σύρα. Όταν η Αθήνα έγινε η έδρα της κυβέρνησης το 1834, χτίστηκε λοιμοκαθαρτήριο πίσω από το τελωνείο του Πειραιά, αντικαθιστώντας έτσι ένα ταλαιπωρημένο αλιευτικό σκάφος που λειτουργούσε ως καραντίνα.
Το πρώτο λοιμοκαθαρτήριο στη Σύρα χτίστηκε κοντά στο λιμάνι και από τα τέλη της δεκαετίας του 1830 είχε γίνει πασίγνωστο για τις απαίσιες συνθήκες φιλοξενίας.
Ο John Carne (1789-1844), ταξιδιώτης και καλλιτέχνης, έδωσε την ακόλουθη μαρτυρία το 1837: «Ακόμα και τα πιο άθλια σπίτια της Σύρας θα ήταν τέλεια σε άνεση σε σύγκριση με το εσωτερικό του λοιμοκαθαρτηρίου, το οποίο αποτελεί ντροπή για τη Σύρο και ντροπή για την Αγγλία η οποία επιτρέπει να υπάρχει. Οι τοίχοι και το δάπεδο είναι πέτρινα και μια σανίδα -τέσσερα εκατοστά πάνω από το πάτωμα- χρησιμοποιείται για κρεβάτι. Οι αρουραίοι τρέχουν παντού κατά δεκάδες. Όταν έβρεχε το κτίριο έσταζε ασταμάτητα. Οι κρατούμενοι ήταν μισοβρεγμένοι. Τέτοια κατάσταση δεν είχα ξαναδεί ποτέ».
Το επόμενο χρόνο, τον Αύγουστο του 1838 κατά τη συνεδρίαση της Βρετανικής Ένωσης για την Προαγωγή της Επιστήμης, ο Dr John Bowring (1792-1872) ανέφερε το λοιμοκαθαρτήριο της Σύρου ως αρνητικό παράδειγμα. Ο Bowring είχε ταξιδέψει στην Ανατολή για λογαριασμό της κυβέρνησής του με σκοπό να ενημερωθεί για τις εμπορικές σχέσεις και να ερευνήσει τους κανονισμούς καραντίνας και τις εγκαταστάσεις. Εκφράστηκε ιδιαίτερα έντονα για το θέμα των ανθυγιεινών λοιμοκαθαρτηρίων και επεσήμανε ότι συχνά οι άνθρωποι εισέρχονταν με άριστη υγεία και στη συνέχεια αρρώσταιναν βαριά είτε με πανούκλα ή δυσεντερία. Μάλιστα κάποιοι από αυτούς πέθαιναν.
Στο Εγχειρίδιο του Murray, απαραίτητο οδηγό για όλους τους ταξιδιώτες της εποχής, επισημαίνει: «Η Ύδρα έχει ένα από τα καλύτερα λοιμοκαθαρτήρια στην Ελλάδα. Πρόκειται για ένα νέο ευρύχωρο κτίριο. Τα δωμάτια είναι καλά, σωστά διατεταγμένα, καθαρά και καλά αεριζόμενα. Το λοιμοκαθαρτήριο στην Αίγινα είναι επίσης καλό και οι προμήθειες πολύ φθηνότερες από ότι στην Ύδρα». Από την άλλη πλευρά, παραθέτοντας «Β» (πιθανώς Bowring) προειδοποιούσε: «Το λοιμοκαθαρτήριο στη Σύρα είναι αποτρόπαιο και θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να αποφεύγεται.»
Ο Βρετανός πρόξενος στη Σύρα, Richard Wilkinson φαίνεται να ήταν ο πιο καλά ενήμερος για την αξιοθρήνητη κατάσταση της εγκατάστασης, η οποία σαφώς δεν θα μπορούσε να επιτραπεί να συνεχιστεί. Ήταν πράγματι επείγον τα ανεπαρκή κτίρια να αντικατασταθούν από μια νέα κατασκευή, αντάξια της προόδου της πόλης.
Σε μια επιστολή της 10ης Οκτωβρίου 1838 ο Wilkinson έγραψε: «Το λοιμοκαθαρτήριο της Σύρας είναι σε άθλια κατάσταση. Ορισμένες επισκευές έχουν γίνει τον τελευταίο καιρό και είναι στην πρόθεση της κυβέρνησης να κατασκευάσει ένα νέο από την άλλη πλευρά του λιμανιού απέναντι από την πόλη». Και συνέχισε: «Το σχέδιο έγινε και εγκρίθηκε, αλλά η οικονομική κατάσταση του Ελληνικού Δημοσίου είναι τέτοια, που μπορεί περάσει κάποιος χρόνος πριν αυτό το πολύ αναγκαίο κτίριο ανεγερθεί.»
Παρ’ όλα αυτά στις 9 Απριλίου 1839, μπήκε η θεμέλιος λίθος με την εξασφάλιση των οικονομικών κεφαλαίων από τον βασιλιά. Το γεγονός ότι ο βασιλιάς διέθεσε χρήματα έχει την εξήγησή του. Ήταν νέος στο αξίωμα και αρχικά καθόλου δημοφιλής, καθώς κατακρίθηκε για την ανέγερση του μεγάλου παλατιού στο Σύνταγμα, που ξεκίνησε το 1836. Με την κατασκευή λοιμοκαθαρτηρίου στη Σύρο είδε την ευκαιρία για να ενισχύσει την εικόνα του στο λαό και ταυτόχρονα να ενθαρρύνει τις εμπορικές σχέσεις στο λιμάνι. Στην αρχή του Σεπτεμβρίου του 1840, ο Francis Galton, με δύο νέους φίλους, βρέθηκε σε καραντίνα στο νέο λοιμοκαθαρτήριο της Σύρου κατά το ταξίδι της επιστροφής του από την Ανατολή στο Cambridge. Περιέγραψε ότι η διαμονή του στο λαζαρέτο ήταν ευχάριστη και περιέγραψε τους κανόνες ασφαλείας. «Η παραβίαση της καραντίνας είναι ένα πολύ σοβαρό αδίκημα. Ένας στρατιώτης θα πυροβολούσε αμέσως χωρίς δισταγμό». Ο γιατρός τους παρέταξε και κοίταξε τις γλώσσες τους. Μετά τους είπε να τον μιμηθούν και «άρχισε να χτυπάει απότομα τον εαυτό του κάτω από την αριστερή μασχάλη με το δεξί του χέρι και κάτω από τη δεξιά μασχάλη με το αριστερό του χέρι. Ομοίως τους βουβώνες, αριστερά και δεξιά. Αυτό ήταν για να αποδείξει ότι δεν υπήρχαν εκεί αδενικά οιδήματα της «βουβωνικής» πανούκλας. Μετά ήμασταν ελεύθεροι.»
Έως το τέλος του 19ου αιώνα, τα λοιμοκαθαρτήρια για την παραμονή των ταξιδιωτών από την Ανατολή είχαν καταστεί άνευ αντικειμένου. Ο Usborne στον οδηγό του που δημοσιεύθηκε το Σεπτέμβριο του 1840, αναφώνησε: «Εγώ σκοπεύω να περάσω την επόμενη καραντίνα μου εκεί και θα έχω την ευκαιρία να ηρεμήσω μετά την περιπλάνηση μου στην Ανατολή». Οι φίλοι του ήταν πολύ χαρούμενοι -λόγω της στάσης του Βρετανού προξένου στο νησί Wilkinson- που είχαν τη δυνατότητα να διασκεδάζουν κωπηλατώντας στα γύρω γειτονικά ακατοίκητα νησιά και να κυνηγούν με όπλα κουνέλια. Στον περίφημο οδηγό του Murray, που δημοσιεύθηκε τον Αύγουστο του 1840 έγραφε: «Το λοιμοκαθαρτήριο τα τελευταία χρόνια κατέστη ένα από τα καλύτερα στην Ανατολή», διορθώνοντας έτσι την προηγούμενη καταδίκη.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ – ΕΠΙΓΡΑΜΜΑ
Ο κορονοϊός είναι σίγουρο ότι θα αλλάξει πολλά στην ζωή των ανθρώπων στον πλανήτη Γη.
Όλα όσα αναφέρουμε παραπάνω και όσα αναφέραμε στο προγουμενο άρθρο μας με τις επιδημίες που έπληξαν την Σύρο μοιάζουν σχεδόν απαράλλακτα με τις συνθήκες της πανδημίας που ζούμε αυτήν ακριβώς την εποχή.
Υπάρχουν τρανταχτές ομοιότητες εκείνης της εποχής με την σημερινή.
Η πιο τρανταχτή είναι ότι παντού τότε όπως και σήμερα είναι παρούσα με τον πλέον αρνητικότερο τρόπο η Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Κατ’ αρχάς όπως τότε έτσι και σήμερα η Οθωμανική αυτοκρατορία ήταν σε πόλεμο ή τουλάχιστον ένα είδος εκδικητικών συνθηκών πολέμου με την Ελλάδα και την Ευρώπη γενικότερα.
Και ύστερα αυτό που ξεχωρίζει είναι η στάση της απέναντι σε αυτές τις επιδημίες.
Όπως τότε έτσι και σήμερα ΔΕΝ ΕΚΑΝΕ ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΤΙΠΟΤΑ ΝΑ ΤΙΣ ΣΤΑΜΑΤΗΣΕΙ αλλά τις άφηνε να «φεύγουν» από αυτήν και να μολύνουν όλο τον υπόλοιπο κόσμο.
Σήμερα έχουν δημιουργηθεί στα αεροδρόμια και στα λιμάνια σε ολόκληρο τον κόσμο ειδικοί χώροι πού μέσα από αυτούς περνούν οι επιβάτες και σε αλλά σημεία ειδικοί χώροι όπου ελέγχονται τα εμπορεύματα για να ανακαλύψουν αν έχουν συμπτώματα του φοβερού κορονοϊού.
Σήμερα η τεχνολογία και η σύγχρονη ιατρική δεν χρειάζεται τεράστια «φρούρια» λοιμοκαθαρτήρια και Λαζαρέτα διαθέτοντας σύγχρονα μηχανήματα ανίχνευσης.
Όμως αυτοί οι μικροί χώροι πλεξιγκλάς στα αεροδρόμια και στα λιμάνια που αργά η γρήγορα στήνονται σε όλο τον κόσμο είναι ακριβώς σαν εκείνα τα παλιά Λαζαρέτα.
Η λέξη καραντίνα και η εφαρμογή της όπως διαβάσατε παραπάνω δεν είναι νέα ούτε εφαρμόστηκε για πρώτη φορά παγκοσμίως στον πλανήτη αλλά είχε εφαρμοστεί εκατονταετίες πριν.
Είναι σίγουρο αγαπητοί αναγνώστες μου ότι η νέα αυτή επικίνδυνη πανδημία του κορονοϊού θα αλλάξει όχι μόνο τις συνθήκες ελέγχου της υγιεινής στον πλανήτη αλλά και τους ίδιους τους ανθρώπους που θα αναθεωρήσουν πολλά σε έννοιες όπως ατομική ευθύνη, πρόληψη, προστασία, σεβασμός και αλληλεγγύη.
Σας έχω πει και έχω γράψει πολλές φορές πως η ιστορία ΔΙΔΑΣΚΕΙ. Για αυτό είναι καλό να την μελετάμε. Οι άνθρωποι που ασχολούνται σοβαρά και συνειδητά με την μελέτη της ιστορίας είναι αποδεδειγμένα πιο ευαισθητοποιημένοι πολίτες και πολύ προσεκτικότεροι σε αποφάσεις και ενέργειες ακριβώς επειδή γνωρίζουν το δόγμα … «Η Ιστορία Επαναλαμβάνεται»
Παρ’ όλα αυτά δυστυχώς ο άνθρωπος επιμένει να επαναλαμβάνει τα ίδια λάθη παρ’ όλα τα μαθήματα της ιστορίας.
Έχω την αίσθηση πως αυτήν την φορά με την πανδημία του κορονοϊού και με την έκταση που έχει πάρει από τα μέσα μαζικής επικοινωνίας και δικτύωσης κάτι θα αλλάξει.
Κάτι θα πάει καλύτερα στην σκέψη του ανθρώπου.
Λίγο περισσότερο θα διδαχτεί.
Παναγιώτης Κουλουμπής
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: Συγκρίνοντας τις φωτογραφίες που θα δείτε στο άλμπουμ και αν καταφέρετε να πάτε στο Λοιμοκαθαρτήριο όπως είναι σήμερα (επικίνδυνο) θα διαπιστώσετε πως πολλά από όσα φαίνονται στις φωτογραφίες δεν υπάρχουν πια. Ή έχουν καταρρεύσει ή έχουν χαθεί.
Φωτογραφίες αρχείου. Σύγχρονες φωτογραφίες Βαγγέλης Παραμάνης, Παναγιώτης Κουλουμπής
Πηγες: The new lazaretto at Siros (Syra), Greece, in 1840 – Medical History (Cambridge University Press)[Medical History, 1984, 28: 73-80, The new lazaretto at Siros (Syra), Greece, in 1840 – Medical History (Cambridge University Press)[Medical History, 1984, 28: 73-80.] /ola-ta-kala.blogspot.gr . Enid M. Slatter, BSc, Illustrations Assistant, Institute for the History of Medicine, Καθως και προσωπικές έρευνες σε βιβλιοθήκες Ελλάδας και εξωτερικού.
Από την πανούκλα και την χολέρα έχουν εμπνευστεί και πολλοί λογοτέχνες στο παρελθόν. Ενδεικτικά:
ΧΟΛΕΡΑ ΚΑΙ ΠΑΝΟΥΚΛΑ: DEVILLE PATRICK
Ο έρωτας στα χρόνια της χολέρας : Marquez Gabriel Garcia
1352: «Δεκαήμερο» (1349-1352) συλλογή διηγημάτων του Τζοβάνι Βοκάκιου
Ζοζέ Σαραμάγκου «Περί τυφλότητος» (κυκλοφόρησε το 1995)
Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης : «Βαρδιάνος στα σπόρκα», Ένα ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΑΡΙΣΤΟΥΡΓΗΜΑ δημοσιευμένο το 1893 «Βαρδιάνος στα σπόρκα», δημοσιευμένο το 1893 (μπορείτε να το διαβάσετε ολόκληρο εδώ), https://www.lifo.gr/articles/book_articles/273712/vardianos-sta-sporka-diavaste-to-eyfrosyno-aristoyrgima-toy-papadiamanti-me-thema-to-xolera-toy-1865
– Η Χολεριασμένη Και Άλλα Διηγήματα
– «Γη και νερό», που κυκλοφόρησε το 1939 –
Αντρέας Φραγκιάς «Λοιμός», που κυκλοφόρησε το 1972
1721: Το ημερολόγιο του χρόνου της πανούκλας, ιστορικό μυθιστόρημα του Ντάνιελ Ντεφόε
1842: Η μάσκα του κόκκινου θανάτου, διήγημα του Έντγκαρ Άλαν Πόε
1939: Η πανώλη στη Δέλγκα, διήγημα από τη συλλογή Αλλόκοτοι άνθρωποι (1944) του Στρατή Τσίρκα
1947: Η πανούκλα, μυθιστόρημα του Αλμπέρ Καμύ
ΚΟΜΗΣ ΚΩΣΤΑΣ ΧΟΛΕΡΑ ΚΑΙ ΛΟΙΜΟΚΑΘΑΡΤΗΡΙΑ (19ος – 20ος ΑΙΩΝΑΣ) ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΣΑΜΙΟΠΟΥΛΑΣ
ΤΟ ΛΟΙΜΟΚΑΘΑΡΤΗΡΙΟ ΣΗΜΕΡΑ