Κρίστυ Εμίλιο Ιωαννίδου

Συγγραφεύς – Ερευνήτρια Ναυτικής Ιστορίας

Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Ναυτική Ελλάς»,

τ.988 (ΦΕΒ), Αθήνα, Έκδοση της Ενώσεως

Αποστράτων Αξιωματικών Ναυτικού/ΓΕΝ,

2016, σσ. 42-44.

Η συνήθεια να ζωγραφίζονται οφθαλμοί στις δύο πλευρές της πλώρης (παρειές, μάσκες) του πλοίου είναι αρχαιοτάτη και απαντάται σε αρκετούς λαούς. Οι οφθαλμοί συμβόλιζαν τον έλεγχο του πλοίου και λειτουργούσαν ως αποτρεπτικά στοιχεία από τις κακές δυνάμεις[1].

«και πρώρα πρόσθεν όμμασιν βλέπουσ’ οδόν» [2].

[και η πλώρη που μπρος το δρόμο με τη ματιά της βλέπει].

Στη σύγχρονη ναυτική ορολογία έχει επικρατήσει με τον ιταλικό όρο occio (όκιο) και ονομάζονται έτσι τα κυκλικά ή ελλειψοειδή ανοίγματα (τρύπες) στις μάσκες του σκάφους, διαμέσου των οποίων διέρχονται οι καδένες της άγκυρας [3].

Την αρχαιότερη απεικόνιση οφθαλμού σε πλοίο την συναντούμε κατά την Πρώιμη Εποχή του Χαλκού (3000-2000 π.Χ.) σε ανάγλυφο του ταφικού ναού του Φαραώ Sahure στο Abu Sir της Αιγύπτου. Συγκεκριμένα, απεικονίζονται χαμηλοκάρινα πλοία με καμπύλη γάστρα των οποίων η πλώρη και η πρύμνη δεν καταλήγει σε αιχμή, όπως στα μινωϊκά, αλλά κόβεται κάθετα. Το «μάτι του Ώρου» στολίζει την πλώρη, το οποίο συμβολίζει την ικανότητα του πλοίου να βρίσκει το δρόμο του με ασφάλεια [4].

Παρόμοια απεικόνιση, σε ελληνικό πλοίο, ανάγεται στην Ύστερη Εποχή του Χαλκού. Πρόκειται για ένα μοντέλο πλοίου του 13ου αιώνος π.Χ. διακοσμημένο με στρογγυλούς οφθαλμούς, το οποίο ανακαλύφθηκε στην Φυλακωπή της Μήλου [5].

Κατά την Ύστερη Γεωμετρική Περίοδο (ΥΓΠ) έχουμε περισσότερες απεικονίσεις οφθαλμών χάρις στις ανασκαφές που έγιναν στην Αθήνα, στο Αρχαίο Νεκροταφείο Δίπυλο. Σε μια συλλογή από κωπήλατα πλοία της ΥΓΠ Ι (760-735 π.Χ.), από την εν λόγω ανασκαφή, βλέπουμε τους πρωραίους οφθαλμούς να απεικονίζονται με τη μορφή οκτάκτινων ή δεκαεξάκτινων άστρων εγκλεισμένα σε κύκλο. Λίγο αργότερα (ΥΓΠ ΙΙ 735-710 π.Χ.) παρουσιάστηκαν κι άλλα παραδείγματα παρόμοιας τεχνοτροπίας με πεντάκτινα άστρα σε κύκλο, οκτάκτινα σε τετράγωνο, απλοί κύκλοι κλπ. [6] (σχέδιο 1 ).

Στα πολεμικά κωπήλατα πλοία, κατά τον 5ο και 6ο αιώνα, βλέπουμε μια αλλαγή στη τοποθεσία του οφθαλμού. Από την περιοχή στη έξαλα του σκάφους περνά κοντά στο κοράκι της πλώρης ή στο σημείο όπου κάθονταν οι πρωρείς [7], δίνοντας έτσι μια ζωομορφική απόδοση του πλοίου. Η πρώτη ζωομορφική απεικόνιση πολεμικού πλοίου απαντάται σε κρατήρα του Αριστονόθου (660 π.Χ.) [8] όπως και στον μελανόμορφο κύλικα του Νικοσθένους (520-510 π.Χ.) [9].

Γενικώς στα πλοία οι οφθαλμοί ήταν ζωγραφισμένοι από κερί και πίσσα ή από έγχρωμο κερί και χρησιμοποιούσαν την τεχνική της εγκαυστικής, δηλαδή άπλωναν στην ξύλινη επιφάνεια το έγχρωμο κερί ενώσω ήταν ζεστό. Με αυτόν τον τρόπο δεν κινδύνευε το χρώμα να αλλοιωθεί από τον ήλιο, τον άνεμο ή το θαλασσινό νερό [10]. Ο Πλίνιος αναφέρει ότι ονομαστοί ζωγράφοι της ελληνιστικής εποχής όπως, ο Πρωτογένης ο Καύνιος και ο Ηρακλείδης ο Μακεδών, ξεκίνησαν την καριέρα τους ζωγραφίζοντας πλοία [11].

Κοντά στους οφθαλμούς αναγραφόταν και το όνομα του πλοίου το οποίο, όπως μαρτυρούν τα περισσότερα ευρήματα, ήταν γένους θηλυκού, όπως: Πολυνίκη, Ἡγησώ, Φήμη, Ἀχιλλεία κ.α. [12].

Με μια γενική παρατήρηση αντιλαμβανόμαστε ότι η απόδοση των οφθαλμών στα πολεμικά πλοία ήταν σε σχήμα αμυγδαλωτό, όπως περίπου των ανθρώπων ή των ζώων ενώ στα εμπορικά σε σχήμα στρογγυλό όπως εικονίζεται, για παράδειγμα, στη μελανόμορφη οινοχόη του 510 π.Χ. [13].

Με το πέρασμα του χρόνου ο οφθαλμός στα πολεμικά πλοία έπαιρνε διάφορες μορφές, παρουσιαζόταν επιμήκης, πιο ρεαλιστικός, άλλοτε στρογγυλός άλλοτε αμυγδαλωτός. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η απεικόνιση διπλού ζεύγους οφθαλμών στα πολεμικά πλοία του 6ου αιώνος π.Χ. συνήθεια η οποία εξακολούθησε και σε μεταγενέστερους αιώνες. Το ένα ζεύγος αποδιδόταν κοντά στο έμβολο ενώ το άλλο στο κοράκι της πλώρης. Αμφότερα, υποστηρίζεται, ότι ερμήνευαν διαφορετικό ρόλο. Ενδεχομένως το ένα να αποτελούσε μέρος του ζωομορφικού σχήματος της πλώρης (σε σχέση με το έμβολο) και το άλλο να είχε συμβολική σημασία.

Όταν ήλθε στο φως η δημοσίευση του Lolling [14] σχετικά με τους μαρμάρινους οφθαλμούς υπερφυσικού μεγέθους που ανακαλύφθηκαν στη Ζέα, στον Πειραιά, δημιουργήθηκε έντονος προβληματισμός σχετικά με το αν οι συγκεκριμένοι οφθαλμοί, όπως υποστήριζε ο Lolling, κοσμούσαν στη πραγματικότητα την πλώρη πλοίου. Υπήρξαν όμως αντιδράσεις επάνω στη θεωρία του Lolling η οποία δημιουργούσε απορίες όπως: α) η επιλογή του μαρμάρου, το οποίο ως υλικό είναι εύθραυστο και μη πρακτικό [15] και β) ότι η διαπιστωμένη ανασφαλής στερέωσή του με ένα καρφί και το ρηχό τόρμο υποδοχής είναι προϋποθέσεις τελείως ανεπαρκείς για την προτεινόμενη χρήση τους [16].

Κατά αυτόν τον τρόπο υποστηρίχθηκε από πολλούς ερευνητές ότι οι μαρμάρινοι οφθαλμοί ήταν αναθήματα και όχι οι οφθαλμοί πλώρης.

Από την άλλη πλευρά έχουμε τις αναφορές για οφθαλμούς που έσπασαν. Στους αρκετά εκτενείς καταλόγους μόνο τρείς φορές αναφέρεται σπάσιμο οφθαλμού. Αν ήταν τοποθετημένοι σε πλώρη πλοίου, θα είχαν επιπλέον βάρος και αν το πλοίο ήταν πολεμικό τότε λογικά με κάθε εμβολισμό θα χρειαζόταν να αντικατασταθούν και οι αναφορές για σπασμένους οφθαλμούς θα ήταν πολυάριθμες.

Ένα από τα κοινά που παρουσιάζουν οι οφθαλμοί του Πειραιώς είναι ότι η πίσω πλευρά τους είναι επίπεδη και περιέχει ίχνη από κόκκινο χρώμα το οποίο ενδέχεται να ήταν μίνιο [17] ή μίλτος[18] που χρησιμοποιούσαν για την βαφή του ξύλου. Σε αυτό το τελευταίο ενισχύεται η άποψη ότι η επιφάνεια που έφερε τους μαρμάρινους οφθαλμούς ήταν ξύλινη, όχι όμως απαραίτητα από πλοίο.

Μια ενδιαφέρουσα τοποθέτηση, που απαντά στα παραπάνω ερωτήματα, είναι της Χ. Σαατσόγλου-Παλιαδέλη. Έχοντας ως βάση την ερμηνεία του οφθαλμού από το «Ονομαστικόν» του Ιούλιο Πολυδεύκους: «το δ’ υπέρ το προύχον ακροστόλιον ή πτυχίς ονομάζεται, και οφθαλμός, εφ’ ου και τούνομα της νεώς επιγράφουσι» [19], διατυπώνει ότι ο όρος πτυχίς μας παραδίδεται και από άλλες πηγές στον τύπο «πτυχή» και χαρακτηρίζει τον ξύλινο πίνακα στην πλώρη του πλοίου που έφερε τον ζωγραφιστό πρωραίο οφθαλμό και το όνομα του πλοίου. Ο οφθαλμός, συνεπώς, ήταν ένας ξύλινος πίνακας ο οποίος μπορούσε να σπάσει, με μια συχνότητα όμως ανάλογη με τη σπάνια αναφορά της φθοράς του στους ναυτικούς καταλόγους. Ήταν ένθετος με τέτοιο τρόπο ώστε να αφαιρείται κάθε φορά που προέκυπτε πρόβλημα επισκευής ή αντικαταστάσεως του [20].

Κατά τη άποψη της Calson θα μπορούσαν οι οφθαλμοί να ήταν αναθήματα προορισμένα για κάποιο μνημείο, το οποίο, ενδεχομένως, να ανήγειρε ένας ή πολλοί τριήραρχοι, ή να ήταν αναθήματα τοποθετημένα σε κατασκευές στο Βουλευτήριο όπου θα ήταν εγγεγραμμένες ναυτικές δραστηριότητες [21].

Θα μπορούσε κανείς να σχετίσει τους μαρμάρινους οφθαλμούς με τις ναυτικές εγκαταστάσεις στη Ζέα. Όμως, δεν σημαίνει απαραιτήτως ότι επειδή βρέθηκαν στη Ζέα, οι οφθαλμοί ανήκαν σε πλοία. Θα πρέπει να λάβουμε εξάλλου σοβαρά υπόψιν το γεγονός ότι κανένας από τους μαρμάρινους οφθαλμούς δεν αποτελεί ζεύγος με κάποιον άλλον [22]. Αν προέρχονταν από πλοία σίγουρα θα αναζητούσαμε ζεύγη.

Με τα μέχρι σήμερα δεδομένα μπορούμε με μια γενική έννοια να υποστηρίξουμε ότι στα πλοία οι οφθαλμοί ήταν ζωγραφιστοί. Όσο αφορά στους μαρμάρινους οφθαλμούς, πολλές θεωρίες μπορούν να υποστηριχθούν. Από τη στιγμή που τα στοιχεία για τη διάγνωση του λειτουργικού ρόλου τους είναι ανεπαρκή, το μόνο γενικό συμπέρασμα στο οποίο μπορούμε με ασφάλεια να οδηγηθούμε είναι ότι οι μαρμάρινοι οφθαλμοί του Πειραιά είναι ενδεχομένως μνημεία χωρίς πρακτική χρήση. Εφ΄οσον αγνοούμε το είδος του μνημείου το οποίο κοσμούσαν, οποιοσδήποτε ειδικότερος χαρακτηρισμός τους όπως συμβολικός, αποτροπαϊκός κλπ θα ήταν αυθαίρετος [23].

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

[1] Κ.Ε. Ιωαννίδου, ΤΡΙΗΡΗΣ Τακτική και Επιχειρησιακό Περιβάλλον στην Αρχαία Ελλάδα, Αθήνα. Υπηρεσία Ιστορίας Ναυτικού/ΓΕΝ, 2016, σσ. 26-27.

[2] Αισχύλου, Ικέτιδες, 716.

[3] Κ.Ε. Ιωαννίδου, Λεξικό Αρχαίων Ελληνικών Ναυτικών Όρων, Historical Quest, 2014, λήμμα φθαλμός.

[4] J. Hornell, Water transport, Newton Abbot, 1970, p.26.

[5] Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών. L.Basch, Le muse imaginaire de la marine antique, Athens, Institute Hellenique pour la Préservation de la Tradition Nautique, 1987,p.142.

[6] T.J.Nowak, “Archaeological evidence for ships eyes: an analysis of their form and function”, PhD Thesis, Texas A&M University, 2006, σ. 89.

[7] Πρωρεύς, από την αρχαία λέξη «πρῷρα». Ήταν ο ιστάμενος αξιωματικός της πλώρης, ο οποίος ανιχνεύει το πέλαγος μπροστά από την πλώρη και έδιδε σήματα στον πηδαλιούχο. Κ.Ε.Ιωαννίδου, Λεξικό Αρχαίων Ελληνικών Ναυτικών Όρων, Historical Quest, 2014.

[8] Cerveteri, Rome. L.Basch, Le muse imaginaire de la marine antique, …p.233.

[9] Παρίσι, Μουσείο Λούβρου, F123.

[10] Pliny, HN, 35.41.149. Περιγράφεται η τεχνική της εγκαυστικής στα πλοία.

[11] Pliny, HN, 35.36.101 Pliny, HN, 35.40.135.

[12] Από μαρμάρινη στήλη που βρέθηκε στον Πειραιά 357/6 π.Χ. Επιγραφικό Μουσείο ΕΜ 10393.

[13] The Hague, Museum Meermanno-Westreenianum 619/836.

[14] E. Lolling, “Schiffsaugen”, AM 5, 1885, σ. 385 κ.ε.

[15] Assman, “Seewesen im Baumeister” Denkmāler des klassischen Alterümes, σ.1612, και του ιδίου JDL 4, 1889, σ. 99.

[16] Χ. Σαατσόγλου-Παλιαδέλη, «Οφθαλμός κατέαγεν», Επιστημονική Επετηρίς Φιλοσοφικής Σχολής Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θες/νίκης, τ. ΙΗ’, Θεσσαλονίκη, 1979, σ. 417.

[17] Lolling, σ. 386.

[18] Γ. Δεσπίνης, Ακρόλιθοι, (1975) σσ. 21-22.

[19] Πολυδεύκους, Ονομαστικόν, Α’ 86.

[20] Σαατσόγλου-Παλιαδέλη, «Οφθαλμός κατέαγεν», Επιστημονική Επετηρίς Φιλοσοφικής Σχολής Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θες/νίκης, τ. ΙΗ’, Θεσσαλονίκη, 1979, σσ. 418-419.

[21] D.N.Carlson, “Seeing the Sea. Ships’ Eyes in Classical Greece”, Hesperia, v.78.3, 2009, pp 362-363.

[22] Χ. Σαατσόγλου-Παλιαδέλη, «Μαρμάρινοι οφθαλμοί από τον Πειραιά», Αρχαιολογική Εφημερίς, 1978, σ. 135.

[23] Όπ. παρ. 124.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ/ΠΗΓΕΣ

Carlson, D.N., “Seeing the Sea. Ships’ Eyes in Classical Greece”, Hesperia, v.78.3, 2009, pp.347-366.

Ιωαννίδου, Κ. Ε., Λεξικό Αρχαίων Ελληνικών Ναυτικών Όρων, Αθήνα, Historical Quest, 2014.

Λεξικόν Ησυχίου Αλεξανδρέως, Αθήνα, Γεωργιάδης, 1975.

Λεξικόν Σούδα, Αθήνα, Γεωργιάδης, 2002.

Morrison J.S. and R.T. Williams, Greek Oared Ships, 900-322 BC, Cambridge, 1968.

Nowak, T.J., “Archaeological evidence for ships eyes: an analysis of their form and function”, PhD Thesis, Texas A&M University, 2006.

Πολυδεύκους, Ονομαστικόν, Φιλολογική Ομάδα Κάκτου (επιμ.), Αθήνα, Κάκτος, 2004, βιβλία Α-Ι.

Σαατσόγλου-Παλιαδέλη, Χ., «Μαρμάρινοι οφθαλμοί από τον Πειραιά», Αρχαιολογική Εφημερίς, 1978, σσ. 119-137.

Σαατσόγλου-Παλιαδέλη, Χ., «Οφθαλμός κατέαγεν», Επιστημονική Επετηρίς Φιλοσοφικής Σχολής Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, τ. ΙΗ’, Θεσσαλονίκη, 1979, σσ. 412-420.

Torr, C., Ancient Ships, Chicago, Argonaut Press, 1964.

 

Σχήματα που συμβολίζουν τον πρωραίο οφθαλμό, όπως έχουν απεικονισθεί σε κεραμικά της Ύστερης Γεωμετρικής Περιόδου Ι, ΙΙ. (κατά τον T.J.Nowak). T.J.Nowak, “Archaeological evidence for ships eyes: an analysis of their form and function”, PhD Thesis, Texas A&M University, 2006, σ.89.

 

Οφθαλμός τριήρους. ΦΩΤΟ: Κρίστυ Εμίλιο Ιωαννίδου perialos.blogspot.gr

Αναπαράσταση πλοίου όπως έχει απεικονισθεί από τη συλλογή του Διπύλου της Ύστερης Γεωμετρικής Περιόδου Ι, (σχέδιο T.J.Nowak, “Archaeological evidence for ships eyes: an analysis of their form and function”, PhD Thesis, Texas A&M University, 2006, σ. 89).

 

Οφθαλμός τριήρους. ΦΩΤΟ: Κρίστυ Εμίλιο Ιωαννίδου perialos.blogspot.gr