Λειβαδάς Γεράσιμος

[Εισήγηση στην Ε΄ Ημερίδα Ιστορίας Στρατιωτικής Ιατρικής με θέμα “Βαλκανικοί Πόλεμοι 1912- 1913: Η συμβολή του Υγειονομικού στο νικηφόρο αποτέλεσμα. 100 χρόνια” (Αθήνα 31 Μαρτίου 2012, οργάνωση Γραφείο Μελέτης Ιστορίας Ελληνικής Ναυτικής Ιατρικής Ναυτικού Νοσοκομείου Αθηνών και Εταιρεία Στρατιωτικής Ιατρικής)]

Η Ελλάς, την 24 Ιουνίου του 1906, κύρωσε την διεθνή Σύμβαση περί Πλωτών Νοσοκομείων που είχε συνυπογράψει στην Χάγη με άλλες 23 χώρες στις 8/20 Δεκεμβρίου του 19041. Η συνθήκη αυτή παρείχε ιδιαίτερη προστασία των πλωτών μέσω μεταφοράς και περιποίησης τραυματιών πολέμου, επιβάλλοντας τους όρους της Συμβάσεως της Γενεύης της 22ας Αυγούστου του 1864 και στους κατά θάλασσα πολέμους. Το άρθρο 5 της Σύμβασης ανέφερε ότι τα πλωτά στρατιωτικά νοσοκομεία θα είναι λευκά με μια ταινία πράσινη 1.5 μέτρων και θα φέρουν ερυθρό σταυρό, ενώ τα πλωτά νοσοκομεία που λειτουργούν υπό την διοίκηση εθελοντικών οργανώσεων ή ιδιωτών θα φέρουν κόκκινη ταινία αντί πράσινη2.

Το πρώτο πλωτό νοσοκομείο στην Ελλάδα που λειτούργησε υπό το πρίσμα της παραπάνω συνθήκης ήταν το ατμόπλοιο “Αλβανία” το οποίο μετέτρεψε σε πλωτό νοσοκομείο η Πριγκίπισσα Μαρία της Ελλάδος, η γνωστή Μαρία Βοναπάρτη, σύζυγος του Πρίγκηπος Γεωργίου της Ελλάδος. Το πριγκιπικό ζεύγος έφθασε στην Αθήνα μόλις εξερράγη ο πόλεμος, την πρώτη βδομάδα του Οκτωβρίου του 1912. Αμέσως η Μαρία ανακοίνωσε ότι θα επιμεληθεί την λειτουργία νοσοκομείου τραυματιών μετατρέποντας την Σχολή των Ευελπίδων σε Στρατιωτικό νοσοκομείο, ενώ εξέφρασε την πρόθεσή της να ηγηθεί πρωτοβουλίας για την λειτουργία πλωτού νοσοκομείου εκπέμποντας έκκληση προς τους απανταχού Έλληνες.

Για την επιχείρηση συνεργάστηκε με τον Δ.Γ. Μεταξά, έκτακτο αποσταλμένο και πληρεξούσιο Υπουργό στην Χάγη, όταν υπεγράφη η Συνθήκη της Χάγης εν ονόματι του Βασιλέως Γεωργίου του Α’, ώστε να πληρούν απολύτως τους όρους της συνθήκης και το διεθνές δίκαιο, καθώς και τον υπεύθυνο της Γαλλικής αποστολής Αρχίατρο Οδιλλόν Αρνώ ο οποίος και ανέλαβε την οργάνωση της ιατρικής υπηρεσίας. Το ποσό που δαπανήθηκε για την μετατροπή ανήλθε σε 80.000 Γαλλικά φράγκα και καλύφθηκε εξ ολοκλήρου από το πριγκηπικό ζεύγος.

Την 10η Οκτωβρίου, ο Γεώργιος και η Μαρία, μετέβησαν στον Ναύσταθμο και επιβαίνοντες ατμακάτου επιθεώρησαν τα εκεί ευρισκόμενα σκάφη για την επιλογή του καταλληλότερου για νοσοκομείο. Επελέγη το δικάταρτο ατμόπλοιο “Αλβανία” το οποίο είχε κατασκευαστεί το 1887 για λογαριασμό της Πανελληνίου Ατμοπλοΐας του Πειραιά συμφερόντων Ανδρέου Συγγρού από το ναυπηγείο A. McMillan & Son, στο Dumbarton της Σκωτίας. Το μήκος του ήταν 80,4 μέτρα, το πλάτος του 10,36 και το εκτόπισμά του 1481 τόνοι. Πριν την επίταξή του αλλά και μετά, εκτελούσε δρομολόγια μεταξύ Πειραιώς, Τεργέστης, Σμύρνης και Αλεξάνδρειας. Το 1917 πουλήθηκε στην ναυτιλιακή εταιρεία Ν.Γ. Κυριακίδης, μετονομάστηκε σε “Αλκμήνη”, και συνέχισε τα ταξίδια στην Κύπρο και την Ανατολική Μεσόγειο μέχρι το 1937 οπότε και το 50 ετών γερασμένο σκαρί διαλύθηκε άδοξα σε ανώνυμο διαλυτήριο πλοίων στην Ιταλία. Η διεύθυνση του πλωτού νοσοκομείου ανετέθη στον έγκριτο ιατρό Βαρθολομαίο Γκίζη, έφεδρο λοχαγό τότε. Ο Γκίζης, και όχι Γκύζης όπως συχνά αναφέρεται, είχε ειδικευθεί στα νοσήματα του ουροποιητικού και διατηρούσε ιατρείο επί της οδού Χαριλάου Τρικούπη, τότε οδό Πινακωτών. Το 1913 ίδρυσε το Τμήμα Ουροποιογεννητικών Νόσων στην Πολυκλινική Αθηνών ενώ ήταν ο πρώτος καθηγητής Ουρολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Την νοσηλευτική υπηρεσία διηύθυνε η Ελμίνα Νάζου με την συνεργασία της οικονόμου της Πριγκιπίσσης Μαρίας, Ιουλίας Κροανζέ, των κυριών της υψηλής Αθηναϊκής κοινωνίας Μαζαράκη, Όλπα Αραβαντινού Ισαβέλλα Ψύχας-Δουλγέρωφ και Φωτεινή Μεταξά, ενώ ως νοσοκόμες εργάζονταν Γαλλίδες καθώς και μέλη του φιλανθρωπικού σωματείου Union des Femmes des France. Την θέση του φαρμακοποιού ανέλαβε ο Κωνσταντίνος Μπασσάς, ενώ αναφέρονται και οι γιατροί Αλιφέρης, Κράμβης και Ζορμπάς.

Σχεδιάγραμμα του Αλβανία από τον Γκίζη

Για την μεταφορά των ασθενών τα καταστρώματα του Αλβανία είχαν εφοδιαστεί με αναρτώμενα φορεία κατά το σύστημα τύπου Brechot-Desprez-Ameline. Ο σχεδιασμός προέβλεπε μεταφορά 240 ασθενών σε φορεία-κλίνες και 200 περιπατητικούς. 72 κλίνες ευρίσκοντο στον πρυμναίο θάλαμο, 114 στον πρωραίο θάλαμο και 54 στα στεγασμένα τμήματα του καταστρώματος δεξιά και αριστερά. Το Αλβανία διέθετε επίσης χειρουργικό τραπέζι, προσφορά του αρχίατρου Αρνώ, προορισμένο όχι για χειρουργικές επεμβάσεις αλλά μόνο για αλλαγές και περιποίηση τραυμάτων.

Σημαντικές πληροφορίες για τα πλωτά νοσοκομεία προσφέρει η σχετική έκθεση του Γκίζη η οποία ξεκινά αναφέροντας ότι τα πλωτά νοσοκομεία κρίνονται ως εν των καταλληλοτέρων μέσων προς άνετον διακομιδήν των τραυματιών και μάλιστα των παθολογικών. Κατά συνέπεια, τα πλωτά νοσοκομεία της εποχής δεν ήταν στην πραγματικότητα νοσοκομεία, αλλά πλοία διακομιδής τραυματιών και εξυπηρετούσαν κυρίως την αποσυμφόρηση των κινητών νοσοκομείων που βρισκόντουσαν κοντά στο μέτωπο. Επειδή δε το μέτωπο ήταν πολύ μακριά από την Αθήνα, την μόνη πόλη που τότε διέθετε σύγχρονα νοσοκομεία, τα πλοία ήταν μια πολύ πιο οικονομική και εύκολη λύση από την οδική μεταφορά με τους δρόμους και τα μέσα της εποχής. Δεύτερος λόγος της ανάγκης για μεταφορά τραυματιών ήταν το γεγονός ότι οι μάχες λάμβαναν χώρα σε εχθρικό έδαφος, μη απολύτως ελέγξιμο, αφού πριν την έναρξη των μαχών τα σύνορα Ελλάδος Τουρκίας περιορίζονταν σε αυτά της Θεσσαλίας.

Το πρώτο ταξίδι πραγματοποιήθηκε προς τον Βόλο όπου αμαξοστοιχίες της επιταγμένης εταιρείας “Σιδηρόδρομοι Θεσσαλίας” έφεραν τους 89 πρώτους τραυματίες από την Λάρισα και 13 από την Κατερίνη. Παρούσα στην πρώτη επιχείρηση ήταν πέρα από την Πριγκίπισσα Μαρία και η ίδια η Βασίλισσα Όλγα. Οι τραυματίες ήταν όλοι ελαφρά πλην 7 οι οποίοι και μεταφέρθηκαν κατ’ εντολήν της Όλγας στο Ρωσικό νοσοκομείο του Πειραιώς. Η Πριγκίπισσα ήταν καθ’ όλη την διάρκεια των επιχειρήσεων επί του “Αλβανία” περιποιούμενη τους τραυματίες και δίδοντάς του γάλα, αυγά και τσιγάρα. Κάθε φορά που επέστρεφε στον Πειραιά απολυμένετο και καθαριζόταν υπό την επίβλεψη των ιατρών του νοσοκομείου.

Οι επόμενοι πλόες πραγματοποιήθηκαν προς το αβαθές λιμάνι του Ελευθεροχωρίου, ένα ψαράδικο λιμάνι μεταξύ της Τουρκικής ακόμη Θεσσαλονίκης και της Κατερίνης, όπου υποδέχθηκε τους τραυματίες των μαχών του Σαρανταπόρου. Εν συνεχεία, με την κατάληψη της Θεσσαλονίκης από Ελληνικά στρατεύματα, οι επιβιβάσεις των τραυματιών γίνοντο από εκεί. Από τον Δεκέμβριο όταν το μέτωπο της Ηπείρου ήταν σε πλήρη εξέλιξη, ξεκίνησαν τα ταξίδια προς και από την Πρέβεζα μεταφέροντας τους τραυματίες από τα νοσοκομεία της Φιλιππιάδος και τα μικρότερα νοσοκομεία στην Παναγιά, τα Χάνια του Εμιν Αγά και της Φτελιάς από τα μέτωπα του Μπιζανίου, της Αετοράχης της Μανωλιάσσας και τα άλλα πεδία των Ηπειρωτικών μαχών. Η πρώτη προσέγγιση της Πρεβέζης πραγματοποιήθηκε την 13η Δεκεμβρίου όταν η Πριγκίπισσα Μαρία συνοδευόταν από τον Μητροπολίτη Αθηνών Θεόκλητο. Τους υποδέχθηκαν στην αποβάθρα οι στρατιωτικές και πολιτικές αρχές και πλήθος λαού.

Ο δεύτερος Βαλκανικός πόλεμος βρήκε το “Αλβανία” έτοιμο για δράση. Στις 24 Ιουνίου μετέφερε 500 οπλίτες και 18 αξιωματικούς στον Πειραιά από την Θεσσαλονίκη, τραυματίες των μαχών του Κιλκίς, της Κρέσνας και της Τζουμαγιάς. Πέρα του “Αλβανία”, επιτάχθηκε το ατμόπλοιο “Ιωνία” και μετετράπη και αυτό σε πλωτό νοσοκομείο, όπως και κατά την διάρκεια του πολέμου του 1897 που είχε χρησιμοποιηθεί για μεταφορά τραυματιών. Το “Ιωνία” ήταν αδελφό πλοίο της “Αλβανίας” κατασκευασμένο και αυτό από το ναυπηγείο A. McMillan & Son του Dumbarton. Αρχικά ήταν πλοίο της Πανελληνίου, το 1916 αγοράστηκε από τους Αδελφούς Παντελή και μετονομάστηκε σε “Κατερίνα”, το 1929 πουλήθηκε στον Απόστολο Ρίγκα και από το 1930 έως το 1934, οπότε και διαλύθηκε, εκτελούσε δρομολόγια της “Ελληνικής Ακτοπλοοίας” με το όνομα “Λήμνος”. Επί του “Ιωνία” τοποθετήθηκαν ο ανθυπίατρος Πέτρος Παπαδόπουλος, οι ιατροί Αριστείδης Παντελόπουλος, Ανδρέας Σκοτάδης, Σ. Λάμψας, Χ Παδελόπουλος και ο Αρχίατρος Ιωάννης Τσαμπρής, πρώην υγειονόμος του Πειραιά. Η επίταξη και η υπαγωγή του στο Πολεμικό Ναυτικό έληξε στις 28 Σεπτεμβρίου του 1913 οπότε με Βασιλικό Διάταγμα αποδόθηκε στην πλοιοκτήτρια εταιρεία ως εμπορικό ατμόπλοιο.

Βαρθολομαίος Γκίζης

Διακομιδή όμως τραυματιών γινόταν περιστασιακά και με άλλα επίτακτα ατμόπλοια, χωρίς όμως την κάλυψη του Ερυθρού Σταυρού και την ανάλογη σήμανση που προέβλεπε η Συνθήκη της Χάγης. Αυτά ήταν το «Πύλαρος» του Αθανασούλη, το “Νικόλαος” του Γεωργίου Κατράκη, το “Λευκάς” της Ιονικής Ατμοπλοΐας, το υπερωκεάνιο “Πατρίς” των αδελφών Εμπειρίκου το οποίο μετέφερε τραυματίες από την Χίο όταν εξερράγη εκεί η επανάσταση καθώς και το υπερωκεάνιο “Θεμιστοκλής” της Ελληνικής Υπερωκεάνιου Ατμοπλοΐας που επιτάχθηκε για διακομιδή τραυματιών και ασθενών. Το Θεμιστοκλής είχε την δυνατότητα μεταφοράς άνω των 1.600 τραυματιών.

Άλλα έξι επίτακτα ατμόπλοια χρησιμοποιήθηκαν για μεταφορά αιχμαλώτων. Αυτά ήταν τα ατμόπλοια “Ελένη” της Αχαϊκής, το “Αθηνά” του Πανταλέοντος, το “Δελφίνι” του Γιαννουλάτου και τα “Μαργαρίτα” και “Καλυψώ” της εταιρείας Τζών Ντούγκαλ καθώς και το ατμόπλοιο “Σίφνος”.

Η αριθμητική προσφορά του πλωτού νοσοκομείου Αλβανία κατά τους δύο Βαλκανικούς ήταν 52 ταξίδια μετ’ επιστροφής κατά την διάρκεια των οποίων διεκομίσθηκαν 15.965 ασθενείς από το μέτωπο στα στρατιωτικά νοσοκομεία του Πειραιώς και των Αθηνών. Μπορεί να είναι μικρή η προσφορά τουλάχιστον αριθμητικά, εν τούτοις, η δόξα και η τιμή που αποδόθηκε στο Αλβανία της Πριγκιπίσσης Μαρίας, και η δημοσιότητα με την οποία ο τύπος περιέβαλε την δράση της, αλλά και οι επευφημίες, οι ζητωκραυγές, οι συγκινήσεις και τα δάκρυα του απλού λαού που χύνονταν στην θέα του, συγκρίνονται μόνο με την δράση του θρυλικού θωρηκτού “Αβέρωφ” του Κουντουριώτη. Αντίθετα, η δράση του “Ιωνία” δεν είχε την ίδια προβολή, ούτε συνοδεύτηκε από τις αντίστοιχες ζητωκραυγές πλην ενός ταξιδίου στην Κέρκυρα τον Ιούνιο του 1913 όταν μετέφερε εκεί τραυματίες, σε νοσοκομείο που είχε ιδρύσει η Πριγκίπισσα Αλίκη Μπάττενμπεργκ, σύζυγος Ανδρέου και μητέρα του νυν Δούκα Φιλίππου της Αγγλίας.

Εν κατακλείδι, συμπεραίνεται ότι η προσφορά των πλωτών νοσοκομείων κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-13 ήταν τεράστια όσον αφορά την μεταφορά των τραυματιών, όμως η ιατρική τους συμβολή ήταν περιορισμένη. ‘Όπως ανέφερε ο Γκίζης, το σημαντικό ήταν ότι με το διά θαλάσσης ταξίδι αυξανόταν η ζωτικότητα των ασθενών και τραυματιών λόγω της εισπνοής θαλασσινού αέρα. Γράφει ο Γκίζης στην αναφορά του : «Η εισπνοή θαλασσίου αέρος κεκορεσμένου ηλεκτρισμού και οξονίου αέρος βρίθοντος στοιχείων ιωδιούχων και όντος πυκνοτέρου και σταθερωτέρας θερμοκρασίας του της ξηράς τοιούτου, αποκαθαριζομένου δε διά των ανέμων και των κυμάτων και πλήρους φωτός και εις την εντεύθεν διέγερσιν απασών των λειτουργιών των ποικίλων οργάνων της οικονομίας, ήγουν της ορέξεως, της πέψεως, της αφομοιώσεως και των διαφόρων χημικών της στοιχειώδους θρέψεως».,

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1 Νόμος ,ΓΣΓ ΦΕΚ 65/1907

2 Άρθρα 1,2,3 Συνθήκη της Χάγης 1899

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  • Ημερήσιες Εφημερίδες Εμπρός, Άστυ, Σκριπ, Ακρόπολις
  • Ιιατρού Βαρθολομαίου Γκίζη, Έκθεση για την Υπηρεσία του Πλωτού Νοσοκομείου Αλβανία, 28 Μαρτίου 1913, Γενικό Επιτελείο Στρατού, Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού, Φ. 1679
  • Η Ιατρική στη Σύγχρονη Ελληνική Ιστορία, τόμος ., Δρ. Γρ. Σκαμπαρδώνη, Αθήνα 2003
  • Αρ. Διαμαντή, Επίτομη Ιστορία της Στρατιωτικής Ιατρικής και Νοσηλευτικής στην Ελλάδα, Αθήνα 2011
  • 3000 Χρόνια Ελληνική Ναυτική Ιατρική, Έκδοση ΓΕΣ, Αθήνα 2000
  • Διάφορα σχετικά ΦΕΚ για Συνθήκη Χάγης, επίταξη και απόταξη εμπορικών πλοίων