Άρθρο της δημοσιογράφου Μπήλιως Τσουκαλά, μέλους του ΕΛ.Ι.Ν.ΙΣ

Πριν από 76 χρόνια, στις 14 Σεπτεμβρίου 1943, βυθίστηκε ανοικτά της Σκιάθου το Υποβρύχιο Υ1 Λάμπρος Κατσώνης, μετά από ναυμαχία με γερμανικό ανθυποβρυχιακό, γράφοντας μια από τις πιο ηρωικές, αλλά και δραματικές, σελίδες της ιστορίας του Πολεμικού μας Ναυτικού.

Το βράδυ εκείνο, σκοτώθηκαν 32 αξιωματικοί και ναύτες του Κατσώνη, μαζί με τον κυβερνήτη του Βασίλη Λάσκο, 17 άνδρες του πληρώματος -οι περισσότεροι τραυματισμένοι- πιάστηκαν αιχμάλωτοι από το εχθρικό πλοίο, ενώ 3 κατόρθωσαν να διασωθούν κολυμπώντας: ο Ύπαρχος του Υποβρυχίου Υποπλοίαρχος Ηλίας Τσουκαλάς, και δύο υπαξιωματικοί, ο υποκελευστής Τάσος Τσίγκρος και ο ναύκληρος Αντώνης Αντωνίου.

Το «Υποβρύχιο Υ1- Λάμπρος Κατσώνης», γαλλικής κατασκευής (1926), πήρε το όνομά του από τον Έλληνα (Λειβαδίτη την καταγωγή) αξιωματικό του ρωσικού –τσαρικού- στρατού Λάμπρο Κατσώνη (1752-1804), και ήταν ένα από τα έξι ελληνικά υποβρύχια του μεσοπολέμου – Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου. Στον Πόλεμο, με έδρα αρχικά τη Σαλαμίνα και – μετά την κατάληψη της Ελλάδας – την Αίγυπτο, είχε επιτυχή δράση, βυθίζοντας ιταλικά και ισπανικά (φιλικά προς τον Άξονα) ατμόπλοια. Κυβερνήτης του ήταν αρχικά ο Αθανάσιος Σπανίδης και στη συνέχεια ο Βασίλης Λάσκος, απότακτος αξιωματικός του ναυτικού (για τη συμμετοχή του στο βενιζελικό κίνημα του 1935), που επαναφέρθηκε στη ενεργό δράση λόγω πολέμου. Ο γεννημένος στην Ελευσίνα Βασίλης Λάσκος (1899-1943), αρβανίτικης καταγωγής και εκρηκτικού χαρακτήρα, ήταν ο τελευταίος Κυβερνήτης του Κατσώνη και σκοτώθηκε κατά τη ναυμαχία της 14ης Σεπτεμβρίου 1942, πολεμώντας πάνω στη γέφυρα. Αδιαμφισβήτητα συνέδεσε το όνομά του με την ιστορία του Κατσώνη, καθώς ήταν εκείνος που, μετά την ανάκλησή του στο στράτευμα με τον βαθμό του Πλωτάρχη, ζητούσε επιμόνως και τελικώς επέτυχε να αναλάβει (1942) τη διακυβέρνηση του γερασμένου Υποβρυχίου, ενώ αυτό βρισκόταν για επισκευή στο Πορτ Σουδάν. Το Υποβρύχιο Υ1 ήταν τότε ήδη 17 χρονών, δηλαδή είχε ξεπεράσει κατά 7 ολόκληρα χρόνια το ακρότατο όριο ηλικίας για ενεργό υπηρεσία, που είχε προβλέψει ο Γάλλος κατασκευαστής του SchneiderLubeuf.

Η τελευταία ναυμαχία

Ήταν 14 Σεπτεμβρίου 1943, ανήμερα του Σταυρού, όταν ο Κατσώνης εκτελώντας την 7η (και τελευταία μοιραία περιπολία του), βρίσκεται στο στενό ανάμεσα απ’ τη Σκιάθο και τις ανατολικές ακτές του Πηλίου. Ο Κυβερνήτης του Βασίλης Λάσκος αναμένει εκεί (από πληροφορίες που είχε) τη διέλευση του γερμανικού μεταγωγικού «Simfra», όμως αντ’ αυτού, βρίσκεται αντιμέτωπος με το γερμανικό ανθυποβρυχιακό UJ-2101, το οποίο εντοπίζει το Υποβρύχιο, του επιτίθεται και με αλλεπάλληλες δέσμες βομβών βυθού το εξαναγκάζει σε ανάδυση.

Και ενώ οι Γερμανοί πάνω στο εχθρικό πλοίο πανηγυρίζουν, θεωρώντας ότι το χτυπημένο υποβρύχιο είναι έτοιμο να παραδοθεί, ο Κατσώνης τους επιτίθεται με το πυροβόλο του! Ο Κυβερνήτης Βασίλης Λάσκος στη γέφυρα, όταν βλέπει να αφανίζεται η ομοχειρία του πυροβόλου (Σ. Μυκόνιος, Στ. Τρουπάκης, Π. Λαμπρινούδης, Κ. Ξένος, Λ. Στάμου, Η. Χρυσοχέρης), γεμίζει και ρίχνει ο ίδιος, πριν πέσει κι αυτός νεκρός δίπλα στο αγαπημένο του κανόνι.

Το UJ-2101 αρχικά ξαφνιάζεται, μετά αντεπιτίθεται και στο τέλος εμβολίζει το Υποβρύχιο! Ο Κατσώνης, λαβωμένος θανάσιμα, αρχίζει να βυθίζεται με την πρύμνη.

Ο Ύπαρχος του Κατσώνη Ηλίας Π. Τσουκαλάς, αφού προσπάθησε να διασώσει όσους είχαν εγκλωβιστεί μέσα στο βυθιζόμενο υποβρύχιο, έπεσε τελευταίος στη θάλασσα, κατόρθωσε να διαφύγει την αιχμαλωσία και κολυμπώντας επί 9 ώρες να φτάσει στη Σκιάθο. Mαζί του κολύμπησε ο υπαξιωματικός Τάσος Τσίγκρος, ενώ ο ναύκληρος Αντώνης Αντωνίου έφτασε κολυμπώντας στο Πήλιο. Οι ναυαγοί του Κατσώνη, από τη Σκιάθο πέρασαν στο Πήλιο, από όπου, ενάμιση μήνα αργότερα μετά από πολλές περιπέτειες, διέφυγαν με ένα βαρκάκι από τη γερμανοκρατούμενη Ελλάδα για να γυρίσουν ξανά στη βάση τους στη Μέση Ανατολή και να συνεχίσουν τον αγώνα για την απελευθέρωση της πατρίδας τους.

Οι 17 αιχμάλωτοι από το πλήρωμα του Κατσώνη ανακρίθηκαν πάνω στη γερμανική κορβέτα, κρατήθηκαν για λίγο χρονικό διάστημα στις φυλακές «Αβέρωφ» και κατόπιν μεταφέρθηκαν, μέσω Γιουγκοσλαβίας, στο γερμανικό στρατόπεδο αιχμαλώτων «Marlag und Milag Nord» που βρισκόταν μεταξύ Αμβούργου και Βρέμης. Από εκεί γύρισαν όλοι, μετά την Απελευθέρωση, στην Ελλάδα.

Ο Ηλίας Τσουκαλάς

Μετά τον πόλεμο, το 1951, ο Ηλίας Π. Τσουκαλάς έγραψε το βιβλίο «Υποβρύχιον Υ1-Λάμπρος Κατσώνης», (βραβείο Ακαδημίας Αθηνών 1952), το οποίο αποτελεί ένα μοναδικό ντοκουμέντο για τη δράση του Πολεμικού μας Ναυτικού στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά και μια συγκλονιστική μαρτυρία των τελευταίων στιγμών του Κατσώνη, της μετέπειτα περιπέτειας των 3 ναυαγών, αλλά και της ιστορίας του Υποβρυχίου Υ1, στο οποίο ήταν Ύπαρχος σε όλα τα χρόνια της δράσης του στην Αδριατική και στη Μεσόγειο.

Το ντοκιμαντέρ

Το βιβλίο του Ηλία Π. Τσουκαλά, αποτέλεσε την έμπνευση για τη δημιουργία ενός ντοκιμαντέρ, με τίτλο «Υ1 στη Σιωπή του Βυθού» και παραγωγό τον Στέλιο Ευσταθόπουλο της Team Faos, το οποίο βρίσκεται στην τελική φάση της ολοκλήρωσης. Το ντοκιμαντέρ αυτό ήταν το έναυσμα για να συντελεστεί μία σπουδαία ανακάλυψη: να βρεθεί, εντοπιστεί, ταυτοποιηθεί και κινηματογραφηθεί το ναυάγιο του Κατσώνη!

Είχαν γίνει στο παρελθόν πολλές προσπάθειες για την εύρεση του ναυαγίου του Κατσώνη, ήταν όμως ο Ιανουάριος του 2018 που το Ωκεανογραφικό πλοίο Ναυτίλος της Υδρογραφικής Υπηρεσίας του Πολεμικού Ναυτικού εντόπισε με τα ηχοβολιστικά του συστήματα (Multibeam & Sidescan) το Υποβρύχιο σε βάθος περίπου 250 μέτρων, και ήταν ο Μάιος του 2018 που το Ναυτίλος πραγματοποίησε επιχείρηση στο ίδιο σημείο, προσπαθώντας να κινηματογραφήσει το ναυάγιο, ωστόσο, μια σειρά από τεχνικά προβλήματα, σε συνδυασμό με τις κακές καιρικές συνθήκες, είχαν σαν αποτέλεσμα να ληφθούν ελάχιστες εικόνες ενός μέρους μόνο του ναυαγίου. Τέλος, τον Ιούνιο του 2019, το ερευνητικό πλοίο «Αιγαίο» του Ελληνικού Κέντρου Θαλασσίων Ερευνών (ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε.), σε μία επιχείρηση που πραγματοποιήθηκε χάρη στην ευγενική δωρεά του κυρίου Βαρδή Βαρδινογιάννη, κατόρθωσε, εξοπλισμένο με ένα τηλεκατευθυνόμενο υποβρύχιο όχημα (ROV), να κινηματογραφήσει με άριστης ευκρίνειας εικόνες ολόκληρο το ναυάγιο!

Εκεί, σε βάθος 245 μέτρων, στον βυθό της θάλασσας, ανοικτά της Σκιάθου, ο Κατσώνης περίμενε υπομονετικά 75 ολόκληρα χρόνια, να τον αντικρύσει για πρώτη φορά ανθρώπου μάτι. Κι ήταν γερμένος στο ένα το πλευρό, όπως το περιγράφει ο Ύπαρχός του στην τελευταία παράγραφο του βιβλίου του, λες και τον έβλεπε να χάνεται στη σκοτεινιά του βυθού…

(Υ.Γ) Το βιβλίο «Υποβρύχιο Υ1 Λάμπρος Κατσώνης» κυκλοφορεί στην Ζ΄ έκδοσή του (2018), από την Υπηρεσία Ιστορίας Ναυτικού (Υ.Ι.Ν.)