Το κείμενο που ακολουθεί είναι το περιεχόμενο ομιλίας του Αντιναυάρχου Γ. Δεμέστιχα Π.Ν., Επίτιμου Αρχηγού Στόλου και Επίτιμου Μέλους του ΕΛ.Ι.Ν.ΙΣ., η οποία έλαβε χώρα στην Λεμεσό στις 17-2-2020 ενώπιον στελεχών της Εθνικής Φρουράς, παρουσία του Υπουργού Άμυνας της Κύπρου και του Αρχηγού της Εθνικής Φρουράς. Η ομιλία δόθηκε στο πλαίσιο των Ναυτικών Εκδηλώσεων 2020 που διοργάνωσε η Διοίκηση Ναυτικού με επίσημο προσκεκλημένο το ΕΛ.Ι.Ν.ΙΣ.

            Οι κρίσεις μεταξύ κρατών συμβαίνουν όταν βρίσκονται σε σύγκρουση σοβαρά συμφέροντα, η διεκδίκηση των οποίων δημιουργεί συνθήκες που υπάρχει το ενδεχόμενο χρήσης και της στρατιωτικής ισχύος προκειμένου να επιτευχθούν οι επιδιωκόμενοι αντικειμενικοί στόχοι. Γενικά οι κρίσεις είναι καταστάσεις που, με την απειλή χρήσης βίας, πρέπει είτε να επιλυθούν εις βάρος ενός των εμπλεκομένων είτε να εκτονωθούν με την επιστροφή στο ισχύον καθεστώς είτε να οδηγήσουν σε εμπόλεμη κατάσταση.

            Υπό γενική περιγραφή ο χειρισμός μιας κρίσεως διακρίνεται σε τρεις φάσεις:

  • Πρόληψη.
  • Διασφάλιση των συμφερόντων με απειλή χρήσης βίας.
  • Μετάβαση σε πόλεμο υπό τις ευνοϊκότερες δυνατές συνθήκες.

            Ενώ οι κρίσεις δημιουργούνται για διάφορες αιτίες προς εξασφάλιση οικονομικών, κυριαρχικών, πολιτισμικών και άλλων συμφερόντων, μπορούμε να τις διακρίνουμε σε δύο βασικές κατηγορίες:

  • Τις προσχηματικές κρίσεις δηλαδή τις κρίσεις που προκαλούνται από κάποιο κράτος προκειμένου αυτό να δικαιολογήσει την έναρξη εχθροπραξιών τις οποίες έχει ήδη προσχεδιάσει. Στην περίπτωση αυτή ο επιτιθέμενος διαθέτει επαρκή ισχύ που μάλλον του εξασφαλίζει την επιτυχή έκβαση των επιχειρήσεων.
  • Τις κρίσεις αμφισβήτησης δεσμεύσεων ή δικαιωμάτων προκειμένου να επιτευχθεί υποχώρηση του αντιπάλου από αυτά, υπό την πίεση ενδεχομένης χρήσεως βίας. Στην περίπτωση αυτή η κρίση μπορεί να ελεγχθεί αναλόγως της αποφασιστικότητας των εμπλεκομένων, της προετοιμασίας των για πολεμική σύρραξη αλλά και των τιθεμένων μακροπροθέσμων επιδιώξεων του προκαλούντος την κρίση.

            Η Ελλάδα και η Κύπρος μετά το 1960 αντιμετώπισαν κρίσεις βασικά από την Τουρκία, ενώ οι στρατιωτικές κρίσεις προήρχοντο μόνον από την Τουρκία.

            Οι καθαρά Ε-Τ κρίσεις εντάσσονται στην κατηγορία των κρίσεων αμφισβήτησης. Όλες οι κρίσεις (1976 – 1987 – 1996) ξεκίνησαν από την Τουρκία που έθεσε υπό αμφισβήτηση ελληνικά δικαιώματα στο Αιγαίο (υφαλοκρηπίδα και κυριαρχία βραχονησίδων / νησίδων) και επεδίωξε τον εξαναγκασμό της Ελληνικής πλευράς σε υποχώρηση ενώ εξασφάλισε την προβολή των απαιτήσεων της σε διεθνές επίπεδο.

            Σε Εθνικό όμως επίπεδο οι κρίσεις που προκάλεσε η Τουρκία στην Κύπρο (1964 – 1967 – 1974 όταν έγινε η εισβολή) ήταν προσχηματικές προκειμένου να εισβάλλει στην μεγαλόνησο και να ελέγξει μεγάλο τμήμα της.

            Ας εξετάσουμε χρονολογικά τις κρίσεις, να δούμε τα συμπεράσματα και στη συνέχεια την παρούσα κατάσταση.

Κρίση 1964 (Εθνική)

            Τον Δεκέμβριο του 1963 σκοτώθησαν στην Λευκωσία δύο Τουρκοκύπριοι. Ακολούθησαν συγκρούσεις μεταξύ Ε-Κ και T-K πολιτών και τελικά οι Τ-Κ απεσύρθησαν σε περιοχές που υπερείχε πληθυσμιακά το Τ-Κ στοιχείο, δημιουργώντας θήλακες σε διάφορα μέρη της Κύπρου, ενώ συγχρόνως η Τουρκία είχε απορρίψει το μνημόνιο των 13 σημείων που είχε παρουσιάσει ο Μακάριος.

            Στην Βορειοδυτική Κύπρο (περιοχή Κόκκινα) δημιουργήθηκε παραθαλάσσιος θήλακας μέσω του οποίου ήρχοντο, κρυφά, ενισχύσεις από την Τουρκία. Μάλιστα τον Μάρτιο του 1964 Ελληνική ΟΥΚ που είχε αποσταλεί στην Κύπρο, ανετίναξε μικρή προβλήτα που χρησιμοποιούσαν οι Τ-Κ για να δέχονται τις ενισχύσεις.

            Οι Τ-Κ άρχισαν την άνοιξη του 1964 να επεκτείνουν τον θήλακα αυτόν προς Νότον αποκόπτοντας Ε-Κ χωριά.

            Τον Αύγουστο του 1964 Ε-Κ δυνάμεις ανέλαβαν επιχειρήσεις για να εξουτερώσουν τις στρατιωτικές Τ-Κ δυνάμεις στον θήλακα της περιοχής Κόκκινα.

            Από την πλευρά του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού μετείχαν δύο παλαιά παράκτια περιπολικά (ΠΠ ΑΡΙΩΝ – ΦΑΕΘΩΝ) Γερμανικής κατασκευής, τα οποία είχαν καταπλεύσει προ ολίγων ημερών στην Κύπρο, καθώς και συστοιχίες πυροβόλων 40mm (Μπόφορς) που είχαν και αυτές αποσταλεί από την Ελλάδα και είχαν αραιωθεί σε γειτνιάζουσα παράκτιο περιοχή.

            Η Τουρκία επενέβη άμεσα από αέρος και από την τουρκική αεροπορία προσεβλήθησαν στρατιωτικά Ε-Κ τμήματα και εβυθίσθη το ένα περιπολικό (ΠΠ ΦΑΕΘΩΝ) ενώ η Άγκυρα απειλούσε με απόβαση (6 σκοτώθηκαν – 7 τραυματίες στο ΠΠ ΦΑΕΘΩΝ).

        Κατά την Τουρκική αεροπορική επέμβαση κατερρίφθη ένα Τουρκικό Α/Φ από πυρά του Ναυτικού (είτε των Πλοίων είτε των συστοιχιών ξηράς). Η απόβαση που εσχεδίαζε η Τουρκία δεν επραγματοποιήθη, χάρις εις την αυστηρή παρέμβαση του Προέδρου Τζόνσον των ΗΠΑ προς την Τουρκία.

            Γνωρίζω τα γεγονότα με λεπτομέρεια καθ’ όσον το αμέσως επόμενο διάστημα ήρθα εθελοντικά στην Κύπρο και παρέλαβα Κυβερνήτης μίας από τις αφιχθείσες (αρχές 1965) Τορπιλακάτους Ρωσικής προελεύσεως.

            Τα έτη 1965-66 που υπηρέτησα στην Κύπρο αντιμετωπίσαμε κρίσεις με την Τουρκία που απειλούσε με αποβατικές ενέργειες, λαμβάνοντας τα κατάλληλα μέτρα. Παραδείγματα:

  • Απειλή βομβαρδισμών της Ν. Βάσης στο Μπογάζι τον Μάρτιο 1965 – Αραίωση – Απόκρυψη.
  • Σε δύο περιπτώσεις απόπλους Τ/Α από Κυρήνεια και υπό κατεύθυνση των Ρ/Ε λήψη θέσεων στο όριο των Χωρικών υδάτων (12 ν.μ.) μεταξύ Τουρκικών Δυνάμεων που έπλεαν προς Νότον και Ξηράς.

Οι Τουρκικές Δυνάμεις προσήγγισαν μέχρι περίπου 15 ν.μ. από Κύπρο και μετά ανέστρεψαν

 

Κρίση 1967 (Εθνική)

            Η κρίση αυτή έγινε τον Δεκέμβριο του 1967, όταν η Τουρκία απειλούσε την Ελλάδα με πόλεμο απαιτώντας από την Αθήνα να αποσύρει την Μεραρχία που είχε αποστείλει στην Κύπρο από το 1964. Με την Μεραρχία στην Κύπρο η Τουρκία ήταν αδύνατον να κάνει επιτυχή απόβαση.

            Από το Π.Ν. απεφασίσθη να πλεύσουν στην Κύπρου δύο (2) Τ/Α τύπου NASTY για να ενισχύσουν το Κυπριακό Ναυτικό. Ήμουν ο Κυβερνήτης της μίας. Μέσα σε φοβερή κακοκαιρία καταπλεύσαμε στον Άγιο Νικόλαο για ανεφοδιασμό και στην συνέχεια πλέοντας προς Κύπρο εδόθη εντολή να επαναπλεύσουμε στον Αγ. Νικόλαο της Κρήτης και μετά στην Σούδα.

            Η Ελληνική Κυβέρνηση είχε αποφασίσει να αποσύρει την Μεραρχία, που πράγματι υλοποιήθηκε τις επόμενες μέρες.

            Η κρίση εκτονώθηκε μεν, αλλά η Κύπρος κατεδικάσθη αφού απεγυμνώθη στρατιωτικώς. Η εισβολή του 1974 το απέδειξε. Τα γεγονότα και οι συνέπειες είναι γνωστά και δεν θα τα εξετάσουμε.

            Θα εξετάσουμε στην συνέχεια τις καθαρά Ε-Τ κρίσεις.

            Από τις δεκαετίες του ΄70 και ΄80 η Τουρκία προβάλλει τις διεκδικήσεις της στον εναέριο χώρο στο Αιγαίο με τις καθημερινές παραβάσεις και παραβιάσεις και πρέπει να αναγνωρίσουμε την σθεναρή αντιμετώπισή τους από την Πολεμική Αεροπορία μας που με θυσίες, με έγκαιρη παρουσία κατοχυρώνει την Ελληνική κυριαρχία και τα δικαιώματα που παρέχονται από διεθνείς οργανισμούς. Είναι μία συνεχής κρίση που αντιμετωπίζεται από την Ελλάδα με σθένος και ψυχραιμία, προσόντα που ασφαλώς είναι πρωτόγνωρα στην ανατολίτικη νοοτροπία της γείτονος. Ανάλογες παραβιάσεις γίνονται και στον Ελληνικό θαλάσσιο χώρο, που αντιμετωπίζονται βασικά από το Π.Ν. αλλά και το Λ.Σ.

            Όλες οι κρίσεις των τελευταίων δεκαετιών μεταξύ Ελλάδος-Τουρκίας προέρχονται από τις διεκδικήσεις της Τουρκίας στο Αιγαίο, διεκδικήσεις που δεν έχουν καμμία βάση σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο, και που η Τουρκία θέλει μέσω μακροπροθέσμου σχεδιασμού και παρουσίας να δημιουργήσει το κατάλληλο σκηνικό ώστε κάποτε να επιβάλλει λύσεις που θα είναι, ανεκτές έστω, από την διεθνή κοινή γνώμη.

            Οι τρεις βασικές κρίσεις (1976, 1987, 1996) ξεκίνησαν από επίσημες τουρκικές ενέργειες οι οποίες ήταν γνωστές στην Ελληνική Κυβέρνηση (Έκδοση άδειας εξερεύνησης σε περιοχές της Ελληνικής υφαλοκρηπίδας το 1976 και 1987, ρηματική διακοίνωση αμφισβήτησης της Ελληνικής κυριαρχίας των νήσων Ίμια το 1996).

            Μέσα από αυτές τις κρίσεις και τις παραβιάσεις του εναερίου χώρου η Τουρκία έχει θέσει τις διεκδικήσεις της στο Αιγαίο και θα επιδιώκει να τις υπενθυμίζει ώστε να προχωρήσει στον κατάλληλο χρόνο, όταν οι συνθήκες γι’ αυτήν θα είναι ευνοϊκές, στην προώθηση ή επιβολή των καταλλήλων λύσεων.

            Θα περιγράψουμε τώρα εν συντομία τις προαναφερθείσες κρίσεις.

 

Κρίσις 1976

            Τον Αύγουστο του 1976 η Τουρκική Κυβέρνηση εξέδωσε σχετική αγγελία για εκτέλεση σεισμογραφικών παρατηρήσεων στο χώρο του Β. Αιγαίου που περιελαμβάνοντο και περιοχές που ήταν σαφώς στην Ελληνική υφαλοκρηπίδα ή σε αμφισβητουμένη υφαλοκρηπίδα.

           Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι το 1975 υπήρξε πρόταση του τότε Έλληνος Πρωθυπουργού προς τον Τούρκο ομόλογό του για σύνταξη συνυποσχετικού και προώθηση του θέματος οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης προς επίλυση. Η Ελληνική Κυβέρνηση ανεγνώριζε ότι η μόνη Ελληνοτουρκική διαφορά είναι η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο, πολιτική η οποία ακολουθείται μέχρι και σήμερα. Η Τουρκική Κυβέρνηση αρνήθηκε το 1975 την παραπομπή του θέματος στη Χάγη και η απάντησή της ήλθε το 1976 με την έξοδο του πλοίου θαλασσίων ερευνών «ΧOΡΑ» στο Αιγαίο.

           

Την πρώτη Κυριακή του Αυγούστου του 1976 και κατόπιν σχετικής αποφάσεως της Ελληνικής Κυβερνήσεως συνεκροτήθη ομάς κρούσεως από τρία Αντιτορπιλικά και δύο πυραυλακάτους η οποία έπλευσε στο Αιγαίο με στόχο την απομάκρυνση του «ΧOΡΑ» από την Ελληνική ή αμφισβητουμένη υφαλοκρηπίδα, ενώ παραλλήλως συνεχίστηκαν οι διαβουλεύσεις σε πολιτικό επίπεδο. Η επιχείρηση ανετέθη σε Πλοίαρχο Διοικητή που είχε τον τακτικό έλεγχο, ενώ σε πρώτη φάση τα Ελληνικά πλοία θα καλούσαν το «ΧOΡΑ» να απομακρυνθεί από την Ελληνική ή αμφισβητουμένη υφαλοκρηπίδα. Περαιτέρω κλιμάκωση, εφ’ όσον απαιτείτο, θα διετάσσετο από το ΓΕΝ.

            Η δύναμη  (2 Α/Τ – 2 ΤΠΚ) ανεπτύχθη στο Β.Α. Αιγαίο (με βάση την ν. Σκύρο). Ήμουν κυβερνήτης της μίας ΤΠΚ. Στα πληρώματα υπήρξε ενθουσιασμός.

            Προειδοποιήσαμε το ΧOΡΑ να αποσυρθεί πλησιάζοντάς το σε μικρή απόσταση.

            Το «ΧOΡΑ» συνοδευόμενο από Τουρκικά πολεμικά πλοία πράγματι απεσύρθη και συνέχισε για λίγες ημέρες  έρευνες σε Τουρκικά χωρικά ύδατα, ενώ σε πολιτικό επίπεδο επηκολούθησε τον Νοέμβριο 1976 συμφωνία με την εν συνεχεία υπογραφή του πρωτοκόλλου της Βέρνης για αποφυγή προκλητικών ενεργειών από τις δύο χώρες που οδηγούν σε εντάσεις, μη πραγματοποιώντας έρευνες σε αμφισβητούμενες περιοχές που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τις διαπραγματεύσεις για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας. Δηλαδή ετέθη περιορισμός που αφορούσε την υφαλοκρηπίδα στο Ανατολικό Αιγαίο.

           

Κρίσις 1987

            Η κρίση του Μαρτίου του 1987 ξεκίνησε αφού είχαν προηγηθεί έντονες πολιτικές αντιπαραθέσεις μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας όταν η τελευταία εξήγγειλε την αμετάκλητη απόφασή της για πραγματοποίηση σεισμογραφικών παρατηρήσεων από το πλοίο SISMIK στο Β. Αιγαίο, σε περιοχές που περιελαμβάνοντο τμήματα της Ελληνικής υφαλοκρηπίδας ή αμφισβητουμένης υφαλοκρηπίδας.

           Με δεδομένο ότι οι διαβουλεύσεις σε πολιτικό επίπεδο δεν είχαν φέρει αποτέλεσμα, από την Ελληνική Κυβέρνηση απεφασίσθη η χρησιμοποίηση στρατιωτικών μέσων (δηλαδή της στρατιωτικής διπλωματίας) προκειμένου να επιδείξει την αποφασιστικότητά της για την απαγόρευση ερευνών σε Ελληνική ή αμφισβητουμένη υφαλοκρηπίδα.

            Εδώ θα μου επιτρέψετε την προσωπική μου εξιστόρηση όπως έζησα τα γεγονότα της στρατιωτικής πλευράς της κρίσεως στο Β. Αιγαίο από την υπεύθυνη θέση που έτυχε να υπηρετώ τότε.

            Ήμουν Διοικητής Μοίρας Αντιτορπιλικών και τα μεσάνυχτα της 26/27 Μαρτίου εκλήθην να παρουσιασθώ στον Α/ΓΕΝ ο οποίος μόλις είχε επιστρέψει από την συνεργασία του με τον Πρωθυπουργό. Ο Α/ΓΕΝ μου ανέθεσε την αποστολή: «Απαγόρευση εκτελέσεως ερευνών από το SISMIK έξω από τα Τουρκικά χωρικά ύδατα».

            Επελέγησαν 3 Αντιτορπιλικά και 4 Πυραυλάκατοι που ανεπτύχθησαν στο Βόρειο Αγαίο.

            Η κινητοποίηση του προσωπικού έγινε τις νυχτερινές ώρες (μέσα σε κλίμα ενθουσιασμού) και μεταμεσημβρινές ώρες της 27ης Μαρτίου αναλάβαμε την επιτήρηση του Β. Αιγαίου (περιοχή Β. Σποράδες, Χαλκιδική, Λήμνος, Ίμβρος, Δαρδανέλια, Ακτές ΒΑ Ηπειρωτικής Ελλάδος).

            Η επίδειξη αποφασιστικότητος από την πολιτική ηγεσία ελήφθη σοβαρά υπ’ όψιν σε διεθνές επίπεδο, αφού το Β. Αιγαίο «άδειασε» κυριολεκτικά από εμπορικά πλοία δημιουργώντας με αυτόν τον τρόπο τις προϋποθέσεις που διευκόλυναν το έργο της επιτηρήσεως.

            Δεν θα αναφέρω λεπτομέρειες του σχεδίου πως δηλαδή θα γινόταν η απαγόρευση ερευνών από το SISMIK σε μη επιθυμητές περιοχές, όμως θέλω να τονίσω ότι υπήρχε πλήρης ελευθερία ώστε χωρίς καθυστερήσεις να πραγματοποιηθεί η αποστολή με όλα τα διατιθέμενα μέσα και εναλλακτικούς τρόπους.

            Οι ΤΠΚ έλαβαν θέσεις στη Λήμνο – Θάσο – Άθω, ενώ ένα AT περιπολούσε στην περιοχή εναλλασσόμενο ανά 12ωρο.

            Από Τουρκικής πλευρά στο Β. Αιγαίο ανεπτύχθησαν ένα Αντιτορπιλικό και μία Κανονιοφόρος τα οποία ετέθησαν υπό συνεχή επιτήρηση από τα δικά μας πλοία. Σε μία περίπτωση απεκτήθη επαφή Υ/Β το οποίο έλαβε πορεία (με ταχύτητα περί τους 8 κόμβους) προς ν. ΙΜΒΡΟ ακολουθούμενο από το A/T μας το οποίο εισήλθε και αυτό στα χωρικά ύδατα της ΙΜΒΡΟΥ για να μην χάσει επαφή. Το γεγονός αυτό ανεφέρθη πάραυτα στο ΓΕΝ το οποίο διέταξε την απομάκρυνση του A/T από τα χωρικά ύδατα της Τουρκίας.

            Στο έργο μας για την επιτήρηση, μας συνέδραμαν Αεροσκάφη Ναυτικής Συνεργασίας καθώς και αεροσκάφη της Πολεμικής Αεροπορίας. (Απαραίτητη η παρουσία τους σε περιόδους εντάσεων / κρίσεων). Σήμερα βέβαια υπάρχουν και τα DRONES/ UAVS.

            Οι περιπολίες συνεχίσθηκαν επί αρκετές ημέρες, ενώ τα πλοία του Στόλου που είχαν αραιωθεί με την έναρξη της κρίσεως στην περιοχή Κυκλάδων – Κεντρικού Αιγαίου είχαν επαναπλεύσει εν τω μεταξύ στις Βάσεις τους.

            Οι συνεχείς περιπολίες παράλληλα με άλλες κινήσεις που έγιναν με μεταφορές υλικού και ενίσχυση των αντιαεροπορικών δυνατοτήτων ξηράς στο Β. Αιγαίο κατέδειξαν κατά τρόπο ξεκάθαρο προς την Τουρκική πλευρά ότι ήτο δυνατόν η κατάσταση να κλιμακωθεί ραγδαία, εάν το SISMIK προχωρούσε σε έρευνες όπως είχε εξαγγελθεί.

            Τελικώς το SISMIK δεν εξήλθε στο Β. Αιγαίο και οι όποιες έρευνες έγιναν σε Τουρκικά χωρικά ύδατα. Τα πράγματα εκτονώθησαν αρχές Απριλίου.

            Συμπερασματικά στην κρίση του Μαρτίου 1987 και σε ό,τι αφορά την χρησιμοποίηση των Ελληνικών Ναυτικών Δυνάμεων:

  • Επεδείχθη αποφασιστικότης σε πολιτικό επίπεδο που εξεφράσθη και με στρατιωτικά μέσα.
  • Έγινε έγκαιρος ανάπτυξη των απαραίτητων ναυτικών δυνάμεων.
  • Ορίσθηκε Διοικητής που απερίσπαστος από την εσωτερική λειτουργία των πλοίων, είχε τον τακτικό έλεγχο και πλήρη ελευθερία για την εκτέλεση της αποστολής του.
  • Εδόθησαν σαφείς και απλές εντολές από την Στρατιωτική Ηγεσία (απαγόρευση ερευνών εκτός Τουρκικών χωρικών υδάτων) με πλήρη κάλυψη της Πολιτικής Ηγεσίας.

 

Κρίση 1996 (Ίμια)

            Για την κρίση τον Ιανουάριο 1996 (ΙΜΙΑ) υπήρξε έγκαιρη προειδοποίηση για τις προθέσεις της Τουρκίας, με την προσάραξη εμπορικού πλοίου στην Ανατολική νησίδα ΙΜΙΑ τον Δεκέμβριο του 1995 και την άρνηση του Τούρκου Πλοιάρχου να δεχθεί Ελληνική βοήθεια για αποκόλληση του πλοίου του, δηλώνοντας ότι η νησίδα ανήκει στην Τουρκία.

            Έγινε κλιμάκωση τις επόμενες εβδομάδες με ανάπτυξη Ναυτικών Δυνάμεων Ελλάδος-Τουρκίας σε περιορισμένο χώρο, με αποτέλεσμα να υπάρχει πιθανότης δημιουργίας θερμών επεισοδίων έστω και από τυχαίο γεγονός. Αντηλλάγησαν ρηματικές δηλώσεις μεταξύ Αθήνας-Άγκυρας. Από πλευράς Ελλάδος απεβιβάσθη Ομάς Βατραχανθρώπων στην Ανατολική νησίδα ΙΜΙΑ, πλην όμως αντίστοιχη Τουρκική Ομάδα απεβιβάσθη κεκαλυμένα στην Δυτική ΙΜΙΑ, ενώ ένα Ελληνικό Ε/Π κατέπεσε στην θάλασσα.

           Η κρίση εκτονώθηκε με παρέμβαση των ΗΠΑ, όμως το καθεστώς των νησίδων παρέμεινε ασαφές, μετά την αναχώρηση των Στρατιωτικών Μονάδων.

           Τα λάθη στον χειρισμό της Κρίσεως από την Ελλάδα πολλά (Δεν συνήλθε εγκαίρως το ΚΥΣΕΑ, δεν έγινε εκτίμηση για τις τελικές προθέσεις της Τουρκίας, δεν εδόθησαν σαφείς εντολές για την κλιμάκωση της κρίσεως, δεν εφυλάχθη η Δυτική νησίδα, δεν εφαρμόσθηκαν τα σχέδια).

            Από το επόμενο διάστημα η Τουρκία προβάλλει διεκδικήσεις για 18 νησίδες που ανήκουν στην Ελληνική επικράτεια.

Αποτελέσματα των Κρίσεων

            Από τις κρίσεις που προαναφέρθησαν η Τουρκία επέτυχε αρκετούς αντικειμενικούς σκοπούς της:

  • Με την κρίση το 1964 στην Κύπρο, σταμάτησε την προέλαση των Ε-Κ δυνάμεων προς κατάληψη του θύλακα στην περιοχή Κόκκινα, πλην όμως δεν προχώρησε σε αποβατική ενέργεια κατόπιν επεμβάσεως των ΗΠΑ.
  • Με την κρίση το 1967 και την απειλή πολέμου με την Ελλάδα, επέβαλε την απόσυρση της Ελληνικής Μεραρχίας από την Κύπρο και άνοιξε το έδαφος για τουρκική απόβαση στην νήσο σε πρώτη ευκαιρία.
  • Η ευκαιρία αυτή εδόθη το 1974 όταν η Ελληνική Κυβέρνηση ανεμείχθη στα εσωτερικά της Κύπρου με την απόπειρα εναντίον του Μακαρίου και εγκατάσταση των πραξικοπηματιών Κυπρίων στην Κυβέρνηση. Η Τουρκία εξετέλεσε αποβίβαση ουσιαστικά (όχι απόβαση) και κατέχει το Βόρειο μέρος της νήσου μέχρι σήμερα.
  • Με την κρίση του 1976 επέτυχε την συμφωνία με το πρωτόκολλο της Βέρνης για την μη εκτέλεση ερευνών σε αμφισβητούμενες θαλάσσιες περιοχές που αφορούσαν το Ανατολικό Αιγαίο.

Αυτό επιβεβαιώθηκε και στο Νταβός μετά την κρίση του Μαρτίου του 1987 μεταξύ των Πρωθυπουργών Ελλάδας – Τουρκίας και ενώ η στρατιωτική κρίση είχε γείρει υπέρ της Ελλάδος δεν έγινε από την Αθήνα η κατάλληλη πολιτική εκμετάλλευση (MEA CULPA κατά δήλωση του τότε Έλληνα Πρωθυπουργού). Με αυτήν την εξέλιξη ετέθη έκτοτε ο περιορισμός για την μη εκτέλεση ερευνών εκτός χωρικών υδάτων σε όλο το Αιγαίο, όπως το ερμηνεύει η Τουρκία. Αυτή η πολιτική υποχώρηση σε συνδυασμό με την διακήρυξη της Μαδρίτης του 1997 με την οποία η Ελλάδα αναγνωρίζει «νόμιμα ζωτικά συμφέροντα της Τουρκίας στο Αιγαίο» αποτελούν εξαιρετικά δυσμενή εξέλιξη αφού η Τουρκία κατά καιρούς επικαλείται το casus belli όχι μόνο για την περίπτωση επεκτάσεως των Ελληνικών χωρικών υδάτων (σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο) από 6 σε 12 ν.μ. αλλά και για την εκτέλεση ερευνών εκτός χωρικών υδάτων σε όλο το Αιγαίο.

Οι συζητήσεις για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας συνεχίζονται μέχρι σήμερα άνευ αποτελεσμάτων.

  • Με την κρίση του 1996 έθεσε διεκδικήσεις σε νήσους / νησίδες του Αιγαίου.

 Το παρόν

            Θα εκφράσω τις σκέψεις μου για την παρούσα περίοδο που έχουμε μία παρατεταμένη κρίση που προέρχεται αποκλειστικά και μόνον από την Τουρκία.

            Η Τουρκία εδώ και αρκετές δεκαετίες επιδιώκει να αναδειχθεί σε Περιφερειακή Δύναμη που να έχει λόγο σε θέματα της εγγύς και ευρύτερης περιοχής και ανέπτυξε το Δόγμα των 2,5 πολέμων.

            Παράλληλα η Άγκυρα πέραν του εσωτερικού Κουρδικού προβλήματος έχει ως Στόχους: Ανατολικά – Ν. Ανατολικά την μη δημιουργία Ανεξάρτητου Κουρδικού Κράτους και Δυτικά και Νότια την συμμετοχή / συνεκμετάλλευση στα  Θαλάσσια Ενεργειακά Κοιτάσματα ενώ η διαιώνιση του Κυπριακού προσφέρει οφέλη στην άσκηση της εξωτερικής της πολιτικής. Στην συνεκμετάλλευση εντάσσεται και η διακίνηση / μεταφορά των ενεργειακών κοιτασμάτων.

            Προς εξυπηρέτηση των ανωτέρω αυξάνει συνεχώς την Στρατιωτική της Ισχύ, ενώ προσπαθεί να ασκήσει πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική συμμαχώντας με αντιπάλους της Δύσεως (Ρωσία-Ιράν) και συγχρόνως μετατοπίζεται από κοσμικό κράτος σε φανατικό ισλαμικό κράτος αγκαλιάζοντας τους Αδελφούς Μουσουλμάνους και δυσαρεστώντας τον Μουσουλμανικό Σύνδεσμο που τον βρίσκει απέναντι της. Η εξωτερική Πολιτική της Άγκυρας ισορροπεί σε σχοινί με μεγάλη δυσκολία.

            Η Άγκυρα έχοντας (προσωρινά έστω) λύσει την μη δημιουργία Κουρδικού Κράτους στην Συρία στρέφεται εντατικότερα τώρα στις διεκδικήσεις στο Αιγαίο και την Ν.Α. Μεσόγειο και προβάλλει παράλογες διεκδικήσεις με απειλή χρήσης βίας. Η Τουρκία διαστρέφει το Διεθνές Δίκαιο Θαλάσσης προβάλλοντας την θέση ότι τα νησιά δεν έχουν ΑΟΖ / Υφαλοκρηπίδα και τελευταία προώθησε συμφωνία οριοθετήσεων των Θαλασσίων Ζωνών με την Λιβύη διαγράφοντας τα Ελληνικά Νησιά.

            Η παρούσα κρίση έχει ξεκινήσει ως Κρίση Αμφισβήτησης αλλά είναι δυνατόν να μεταλλαχθεί σε Προσχηματική Κρίση καθ’ όσον η Τουρκία εκτιμά ότι έχει σημαντική Στρατιωτική Ισχύ και μπορεί να επιβάλλει τις επιδιώξεις της ή μάλλον μέρος των επιδιώξεών της.

            Οι χώρες μας την τελευταία δεκαετία επλήγησαν από σοβαρή οικονομική κρίση η οποία είχε επιπτώσεις στους στρατιωτικούς εξοπλισμούς και την αναβάθμιση της Στρατιωτικής Ισχύος.

            Εν τούτοις η Ελλάδα και η Κύπρος, με συνέχεια και συνέπεια, προχώρησαν ικανοποιητικά τις εξωτερικές σχέσεις και συμμαχίες (άξονες Ελλάδος – Κύπρου – Ισραήλ, Ελλάδος – Κύπρου – Αιγύπτου) και αναβάθμισαν τις σχέσεις με ΗΠΑ ισορροπώντας και τις σχέσεις με την Ρωσία. Με αυτές τις αναβαθμίσεις η Αθήνα και η Λευκωσία αυξάνουν ένα παράγοντα της Εθνικής τους Ισχύος, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι δεν πρέπει να αναβαθμίσουν με άμεσες λύσεις την Στρατιωτική Ισχύ. Η Ελλάδα κυρίως, πρέπει να είναι εις θέση να αντιμετωπίσει αυτοδύναμα την Τουρκική απειλή αν τούτο απαιτηθεί.

            Κάποια μέτρα που εξαγγέλλονται από την Αθήνα για αύξηση της Στρατιωτικής Ισχύος (π.χ. πρόσκτηση UAV, αναβάθμιση Α/Φ, Φ/Γ) είναι προς την σωστή κατεύθυνση, αλλά εκτιμώ ότι οι χώρες που στηρίζουν την Ελλάδα (αλλά και την Κύπρο) την παρούσα περίοδο, θα ήταν δυνατόν να παραχωρήσουν άμεσα κάποιο κατάλληλο υλικό που θα ενδυναμώσει ουσιαστικά την αποτρεπτική ισχύ των Ε.Δ. και αυτή πρέπει να είναι η επιδίωξη, παράλληλα με υλοποίηση μεσοπρόθεσμων προγραμμάτων για νέο υλικό.

            Η συμπεριφορά της Τουρκίας εκτιμώ ότι θα είναι ανάλογη με την αντιμετωπιζόμενη Στρατιωτική Ισχύ και την Ελληνική, κατά βάση, αποφασιστικότητα.

 Αντιμετώπιση κρίσεων

            Οι κρίσεις και η αντιμετώπισή τους είναι πολύπλευρες διότι αναμειγνύονται η πολιτική βούληση, η εθνική ισχύς με προεξάρχουσα την στρατιωτική ισχύ και οι διεθνείς οργανισμοί και συμμαχίες που μετέχουν οι εμπλεκόμενοι.

            Η στρατιωτική ισχύς χρησιμοποιείται ως όπλο της πολιτικής βούλησης και ιδίως της εξωτερικής πολιτικής προκειμένου να προβληθούν οι δίκαιες ή έστω ακόμη και οι άδικες διεκδικήσεις των εμπλεκομένων. Αυτή η ισχύς αποτελεί ίσως το πιο πειστικό επιχείρημα  όταν τα πράγματα φθάσουν στο απροχώρητο και είναι το τελευταίο όπλο στα χέρια της εξωτερικής πολιτικής πριν από το στάδιο του πολέμου.

            Ανεξάρτητα εάν οι κρίσεις που ανεφέρθησαν που σε ότι αφορά τον χώρο του Αιγαίου το κύριο βάρος για την αντιμετώπισή τους έπεσε στις ναυτικές και κατ’ επέκταση στις αεροναυτικές δυνάμεις της χώρας μας, ο αντίπαλος πρέπει να υπελόγισε την συνολική ισχύ και ετοιμότητα των ΕΔ μας.

            Συμπερασματικά αναφέρουμε ορισμένες σκέψεις που αφορούν στην αντιμετώπιση των κρίσεων:

  • Ο χειρισμός των κρίσεων πρέπει να είναι συνεπής σε ό,τι αφορά την προάσπιση των εθνικών συμφερόντων (δηλαδή συνεπής προς την Εθνική Στρατηγική) και κατ’ ακολουθία η αποφασιστικότης θα εκδηλώνεται τόσο πιο έντονα όσο πιο σημαντικά είναι τα συμφέροντα που προασπίζονται.
  • Απαιτείται έγκαιρη συλλογή πληροφοριών ως προς τις δυνατότητες και τις προθέσεις του αντιπάλου καθώς και εκτίμηση για την σημαντικότητα των κερδών που αυτός αναμένει να αποκομίσει.
  • Η πολιτική βούληση πρέπει να είναι ξεκάθαρη δηλαδή ως ποιο στάδιο είναι δυνατόν να εξελιχθεί μία κρίση, ώστε να εναρμονισθούν αναλόγως οι στρατιωτικές ενέργειες.
  • Η στρατιωτική διπλωματία είναι ο πιο αποφασιστικός παράγων, όταν δεν λειτουργήσει η διπλωματική γλώσσα και οι διεθνείς παράγοντες.
  • Ο συντονισμός των πολιτικών και στρατιωτικών φορέων κρίνεται απαραίτητος και προϋποθέτει την δημιουργία κοινής αντίληψης, ώστε να αποφευχθούν χρονοτριβές και καθυστερήσεις κατά την διάρκεια της κρίσεως.
  • Η επικοινωνία προς το εξωτερικό και το εσωτερικό πρέπει να είναι ταυτόσημη και να εκφράζει την πραγματική βούληση και τα μηνύματα που η Κυβέρνηση θέλει να περάσει προς όλες τις κατευθύνσεις είτε αυτά εκφράζονται μέσω των διπλωματικών και στρατιωτικών διαύλων είτε εκφράζονται μέσω των ΜΜΕ που την σημερινή εποχή δυνατόν για λόγους θεαματικότητος μπορεί να δίνουν παραπλανητικά μηνύματα ή ακόμη και πληροφορίες χρήσιμες στον αντίπαλο.

 

Καταλήγοντας θα τονίσουμε ότι:

  • Μία κρίση δεν έρχεται αιφνιδίως καθόσον προηγείται η φάση της προετοιμασίας και της δημιουργίας των προϋποθέσεων.
  • Οι κρίσεις αντιμετωπίζονται με την σωστή προετοιμασία και ενημέρωση των αρμοδίων φορέων.
  • Η διατήρηση ισορροπίας της ισχύος ή ακόμη καλύτερα η υπερτέρα ισχύς σε τόπο και χρόνο αποτελεί τον ισχυρότερο παράγοντα για τον επιτυχή χειρισμό της κρίσεως. Και τέλος
  • Η μεθοδευμένη κινητοποίηση και η έγκαιρη ενημέρωση των διεθνών οργανισμών αλλά και εθνικών οργανισμών του εξωτερικού για τα εθνικά θέματα και τις άδικες διεκδικήσεις άλλων χωρών, ασφαλώς συμβάλλει θετικά στην αντιμετώπιση της κρίσεως.