Γράφει ο Δρ. Κλεάνθης Κυριακίδης, Διεθνολόγος, μέλος του ΕΛ.Ι.Ν.ΙΣ.

Γάιος Οκταβιανός Αύγουστος (63 π.Χ. – 14 μ.Χ.)

Ο Γάιος Οκταβιανός Αύγουστος, μια από τις σημαντικότερες φυσιογνωμίες όλων των εποχών, κατέλυσε έξυπνα και σταδιακά τη ρωμαϊκή δημοκρατία, έγινε de facto ο πρώτος αυτοκράτορας και εδραίωσε την εποχή της Pax Romana («Ρωμαϊκή Ειρήνη»).

Ο de facto, πρώτος αυτοκράτορας της Ρώμης, Αύγουστος Οκταβιανός.

Γεννήθηκε στις 23 Σεπτεμβρίου 63 π.Χ. και ήταν γιος συγκλητικού και πραίτορα. Εγγονός της αδελφής του Ιουλίου Καίσαρα, συνδέθηκε με τον στρατηλάτη, ο οποίος τον υιοθέτησε και τον κατέστησε κύριο κληρονόμο του. Όταν δολοφονήθηκε ο Καίσαρας, το 44 π.Χ., ο Οκταβιανός που βρισκόταν στην Απολλωνία της Ιλλυρίας, επέστρεψε στη Ρώμη, και άρχιζε να σχεδιάζει την εκδίκηση εναντίον των δολοφόνων του Καίσαρα.

Στην αρχή είχε προβλήματα με τον Μάρκο Αντώνιο, έναν άλλο υποστηρικτή και στενό φίλο του εκλιπόντος Καίσαρος, επειδή ο τελευταίος είχε θυμώσει για την επιλογή κληρονόμου του Ρωμαίου ηγέτη. Εν τέλει, ο Οκταβιανός προσεταιρίστηκε τον Μάρκο Αιμίλιο Λέπιδο και τον Μάρκο Αντώνιο και η «τριανδρία» καταδίωξε τον Κάσιο και τον Βρούτο, οι οποίοι ευθύνονταν για τη δολοφονία του Ιούλιου Καίσαρα. Μετά τη νίκη στους Φιλίππους της Μακεδονίας, η αυτοκρατορία μοιράστηκε από την «τριανδρία», με τον Μάρκο Αντώνιο να κρατά την Ανατολή, τον Λέπιδο να ορίζει την πολύ μικρότερη Αφρική και τον Οκταβιανό να κυβερνά τη Δύση. Η κυρίως Ιταλία θα ήταν «ουδέτερη». Το 37 π.Χ. ο Οκταβιανός, που είχε προβλήματα με τον Σέξτο Πομπήιο ο οποίος ήλεγχε τη Σικελία, ζήτησε ενίσχυση σε ναυτικό από τον Μάρκο Αντώνιο. Ο Μάρκος Αντώνιος του έστειλε πλοία, ζητώντας ως αντάλλαγμα στρατό, που θα χρησιμοποιούσε εναντίον των Πάρθων. Ο Οκταβιανός δεν τήρησε τη συμφωνία και οι σχέσεις των δυο ανδρών έγιναν εχθρικές.

Ο Μάρκος Αντώνιος απέτυχε στην εκστρατεία του, σε αντίθεση με τον Οκταβιανό, ο οποίος επικράτησε του Σέξτου και εξανάγκασε τον Λέπιδο σε παραίτηση. Έτσι ουσιαστικά διοικούσε τη Δύση, την Αφρική και την Ιταλία, αφήνοντας στον Μάρκο Αντώνιο μόνο την Ανατολή. Από το 35 έως το 33 π.Χ. διεξήγαγε κάποιες εύκολες εκστρατείες στην Ιλλυρία και τη Δαλματία, μόνο και μόνο για να επιδείξει τις μάλλον μικρές στρατηγικές του ικανότητες. Όμως οι τεράστιες πολιτικές του ικανότητες, τον έκαναν να στρέψει τους Ρωμαίους κατά του Μάρκου Αντωνίου με την αιτιολογία ότι ο τελευταίος χάριζε ρωμαϊκά εδάφη στην ερωμένη του, βασίλισσα της Αιγύπτου, Κλεοπάτρα.

Το 32 π.Χ. κήρυξε πανέξυπνα τον πόλεμο κατά της Κλεοπάτρας, την οποία φυσικά θα συνέδραμε ο Μάρκος Αντώνιος. Πολύ γρήγορα και αποφασιστικά κινήθηκε στο Άκτιο και το 31 π.Χ. καταναυμάχησε τους αντιπάλους του, υπό την καθοδήγηση του εξαιρετικού του ναυάρχου, Μάρκου Αγρίππα. Τον επόμενο χρόνο εισέβαλε στην Αίγυπτο, την οποία κατέλαβε εύκολα, αφού ο Αντώνιος και η Κλεοπάτρα αυτοκτόνησαν για να μη συλληφθούν.

Επιστρέφοντας ως θριαμβευτής στη Ρώμη, αφού είχε υποτάξει και την Αίγυπτο, ασκούσε την εξουσία ως ύπατος από το 31 έως το 23 π.Χ. Όμως από εκείνη τη στιγμή και με δεδομένο ότι ο Οκταβιανός ήλεγχε τόσο τη Σύγκλητο, όσο και τους «ανθυπάτους», το σύστημα μετετράπη σε μοναρχία. Ήδη από το 27 π.Χ. ονομάστηκε «Αύγουστος», μια λέξη που χρησιμοποιείτο για τους θεούς και σήμαινε «σεβαστός» και αργότερα έγινε ισόβιος δήμαρχος, ανώτατος αρχιερέας και «πατέρας της πατρίδας». Η διακυβέρνηση του ήταν απολυταρχική, αλλά απόλυτα επιτυχημένη, με άνθιση του εμπορίου και των τεχνών και στρατιωτικές επιτυχίες στις σημερινές Βαυαρία, Ελβετία, Αυστρία, Ουγγαρία, Σλοβενία και Σερβία. Στη Γερμανία, παρά τις αρχικές του επιτυχίες, ο στρατηγός του, Βάρος, συνετρίβη στη μάχη του Τευτοβούργιου Δρυμού το 9 μ.Χ.

Πέθανε στις 19 Αυγούστου 14 μ.Χ. και ετάφη σε ένα καταπληκτικό μαυσωλείο στη Ρώμη, το οποίο διέλυσαν το 410 οι Γότθοι όταν κατέλαβαν την πόλη.

Μάρκος Αντώνιος (83 – 30 π.Χ.)

Ο Μάρκος Αντώνιος υπήρξε εξαιρετικός στρατηγός και ρήτορας, αλλά λιγότερο ικανός πολιτικός από τον αντίπαλό του, Οκταβιανό και έμεινε στην ιστορία για τον έρωτά του με τη βασίλισσα της Αιγύπτου, Κλεοπάτρα, που αποτέλεσε και την αφορμή της πτώσης του.

Ο Μάρκος Αντώνιος, που έχασε την ευκαιρία να επικρατήσει στη Ρώμη μετά την ήττα του στην αποφασιστική ναυμαχία στο Άκτιο.

Γεννήθηκε στις 14 Ιανουαρίου 82 π.Χ. και ήταν γιος Ρωμαίου στρατηγού και εγγονός επιφανούς ρήτορα. Μετά από άσωτη νεότητα, διακρίθηκε ως στρατιωτικός ηγέτης στην Αίγυπτο και την Ιουδαία, περιοχές στις οποίες διετέλεσε διοικητής ιππικού από το 57 έως το 54 π.Χ. Τότε, τον πήρε στο επιτελείο του ο Ιούλιος Καίσαρας, με τον οποίο είχε συγγένεια από την πλευρά της μητέρας του. Με τον Καίσαρα υπηρέτησε στη Γαλατία και τη διετία 51 – 50 π.Χ. υπηρέτησε ως ταμίας και οιωνοσκόπος στη Ρώμη, ξεκινώντας την αναρρίχηση στο δημόσιο βίο.

Το 49 π.Χ., που ξέσπασε ο πόλεμος μεταξύ Πομπήιου και Καίσαρα, ο Μάρκος Αντώνιος εξελέγη δήμαρχος και πήρε το μέρος του Καίσαρα στη διαμάχη. Όταν ο Καίσαρας νικηφόρος, ανάγκασε τον Πομπήιο να φύγει από την Ιταλία, ανέθεσε στον Μάρκο Αντώνιο να διοικήσει την Ιταλία ως «ίππαρχος». Μετά το 47 π.Χ. και επειδή δεν ήταν ιδιαίτερα επιτυχημένος κυβερνήτης της Ιταλίας, απομακρύνθηκε από τα κοινά, μέχρι τη δολοφονία του Καίσαρα (44 π.Χ.). Με μηχανορραφίες και πλαστογραφίες και αφού πήρε την κατάσταση στα χέρια του, σε μια Ρώμη έκπληκτη ακόμα από τη δολοφονία του μεγάλου της ηγέτη, ξεσήκωσε τους Ρωμαίους εναντίον των “καισαροκτόνων” Μάρκου Βρούτου και Γάιου Κάσιου. Το Νοέμβριο του 43 π.Χ. σχημάτισε μια συμμαχία, γνωστή ως «δεύτερη τριανδρία», με τον ανιψιό και υιοθετημένο γιο του Καίσαρα, Οκταβιανό και με το στρατηγό Μάρκο Αιμίλιο Λέπιδο.

Ο Αντώνιος διοικώντας τον στρατό της τριανδρίας με δεξιοτεχνία, νίκησε τους αντιπάλους του στους Φιλίππους και δέχθηκε τη μοιρασιά της αυτοκρατορίας, κρατώντας για τον εαυτό του την πλούσια Ανατολή. Το 41 – 40 π.Χ. συναντήθηκε με τη βασίλισσα της Αιγύπτου, Κλεοπάτρα και έγινε εραστής της, περνώντας το χειμώνα στην Αλεξάνδρεια. Αυτό δεν τον εμπόδισε να παντρευτεί την Οκτάβια, αδερφή του Οκταβιανού για πολιτικούς λόγους. Από το 38 π.Χ. ο Αντώνιος που έστειλε στη Ρώμη τη σύζυγό του, συζούσε στην Αίγυπτο με την Κλεοπάτρα, όντας σφοδρά ερωτευμένος. Όταν την επόμενη χρονιά υποστήριξε μια ναυτική επιχείρηση του Οκταβιανού εναντίον του γιού του Πομπήιου, Σέξτου, ζήτησε από τον έτερο ισχυρό άνδρα της «τριανδρίας», βοήθεια σε στρατό ξηράς. Ο Οκταβιανός του έστειλε την Οκτάβια και ελάχιστο στρατό, με αποτέλεσμα ο Μάρκος Αντώνιος να τους στείλει πίσω, χωρίς να τους χρησιμοποιήσει!

Η ανοικτή σύγκρουση με τον Οκταβιανό ήταν θέμα χρόνου. Όταν το 34 π.Χ. ο γιος της Κλεοπάτρας και του Καίσαρα, Καισαρίων, ανακηρύχτηκε «Βασιλεύς των Βασιλέων» και στους δυο γιους και τη μια κόρη που η Κλεοπάτρα απέκτησε με τον Αντώνιο, δόθηκαν βασιλικοί τίτλοι, ο Οκταβιανός τον κατηγόρησε στη Ρώμη ότι «μοιράζει» ρωμαϊκές επαρχίες. Παράλληλα ο Μάρκος Αντώνιος πήρε επίσημα διαζύγιο από την Οκτάβια και ο Οκταβιανός, που πλέον δεν είχε συγγένεια μαζί του, κήρυξε το πόλεμο στην Αίγυπτο, ήτοι στην ερωμένη του Μάρκου Αντώνιου, βασίλισσα Κλεοπάτρα. Το 31 π.Χ. υπέστη συντριπτική ήττα στην αποφασιστική ναυμαχία του Ακτίου και με τα απομεινάρια του στόλου του, επέστρεψε στην Αίγυπτο. Μετά από περίπου ένα χρόνο και έχοντας την υποστήριξη της Συγκλήτου, ο Οκταβιανός εισέβαλε στην Αίγυπτο, την οποία κατέλαβε με ευκολία. Πριν εισέλθει στα βασιλικά διαμερίσματα, η Κλεοπάτρα αυτοκτόνησε, ακολουθώντας τον εραστή της, Μάρκο Αντώνιο, που είχε αυτοκτονήσει λίγο νωρίτερα, την 1η Αυγούστου 30 π.Χ.

Ναυμαχία του Ακτίου (31 π.Χ.)

Μετά το θάνατο του Ιούλιου Καίσαρα, οι πρώην «ίππαρχοι» της Ιταλίας, Μάρκος Αντώνιος και Μάρκος Αιμίλιος Λέπιδος και ο ανιψιός και υιοθετημένος γιός του νεκρού Ρωμαίου στρατηλάτη, Γάιος Οκταβιανός, ένωσαν τις δυνάμεις τους για να εκδικηθούν τους δολοφόνους του Καίσαρα. Στις δυο μάχες που έγιναν στους Φιλίππους της Μακεδονίας το 42 π.Χ., ο Οκταβιανός παραλίγο να ηττηθεί από τον Βρούτο και σώθηκε χάρη στον Μάρκο Αντώνιο, ο οποίος ηγήθηκε της «τριανδρίας» και νίκησε τις δυνάμεις των «καισαροκτώνων», Κάσιου και Βρούτου. Ο λιγότερο φιλόδοξος, Λέπιδος, δέχτηκε να διοικήσει την Αφρική και μετά από μια διένεξη με τον Οκταβιανό, ενώ προσπαθούσε να αποκτήσει μεγαλύτερη επιρροή στη Σικελία, αποτραβήχτηκε και αργότερα παραιτήθηκε της διοικήσεώς του. Οι δυο εναπομείναντες «δελφίνοι», κράτησαν για τον εαυτό τους μεγάλα τμήματα της αυτοκρατορίας και η σύγκρουσή τους ήταν αναπόφευκτη.

Ο Οκταβιανός διοικούσε τη Δύση και επέκτεινε την επιρροή του στην Ιταλία και τη Βόρεια Αφρική, ενώ ο Μάρκος Αντώνιος διοικούσε την Ανατολή. Παρότι συνήθως οι ρομαντικές ιστορίες αγάπης δεν παίζουν σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη της στρατιωτικής ιστορίας, η περίπτωση του Αντώνιου αποτελεί την εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα. Παρότι παντρεμένος με την αδερφή του Οκταβιανού, Οκτάβια, ερωτεύτηκε την απόγονο της δυναστείας των Πτολεμαίων, βασίλισσα της Αιγύπτου, Κλεοπάτρα Ζ΄, η οποία ήταν μυθικής ομορφιάς και της οποίας προηγούμενος εραστής ήταν ο Ιούλιος Καίσαρας, με τον οποίο είχε αποκτήσει και ένα γιο.

Στο στρατιωτικό πεδίο, τη στιγμή που ο Οκταβιανός, μέσω εξαιρετικών στρατηγών και του μεγαλοφυή ναυάρχου, Μάρκου Αγρίππα, κέρδιζε νίκες και εδάφη, ο Αντώνιος εισέβαλε στην Παρθία το 36 π.Χ. και απέτυχε οικτρά, αφού έχασε στη εκστρατεία 25.000 άνδρες! Έτσι αναγκάστηκε να βασιστεί ακόμα περισσότερο στην Κλεοπάτρα για να μπορέσει να διατηρήσει την ισχύ του. Οι Ρωμαίοι βλέποντας την εξάρτηση του Αντώνιου από την Κλεοπάτρα και επηρεασμένοι από τις μηχανορραφίες του Οκταβιανού, αποφάσισαν να κηρύξουν τον πόλεμο κατά της Αιγύπτου και φυσικά ο Οκταβιανός θα οδηγούσε το ρωμαϊκό στρατό εναντίον του Αντώνιου. Σε αυτό το σημείο οφείλουμε να τονίσουμε ότι η Κλεοπάτρα είχε ονομάσει «συμβασιλέα», τον ανήλικο Καισαρίωνα, ο οποίος ως γιος του Ιούλιου Καίσαρα είχε μεγαλύτερο έρεισμα στη «διαδοχή» του, από τον Οκταβιανό, ο οποίος ήταν υιοθετημένος γιος του.

Το χειμώνα του 32 π.Χ. ο Αντώνιος βάδισε επικεφαλής 80.000 πεζών και 15.000 ιππέων στην Ελλάδα, ενώ διέθετε και 400 πλοία. Η βάση του ήταν στο Ιόνιο Πέλαγος και συγκεκριμένα στο Άκτιο, απέναντι από την Πρέβεζα. Στις αρχές του 31 π.Χ. ο Οκταβιανός μετέβη στην Ελλάδα με 73.000 πεζούς και 12.000 ιππείς, μια δύναμη ελαφρά υποδεέστερη αριθμητικά, αλλά σίγουρα καλύτερη ποιοτικά από τον αντίπαλό του. Ο ναύαρχος του Οκταβιανού, Μάρκος Βισπάνιος Αγρίππας, ξεκίνησε τον πόλεμο, όταν με το στόλο των 400 πλοίων κατέλαβε τη Μεθώνη, δημιουργώντας προβλήματα στον ανεφοδιασμό του Αντώνιου. Εν τω μεταξύ, ο Οκταβιανός πλησίασε τον Αντώνιο και στρατοπέδευσε σε μικρή απόσταση από αυτόν. Ο καιρός περνούσε και κανείς δεν αποφάσιζε να επιτεθεί. Τότε ο Αντώνιος σκέφτηκε ότι θα ήταν προτιμότερο να αναζητήσει μια αποφασιστική ναυμαχία και όχι μια καθοριστική μάχη, αφού τα πλοία του ήταν πιο «βαριά» από τα ρωμαϊκά.

Στις 2 Σεπτεμβρίου 31 π.Χ., ο στόλος του Οκταβιανού παρατάχθηκε δυτικότερα, στα ανοικτά και ήταν χωρισμένος σε τρεις μοίρες. Βορειότερα είχε μείνει ο ναύαρχος Μάρκος Αγρίππας, στο κέντρο ο Λούκιος Αρούντιος και νότια ο ίδιος ο Οκταβιανός, με τον Μάρκο Λούκιο (σύμφωνα με άλλες πηγές ο Οκταβιανός ήταν βόρεια μαζί με το ναύαρχό του, τον Μάρκο Αγρίππα, όμως οι περισσότεροι ιστορικοί τον τοποθετούν επικεφαλής της νότιας μοίρας). Ο Μάρκος Αντώνιος διέθετε 480 πλοία, εκ των οποίων τα 230 ήταν «βαριά», όμως όλα είχαν μικρότερη επάνδρωση της κανονικής, λόγω του θανάτου πολλών κωπηλατών από ασθένειες. Ο Αντώνιος χώρισε επίσης το στόλο του σε τρείς μοίρες: Βορειότερα ετέθη ο ίδιος επικεφαλής, στο κέντρο τοποθέτησε το ναύαρχο Οκτάβιο και νοτιότερα τον Σούσιο, ενώ η Κλεοπάτρα με 60 γαλέρες έμεινε στην εφεδρεία, πίσω από τους σχηματισμούς αυτούς.

Στην αρχή η ναυμαχία ήταν αμφίρροπη. Τα πλοία του Οκταβιανού ήταν πιο ευέλικτα, αλλά δεν μπορούσαν να πλησιάσουν και να εμβολίσουν τα μεγαλύτερα πλοία του Αντώνιου. Τα πλοία του Αντώνιου ήταν πλέον δυσκίνητα και δεν μπορούσαν να ακολουθήσουν τους ελιγμούς των αντιπάλων τους. Ο Αγρίππας προσπάθησε να περικυκλώσει από βορρά τη μοίρα του Αντώνιου, ο οποίος κινήθηκε βορειότερα για να τον αποφύγει ή ίσως και για να τον κυκλώσει ο ίδιος. Τα ευέλικτα πλοία του Οκταβιανού, εκμεταλλεύτηκαν το μεγάλο ρήγμα που δημιουργήθηκε και ο Λούκιος Αρούντιος μπήκε σα σφήνα μέσα στα εχθρικά πλοία. Βλέποντας την κίνηση αυτή η Κλεοπάτρα, αντί να κινηθεί με την εφεδρεία για να αντιμετωπίσει τον Ρωμαίο αντίπαλο της, κινήθηκε μέσα από το ρήγμα με όλα της τα πλοία προς την Αίγυπτο, εγκαταλείποντας τη μάχη!

Με την «λιποταξία» της Κλεοπάτρας και το στόλο του Οκταβιανού να έχει προκαλέσει ρήγμα στο δικό του, ο Μάρκος Αντώνιος έχασε την ψυχραιμία του και με 40 πλοία ακολούθησε την Κλεοπάτρα, αφήνοντας το στόλο και το στρατό του ακέφαλο, εύκολη λεία για τον Οκταβιανό και τον Αγρίππα. Περισσότερα από 100 πλοία του Αντώνιου βυθίστηκαν (ο Πλούταρχος μειώνει αυτό τον αριθμό στο μισό) και περισσότερα από 200 παραδόθηκαν, ενώ και ο στρατός του που βρισκόταν στο Άκτιο, βλέποντας την έκβαση της ναυμαχίας είτε έφυγε στην ενδοχώρα, είτε αυτομόλησε στον Οκταβιανό. Πολλά από τα πλοία του Αντώνιου αιχμαλωτίστηκαν και αρκετά παραδόθηκαν στην πυρά, αφού τους αφαιρέθηκαν τα έμβολα. Τουλάχιστον 50 έμβολα αφαιρέθηκαν από τα παραδοθέντα πλοία, εκ των οποίων τα 36 τοποθετήθηκαν στο Μνημείο του Οκταβιανού Αυγούστου. Μια εβδομάδα μετά τη μάχη, δεν υπήρχε στην περιοχή του Ακτίου τίποτα, από τον τεράστιο στόλο και στρατό του Αντώνιου. Ο νικητής Οκταβιανός έκτισε στην περιοχή, σε απόσταση οκτώ χιλιομέτρων από την Πρέβεζα, μια νέα πόλη, την οποία ονόμασε σε ανάμνηση της μεγάλης του επιτυχίας, Νικόπολη.

Με τεράστια υπεροχή, αριθμητική και ποιοτική και εξαιρετική ψυχολογία, ο Οκταβιανός εκστράτευσε τον επόμενο χρόνο στην Αίγυπτο. Οι λεγεωνάριοι του Αντώνιου λιποτάκτησαν μαζικά πριν τη μάχη εναντίον του Οκταβιανού, ενθυμούμενοι ότι ο Μάρκος Αντώνιος τους είχε αφήσει στην τύχη τους στο Άκτιο Οι λίγοι εναπομείναντες πιστοί στρατιώτες του Αντώνιου ηττήθηκαν και ο ίδιος αυτοκτόνησε για να μη συλληφθεί. Το παράδειγμά του ακολούθησε και η Κλεοπάτρα και έτσι ο Οκταβιανός υπέταξε την Αίγυπτο και επέστρεψε στη Ρώμη θριαμβευτής και μόνος κυρίαρχος της αυτοκρατορίας. Για να βεβαιωθεί ότι δε θα έχει προβλήματα στη συνέχεια της κυριαρχίας του, διέταξε τη θανάτωση του Καισαρίωνα, ενώ τα τρία μικρά παιδιά της Κλεοπάτρας και του Μάρκου Αντωνίου, τα πήρε μαζί του στην Ρώμη και τα έδωσε στην αδερφή του και πρώην σύζυγο του Αντωνίου, ώστε να τα μεγαλώσει ως Ρωμαίους πολίτες.

Μετά τη νίκη του, ο Οκταβιανός άρχισε να συγκεντρώνει «ισόβια» όλα τα ρωμαϊκά αξιώματα, χωρίς να καταλύσει επίσημα τη ρωμαϊκή δημοκρατία. Με αυτό τον τρόπο έγινε ουσιαστικά ο πρώτος Ρωμαίος αυτοκράτορας και θεμελίωσε την εποχή της ρωμαϊκής ειρήνης (“Pax Romana”).

Print Friendly, PDF & Email