Γράφει ο Σήφης Μανουσογιαννάκης, Αντιναύαρχος ΠΝ (ε.α.) και μέλος του ΕΛ.Ι.Ν.ΙΣ.

Μετά από τρείς συνεχείς αιματηρές επαναστάσεις 1821-1825, 1825-1828 και 1828-1830 η Κρήτη είχε εξ’ ολοκλήρου απελευθερωθεί ( σε Τουρκικά χέρια είχαν παραμείνει μόνο τα φρούρια του Ηρακλείου του Ρεθύμνου και των Χανίων). Ωστόσο η Κρήτη δεν συμπεριλήφθηκε στο νεοσύστατο Ελληνικό κράτος με το πρωτόκολλο της 3ης Φεβρουαρίου του 1830. ‘Εκτοτε υπήρξαν πολλές άλλες επαναστάσεις και προσπάθειες απελευθερώσεως του νησιού προκειμένου να  ενσωματωθεί  στο Ελληνικό κράτος. Η Επανάσταση του 1866-1869 «το δεύτερο 1821» όπως ονομάστηκε αποτέλεσε την κορυφαία έκφραση της επιθυμίας των Κρητών για ελευθερία και εθνική αποκατάσταση. Το κυρίαρχο σύνθημα « Ένωσις ή Θάνατος» που υποκατέστησε το παλαιό «Ελευθερία ή Θάνατος» εξέφραζε τον Εθνικό χαρακτήρα αυτής της Επανάστασης.

Η Επανάσταση εξερράγη τον Αύγουστο του 1866. Στην πρώτη επίσημη επαναστατική προκήρυξη της Γενικής Συνελεύσεως των Κρητών στο χωριό Ασκύφου των Σφακίων (21 Αυγούστου 1866) δηλώθηκε ότι η Επανάσταση ήταν η φυσική συνέχεια του 1821. Η κήρυξη της επαναστάσεως προκάλεσε μεγάλο ενθουσιασμό σε όλο τον Ελληνισμό. Όμως το επίσημο Ελληνικό κράτος στην δεκαετία του 1860 δεν ήταν ισχυρό ούτε στρατιωτικά, ούτε οικονομικά, ούτε διπλωματικά, για να αντιπαρατεθεί με την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ο τότε Βασιλιάς Γεώργιος όπως και οι περισσότεροι Έλληνες πολιτικοί εκτός του Κουμουνδούρου ήσαν αντίθετοι στην επανάσταση των Κρητών. Ωστόσο η βοήθεια της Ελλάδας προς την επανάσταση υπήρξε μεγάλη. Χωρίς αυτήν δεν θα ήταν δυνατή.

Στην Αθήνα την 29 Ιουλίου 1866 με πρωτοβουλία του Κρητικού Υποδιοικητή της Εθνικής Τραπέζης Μάρκου Ρενιέρη ιδρύθηκε η Κεντρική Επιτροπή Αγώνα (ΚΕΑ) η οποία σε συνεργασία με την Κυβέρνηση καθοδηγούσε πολιτικά τους επαναστάτες. Συντόνιζε επίσης όλες τις ενέργειες υπέρ της επανάστασης στο εσωτερικό και εξωτερικό όπως:

α. Στην διεξαγωγή εράνων για αγορά πολεμικού υλικού και άλλων εφοδίων.

β. Στην στρατολόγηση εθελοντών και την αποστολή τους στην Κρήτη.

γ. Στην αξιοποίηση του φιλοχριστιανικού/φιλοκρητικού πνεύματος στην Ευρώπη και την Αμερική.

Η ΚΕΑ ίδρυσε στην Σύρο την Επιτροπή Αποστολών με υπεύθυνο τον επίσης Κρητικό  Μίνωα Μπογιατζόγλου η οποία παραλάμβανε και έστελνε στην Κρήτη τους εθελοντές και το πολεμικό υλικό.

Η πρόοδος όμως της επανάστασης εξαρτιόταν σε μεγάλο βαθμό από την επιτυχή αντιμετώπιση δύο κολοσσιαίων ζητημάτων:

α. Της μεταφοράς στο νησί των εθελοντών και πολεμικών εφοδίων αλλά και  ρουχισμού και κυρίως τροφίμων καθώς οι Τούρκοι εφάρμοζαν την τακτική της καμένης γης. Αξίζει να σημειωθεί ότι στην Σύρο, κέντρο υποστηρίξεως της επαναστάσεως, είχαν δημιουργηθεί, εργοστάσιο κατασκευής οβιδοβόλων, πυροτεχνουργείο κατασκευής πυριτοβολών, εργοστάσια παρασκευής αλεύρων, καθώς και εργοστάσια παρασκευής υποδημάτων και ρουχισμού και:

β. Της μεταφοράς στην Ελλάδα των γυναικόπαιδων και των ηλικιωμένων προκειμένου να αποφύγουν το κύμα σφαγών που είχαν εξαπολύσει οι Τούρκοι.

Τα δύο αυτά σοβαρά προβλήματα επιδιώχθηκε αρχικά να αντιμετωπισθούν με την χρησιμοποίηση ιστιοφόρων. Τα πλοία όμως αυτά μικρού εκτοπίσματος, χαμηλής ταχύτητας και επηρεαζόμενα σοβαρά από τις καιρικές συνθήκες δεν κάλυπταν τις ανάγκες. Ιδιαίτερα όταν οι Τούρκοι επέβαλαν ναυτικό αποκλεισμό στο νησί από τις 13 Σεπτεμβρίου 1866. Είκοσι επτά ήταν τα καΐκια αυτά που επιχείρησαν να φέρουν εις πέρας το τιτάνιο αυτό έργο. Είναι θαύμα ότι τρία μόνο από αυτά συνελήφθηκαν. Τον καπετάνιο δε ενός εξ’ αυτών τον Καπετάν Σοφό μαζί με τους δύο του γιούς οι Τούρκοι κρέμασαν στο κατάρτι του πλοίου τους.

Το “Πανελλήνιον”

Τα γεγονότα αυτά οδήγησαν την ΚΕΑ στην ανάθεση του έργου αυτού στην Ελληνική Ατμοπλοΐα Σύρου η οποία είχε ιδρυθεί από τον Σφακιανό (εξ’ Ανωπόλεως) Ανδρέα Κριαρά. Η υλοποίηση της αποφάσεως αυτής δεν ήταν εύκολη καθώς η εταιρεία ήταν εμπορική και τα συμφέροντα των μετόχων ετίθεντο σε μεγάλο ρίσκο. Λέγεται ότι ο Κουμουνδούρος ήταν εκείνος που έπεισε την εταιρεία να διαθέσει τα δυο τροχήλατα ατμόπλοια της το ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ και την ΥΔΡΑ. Η ΥΔΡΑ διέσπασε τον αποκλεισμό δυο φορές και το ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΝ εννέα. Με τα πλοία αυτά υποστηρίχθηκε η επανάσταση τουλάχιστον μέχρι τον κατάπλου των αγορασθέντων από το εξωτερικό ΑΡΚΑΔΙ, ΚΡΗΤΗ και ΕΝΩΣΙΣ τροχήλατων επίσης ατμοπλοίων.

 

Το “Ύδρα”

Οι Κυβερνήτες που εναλλασσόταν στα πλοία αυτά με κορυφαίο τον Νικόλα Σουρμελή από την Μύκονο ήταν οι Αναστάσης Κοτζιάς από τα Ψαρά (απόστρατος Αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού), ο Νικόλαος  Σαχτούρης από την Ύδρα, ο Τζώτζης (δεν υπάρχουν στοιχεία για την καταγωγή του), ο Ανδρέας  Κιοσσές από την Ύδρα, ο Νικόλαος Αγγελικάρας από τα Ψαρά, ο Βασίλειος Ορλώφ από τις Σπέτσες, ο Αναστάσης Κουρεντής από το Γαλαξίδι, ο Ιωάννης Καλιγάς από την Κεφαλλονιά, και ο Επαμεινώντας Σουρίας (δεν υπάρχουν στοιχεία για την καταγωγή του). Εις τα πλοία επέβαιναν πάντα Πλοηγοί ως γνώστες της θάλασσας και των ακτών γύρω από την Κρήτη. Αυτοί ήταν ο Γ. Χατζηγρηγοράκης, οι αδελφοί Εμμανουήλ και Παύλος Τζαρδάκης και ο Παύλος Μαλανδράκης, όλοι Σφακιανοί.

Οι αποστολές που αναλάμβαναν τα πλοία αυτά κάτω από τον ασφυκτικό αποκλεισμό που ασκούσε ο Τουρκικός Στόλος (κυρίαρχος τότε στο Αιγαίο) επέβαλαν τον εξοπλισμό τους με πυροβόλα και την επάνδρωση τους με εκπαιδευμένα και απόλυτα πειθαρχημένα πληρώματα. Προς τούτο με μέριμνα του Πολεμικού Ναυτικού μεταφέρθηκαν στην Σύρο και τοποθετήθηκαν στα πλοία  πυροβόλα Armstrong επανδρώθηκαν δε εξ’ ολοκλήρου με Υπαξιωματικούς και ναύτες του Πολεμικού Ναυτικού. Είναι βέβαιον ότι η επιδεξιότητα το σθένος και ο ηρωισμός των Κυβερνητών των «Καταδρομικών» της επανάστασης δεν θα ήταν αρκετά χωρίς αυτά τα εκλεκτά πληρώματα που είχαν αποσπασθεί από το Πολεμικό Ναυτικό.

Υπάρχει πληθώρα διαταγών του Υπουργείου προς το Διευθυντήριο του Β. Ναυστάθμου αλλά και προς Κυβερνήτες Πολεμικών Πλοίων δια των οποίων διατασσόταν η απόσπαση Υπαξιωματικών και ναυτών στο εργοστάσιο της Ατμοπλοϊκής Εταιρείας στην Σύρο δήθεν για εκπαίδευση. Οι διαταγές αυτές χρονολογούνται από τον Ιανουάριο του 1868 έως και την λήξη της επαναστάσεων τον Δεκέμβρη του 1868. Οι αποσπώμενοι στην Σύρο Υπαξιωματικοί και ναύτες του Πολεμικού Ναυτικού ετίθεντο υπό τας διαταγάς του Υποπλοιάρχου Γ. Πιπίνου. Αδιάψευστο τεκμήριο της υπηρεσίας στα Καταδρομικά ανδρών του Πολεμικού Ναυτικού παρέχει ανακοίνωση της Ελληνικής Ατμοπλοΐας προς το Υπουργείο στην οποία αναγράφεται ότι «κατά την μεταξύ ΑΡΚΑΔΙΟΥ και ΙΤΖΕΔΙΝ ναυμαχία της 7ης Αυγούστου 1867 καθ’ ην κατεστράφη το ΑΡΚΑΔΙΟΝ εφονεύθησαν οι επ’ αυτού απεσπασμένοι Μάρκος Σάντος και Λουκάς Γκέλης ναύται α’ τάξεως και ο Βασ. Αγιοπετρίτης ναύτης β’ τάξεως του Β. Ναυτικού».

Κατά Φεβρουάριον επίσης του 1869 το Διοικητικό Συμβούλιο της εν Σύρω Ατμοπλοϊκής Εταιρείας έγραφε προς το Υπουργείο των Ναυτικών τα εξής:

    «Διαλυθέντος ήδη του πληρώματος της ΕΝΩΣΕΩΣ ενομίσαμεν έργον δικαιοσύνης να υποβάλομεν υμίν Κύριε Υπουργέ τα ονόματα των διακριθέντων εν τη υπηρεσία εκ των ναυτών του Βασιλικού Ναυτικού των αποτελούντων μέρος του πληρώματος της ΕΝΩΣΕΩΣ και να συστήσωμεν εις την εύνοιαν της Βασιλικής Κυβερνήσεως άπαντας τούτους ίδίως δε τον πυροβολητήν Ιωάννην Δρούδεν τον μετά τοσαύτης ευστοχίας πυροβολήσαντα κατά της Τουρκικής Ναυαρχίδος και του ταχυπλόου ΙΤΖΕΔΙΝ ως γνωστόν. Οι διακριθέντες εκ του πληρώματος της ΕΝΩΣΕΩΣ ήταν οι εξής:

Θεόδωρος Κασσιώτης Κελευστής πυροβολητής, Ιωάννης Δρούδες υποκελευστής πυροβολητής, Ιωάννης Σταύρου υποκελευστής πυροβολητής, Δημήτριος Ξενάκης δίοπος πηδαλιουχίας, Νικόλαος Ανδρέου δίοπος πυροβολητής, Ανδρέας Λεβίδης δίοπος πηδαλιουχίας, Θεόδωρος Καρυστινός δίοπος αρμένων, και Δημήτριος Μεθενίτης δίοπος αρμένων.

Καθ’ όλη την διάρκεια του αγώνος όπου η ΕΝΩΣΙΣ εκτέλεσε 46 πλόες, 10 η ΚΡΗΤΗ και 26 το ΑΡΚΑΔΙ, υπήρξαν μόνο τρία πολύ σοβαρά περιστατικά. Ο εντοπισμός και αποκλεισμός του ΑΡΚΑΔΙΟΥ στα Αντικύθηρα, από όπου με κατάλληλους χειρισμούς διέφυγε. Ο εντοπισμός και αποκλεισμός της ΕΝΩΣΕΩΣ στην Σύρο που κατέφυγε αφού ναυμάχησε με τα Τουρκικά πλοία και τέλος ο εντοπισμός και η καταστροφή του ΑΡΚΑΔΙΟΥ στην Παλαιόχωρα της Κρήτης.

Η μεγάλη επανάσταση του 1866 έληξε στο τέλος του 1868, αρχές του 1869 γιατί, οι Μεγάλες Δυνάμεις δεν επιθυμούσαν αλλαγές στο status quo στην περιοχή, το Ελληνικό κράτος πιεζόμενο ασφυκτικά δεν μπορούσε πλέον να την υποστηρίξει αλλά και εξ’ αιτίας των έριδων μεταξύ των επαναστατών. Η επόμενη επανάσταση πάντως ξεκίνησε το 1878.