Γράφει ο Υποναύαρχος (Ο) Δημήτριος Γεωργαντάς ΠΝ (ε.α.) και η Ιωάννα – Θεοδοσία Γεωργαντά

«Δεν έλεγα μεγάλα λόγια στους καφενέδες και δεν με είχαν σε υπόληψη. Όταν ζήτησαν μπουρλοτιέρηδες, παρουσιάστηκα και απόρησαν!».

Κωνσταντίνος Κανάρης (1793-1877)

Περίληψη

Σκοπός του παρόντος άρθρου είναι η μελέτη και η ανάλυση του βίου και της ερωτικής σχέσης με τη θάλασσα της σημαντικότερης φυσιογνωμίας της Ελληνικής Επανάστασης, του θρυλικού πρόμαχου της Λευτεριάς Ψαριανού στολοκαύτη Κωνσταντίνου Κανάρη. Παρουσιάζονται συνοπτικά και περιεκτικά ο βίος, οι πολεμικές ενέργειές κατά τον Αγώνα και η πολιτική συνεισφορά του Μεγάλου Έλληνα αειναύτη στην εγκαθίδρυση του νέου Ελληνικού κράτους.

Η όλη εργασία αναπτύχθηκε με γνώμονα την αναδίφηση στους ήρωες της Εθνικής παλιγγενεσίας για την εξύψωση του καταβεβλημένου ηθικού των Ελλήνων λόγω της οικονομικής κρίσης, καθώς και την επέτειο των 200 χρόνων από το απελευθερωτικό Αγώνα του 1821.


Εισαγωγή

Με την ευκαιρία του εορτασμού το 2021 της 200ης επετείου της Ελληνικής Επανάστασης του Εικοσιένα, η μελέτη αυτή αφιερώνεται στον σπουδαιότερο ναυμάχο του Αγώνα, τον Κωνσταντίνο Κανάρη, ως ελάχιστος φόρος τιμής. Ειδικότερα, στόχος, στο πλαίσιο αυτού του άρθρου, αποτελεί η μελέτη του βίου και των πολεμικών ενεργειών του πυρπολητή Κωνσταντίνου Κανάρη κατά τον Αγώνα του Ελληνικού Έθνους για την απελευθέρωση από τον επί τετρακόσια χρόνια Οθωμανικό ζυγό. Μελετώντας τη ζωή του και την εξέλιξή του, παρακολουθείς όλο το ναυτικό αγώνα και την πολιτική ιστορία της χώρας στα χρόνια 1821-1877. Στην προσπάθεια αυτή αρωγοί στάθηκαν η σχέση μου με το Πολεμικό Ναυτικό, η αγάπη για όλους τους θαλασσομάχους του Εικοσιένα και ιδιαίτερα για τη θρυλική μορφή του Κωνσταντίνου Κανάρη, η οποία παρόλο ότι πέρασαν περί τα 200 χρόνια παραμένει άσβεστη η μνήμη του, ειδικότερα στις τάξεις του Πολεμικού Ναυτικού.

  1. Το Στρατηγικό Όπλο

Επί Βυζαντίου, οι χριστιανοί είχαν ως στρατηγικό όπλο το «υγρό πυρ». Ήταν το όπλο που έδινε σημαντικό στρατηγικό πλεονέκτημα έναντι των εχθρών του Βυζαντίου. Ακολούθησαν και άλλα στρατηγικά όπλα, όπως το πυροβόλο, το πυροβολικό, το τανκ, το αεροπλάνο, το υποβρύχιο και σήμερα τα πυρηνικά. Όπλα που τοποθετούν σε θέση ισχύος αυτόν που τα κατέχει. Στο διάβα των αιώνων της πολεμικής ιστορίας διαπιστώνεται ότι το πιο ανταποκρινόμενο όπλο στην ψυχοσύνθεση και νοοτροπία του Έλληνα ήταν σίγουρα το πυρπολικό. Οι επαναστατημένοι Έλληνες του Εικοσιένα είχαν ως στρατηγικό όπλο, το πυρπολικό, πλωτή εμπρηστική βόμβα. Το όπλο αυτό, η κινούμενη βόμβα ήταν προϊόν επινοητικότητας και χρειαζόταν ιδιαίτερη δεξιοτεχνία και τόλμη στον χειρισμό του. Ως εκ τούτου δεν είναι συμπτωματικό ότι οι πυρομηχανές στα χέρια των Ελλήνων ναυτικών του Εικοσιένα εξελίχθηκαν σε τρομερό στρατηγικό πολεμικό όπλο.

Από την αρχή του Αγώνα ήταν σαφής η υπεροχή του οθωμανικού στόλου έναντι του ελληνικού, όσον αφορά το αριθμό και το μέγεθος των πλοίων, αλλά και τον οπλισμό. Ως εκ τούτου οι Οθωμανοί επιδίωκαν αναμετρήσεις κατά παράταξη, καθόσον μπορούσαν να αναπτυχθούν όλα τα πλοία τους και να επιτεθούν με ασφάλεια από απόσταση με το πυροβολικό τους. Τα μικρά ελληνικά πλοία υπερείχαν σε χειριστική ικανότητα και ευκινησία. Την δεξιότητα των ελιγμών απέκτησαν οι Έλληνες από τα προεπαναστατικά χρόνια όταν με τα καράβια τους διασπούσαν τους ναυτικούς αποκλεισμούς στα λιμάνια της Μεσογείου για να τα εφοδιάσουν με σιτηρά. Βέβαια, οι ελιγμοί και η επιδεξιότητα των ελληνικών πληρωμάτων δεν επαρκούσαν για να προσφέρουν τη νίκη κατά της οθωμανικής αρμάδας. Απαιτούνταν στρατηγικό όπλο και επιθετική στρατηγική και προς αυτή την κατεύθυνση συνέβαλε καίρια το πυρπολικό (καμίνι), η ασύμμετρη απειλή, το οποίο εκμηδένισε την υπεροχή του εχθρού. Οι Έλληνες πολύ γρήγορα εξελίχθηκαν σε επιδέξιους κατασκευαστές και χειριστές πυρπολικών. Μετασκεύαζαν σε πυρπολικά, πλοία που αιχμαλώτιζαν ή προέρχονταν από λεία πολέμου, αλλά και παλιά, μικρά, ευέλικτα και ευκολοκυβέρνητα εμπορικά πλοία, που οι ναυτικές κοινότητες των νησιών Ύδρας, Σπετσών και Ψαρών, αγόραζαν. Η μετασκευή πλοίου σε πυρπολικό ήθελε επίπονη εργασία και απαιτούσε ειδικές γνώσεις και δεξιοτεχνία (Βασιλάτος, 2003). Ο αρχιναύαρχος του Εικοσιένα Ανδρέας Μιαούλης κατέγραψε σε μία επιστολή του, μετά την ναυμαχία του Γέροντα, στην τότε κυβέρνηση της Ελλάδος, ότι: «Μοναδική μας ελπίδα στέκονταν τα μπουρλότα. Και χωρίς τα πυρπολικά δεν θα μπορούσαμε να αντιταχθούμε στα γιγαντιαία εχθρικά πολεμικά πλοία». Με την τετράγωνη λογική του πρότεινε να εξοικονομηθούν χρήματα και να αποκτηθούν περισσότερα πυρπολικά, ώστε να γίνει το κύριο επιθετικό όπλο του ελληνικού στόλου κατά του οθωμανικού.

Σχέδιο πυρπολικού

Ανεξάρτητα των επιτυχημένων προσβολών του εχθρού, η μεγαλύτερη επιτυχία των πυρπολικών εστιάζεται στον ψυχολογικό τομέα. Υπήρξαν πολλές οι περιπτώσεις που και μόνο η εμφάνιση αυτού του ανορθόδοξου όπλου ήταν αρκετή να σπείρει πανικό και τρόμο στις τάξεις των Οθωμανών και να παραλύσει κάθε σκέψη τους για εμπλοκή τους σε ναυμαχία. Οι Έλληνες με τα πυρπολικά τους κατέστρεψαν ναυαρχίδες, υποναυαρχίδες, φρεγάτες, κορβέτες και άλλα καράβια του οθωμανικού και αιγυπτιακού στόλου και επέτυχαν να γίνει ο ελληνικός στόλος κυρίαρχος του Αιγαίου. Η σκέψη των Οθωμανών ότι υπήρχε πιθανότητα χρήσης πυρπολικών από τους Έλληνες τους έκανε διστακτικούς στις ναυτικές επιχειρήσεις τους. Τα παθήματα της Ερεσού, της Χίου, της Τενέδου, της Σάμου, της Μυτιλήνης, της Αλεξάνδρειας και των άλλων «μικροεπιθέσεων» των ελληνικών πυρπολικών κατέστησαν τους Οθωμανούς πολύ άτολμους. Σκοποί άγρυπνοι, νύχτα και μέρα, πάνω στα καταστρώματα των πλοίων τους φυλούσαν ειδικά για τα πυρπολικά.

Η λέξη «πυρπολητής» προσδιόριζε τον κυβερνήτη του μπουρλότου, ο οποίος ήταν και ο τελευταίος που το εγκατέλειπε αφού προηγουμένως είχε βάλει φωτιά. Τα πυρπολικά επίσης είχαν και πληρώματα, τα οποία διακρίνονταν από δεξιοτεχνία, τόλμη και αλληλοσεβασμό. Ξακουστά ονόματα πυρπολητών υπήρξαν εκτός του Ψαριανού Κωνσταντίνου Κανάρη (1793-1877), ο Ψαριανός Δημήτριος Παπανικολής (1790-1855)1, ο Υδραίος Ανδρέας Πιπίνος (τέλη 18ου αιώνα – μετά 1836)2, ο Ψαριανός Κωνσταντίνος Νικόδημος (1795/6-1879)3, ο Υδραίος Ιωάννης Ματρόζος, ο Σπετσιώτης Αλέξανδρος Ματρόζος ή Λέκκας (1795-1855), ο Σπετσιώτης Λάζαρος Μουσιού ή Μουσιός, κ.α.

Από διάφορες πηγές αναφέρονται ως κυριότεροι πυρπολητές οι ακόλουθοι, πάντως το σύνολο των πυρπολητών ήταν κάτω από 5004:

Ψαριανοί: Νικόλαος Βρατσάνος, Ανδρέας Βρούλος, Ιωάννης Καλαφάτης, Δημήτριος Κουτσούκος, Γεώργιος Πέτρου, Νικόλαος Σαρηγιάννης, Νικόλαος Σπανός.

Υδραίοι: Αλεξανδρής Δημήτριος Αλεξανδρής, Γεώργιος Βατικιώτης, Αντώνης Βώκος του Θεοφάνους, Θεόδωρος Βώκος του Θεοφάνους, Δημήτριος Γεωργίου, Αναγνώστης Δημαμάς, Αντώνης Μπίκος Διοκαράντος, Ιωάννης Θεοχάρης, Γεώργιος Θεοχάρης, Δημήτριος Καλογιάννης, Ανδρέας Μάνεζας, Μιχαήλ Μπουντούρης, Εμμανουήλ Μπούτης, Αντώνιος Μπίκος, Ανδρέας Παπαπάνου, Ανδρέας Πινότσης, Δημήτριος Ραφαλιάς, Αναστάσιος Ραμπότσης, Μαρίνης Σπαχής, Αναστάσιος Σπαχής, Ιωάννης Στύπας, Γεώργιος Τζερεμές, Λινάρδος Τσαγκάρης, Δημήτριος Τσάπελης, Α. Φιλιππάγκος, Δήμας Φωτιάς.

Σπετσιώτες: Δημήτριος Γουδής, Ιωάννης Καστελιώτης, Δημήτριος Λάμπρου, Ανάργυρος Λεμπέσης, Κοσμάς Μπαρμπάτσης, Ανδρέας Μπάτης, Θεόδωρος Μπρέσκας, Δημήτριος Ποριώτης, Πέτρος Σπαχής, Παντελής Σπύρου, Π. Σταύρου, Παντελής Σπύρου, Ιωάννης Τσατσαρώνης, Ανδριανός Χότζας, Γεώργιος Παξινός.

  1. Ο Βίος του

Ο πυρπολητής και θαλασσομάχος Κωνσταντίνος (Κωνσταντής) Κανάρης γεννήθηκε στα Ψαρά5, το νησί των ατρόμητων, τον Μάρτιο του 1793, όπου και μεγάλωσε, όπως καταγράφεται στα μητρώα αξιωματικών του Πολεμικού Ναυτικού. Τα Ψαρά, το αποξεχασμένο νησάκι, που έβγαζε διαλεχτούς αγωνιστές το Εικοσιένα. Ήταν το μικρότερο παιδί του Ψαριανού Δημογέροντα Μιχαήλ (Μικέ) Κανάριου και της Μαρίας (Μάρως) (το γένος Μπουρέκα). Μικρός έμεινε ορφανός από πατέρα και αναγκάστηκε να δουλεύει μούτσος σε πλοία συγγενών του, κυρίως στο σιταροκάραβο του θείου του Δ. Μπουρέκα (Castellan, 1820). Είχε αλωνίσει τις θάλασσες. Πήγε στη Μάλτα, στη Μασσαλία, πέρασε πολλές φορές τα Στενά του Βοσπόρου, περιδιάβασε τα σοκάκια της Πόλης και είδε την Αγία Σοφία, κινδύνεψε στη Μαύρη Θάλασσα και γνώρισε τον κόσμο. Αρχικά το όνομά του ήταν «Κανάριος» και τελικά έγινε Κανάρης. Υπήρξε γέννημα και θρέμμα της τιμημένης και ολόμαυρης ράχης των Ψαρών. Ήταν και αυτός ένα από τα πιο λαμπρά παλικάρια της Ελληνικής Ιστορίας. Και το σημαντικότερο, γεννήθηκε ναυτικός και πολέμαρχος της θάλασσας. Από τα πρώτα χρόνια της ζωής του η καρδιά του ένιωσε την ακατανίκητη έλξη της θάλασσας. Δεν ήταν γόνος ψαριανής οικογένειας με δικό της πλοίο. Έλεγε χαρακτηριστικά: «Το σόι μου αρχίζει από εμένα!» (Λισμάνης, 2014). Εκτός από ανάγνωση που διάβαζε για τον Μέγα Αλέξανδρο (Γρηγορίου, 2003, σελίδα 22) ‧ (Φωτιάδης, 1988, σελ. 12) και έβαζε την υπογραφή του, δεν γνώριζε γραφή (ήταν αλφάβητος)6 (Φωτιάδης, 1988, σελ. 12, 746, 763). Χαρακτηρίζονταν από ντομπροσύνη, σεμνότητα, ευγένεια, καλοσύνη, μετριοφροσύνη, κάποια συστολή, αλλά και θάρρος και ευτολμία. Τραχύς όπως οι βράχοι της πατρίδας του. Όταν πέθανε ο θείος του, ανέλαβε καπετάνιος στο καράβι – μπρίκι, σε ηλικία 20 ετών. Μετέφερε εμπορεύματα από την Οδησσό στη Σύρο και στα άλλα νησιά της Άσπρης Θάλασσας (Αιγαίο). Έχοντας στο καράβι του ρώσικη σημαία, εκμεταλλευόμενος τη Συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή (1774) (Φωτιάδης, 1988, σελ. 53). Έμαθε για τη Φιλική Εταιρεία, αλλά δεν μπορούσε να μυηθεί λόγω της μικρής του ηλικίας. Όμως, η φλόγα της ελευθερίας έκαιγε στο μυαλό και την καρδιά του.

Ήταν περίπου τριάντα (30) ετών όταν άρχισε ο Αγώνας του 1821. Άνδρας με γυμνά πόδια, με βράκα, με κόκκινο φεσάκι, με ναυτικό μαντίλι δεμένο στο λαιμό του, μαζεμένος και λιγομίλητος, που δεν γέμιζε το μάτι σε κανέναν. Ναυτολογήθηκε στο στόλο των Ψαρών και συγκεκριμένα στο πλήρωμα του Καπετάν Νικολή Αποστόλη7 (1770-1827), συμμετέχοντας στις επιδρομές κατά των Οθωμανών στα μικρασιατικά παράλια. Έλαβε μέρος στη ναυμαχία της Πάτρας τον Φεβρουάριο του 1822 και εξελίχθηκε στον μεγαλύτερο πυρπολητή του Εικοσιένα8. Στις 6 Ιουνίου του 1822 έγραψε ένα από τα λαμπρότερα κατορθώματα των θαλασσινών αγώνων, πυρπολώντας τη ναυαρχίδα του Καρά Αλή στη Χίο, στις 29 Οκτωβρίου 1882, την υποναυαρχίδα του Μεχμέτ Πασά στην Τένεδο και στις 5 Αυγούστου 1824 μία φρεγάτα του Χοσρέφ Πασά έξω από τη Σάμο. Έλαβε μέρος στο παράτολμο επιχείρημα πυρπόλησης του Αιγυπτιακού στόλου στο λιμάνι της Αλεξάνδρειας στις 29 Ιουλίου 1825.

Θαύμαζε τους αρχαίους Έλληνες. Παντρεμένος το 1817 με την Δέσποινα, κόρη του Ψαριανού αγωνιστή Μανιάτη, απέκτησε έξι (6) γιους και μία (1) κόρη, την Μαρία, η οποία αρρώστησε και πέθανε το 1847, δεκαεννέα (19) ετών. Στον πρώτο του γιο έδωσε το όνομα του αγίου προστάτη των θαλασσών, Νικόλαο. Στα υπόλοιπα παιδιά του έδωσε αρχαιοελληνικά ονόματα, όπως Θεμιστοκλής (σκοτώθηκε το 1851 σε αποστολή στην Αίγυπτο), Θρασύβουλος, Μιλτιάδης, Λυκούργος (Δικηγόρος, πέθανε το 1865) και Αριστείδης (Υπολοχαγός. Σκοτώθηκε το 1863 στο Σύνταγμα σε εμφύλια σύγκρουση κομμάτων, Ορεινών – Πεδινών) (Κεχαγιάς, 2012). Είδε με τα μάτια του τα πέντε (5) από τα παιδιά του να κατεβαίνουν στον τάφο.

Υποστήριξε τον Καποδίστρια στο έργο της δημιουργίας του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους. Έφθασε στο βαθμό του Υποναυάρχου και το 1861 του απονεμήθηκε ο βαθμός του Αντιναυάρχου. Από το 1843 ασχολήθηκε ενεργά με την πολιτική. Πρόσφερε τις υπηρεσίες του στη χώρα ως Υπουργός Ναυτικών (1843), ως γερουσιαστής (1851), ως πρωθυπουργός (1844, 1848-49, 1862 και 1864-65), και το 1877-78 ως πρωθυπουργός οικουμενικής κυβέρνησης, οπότε και έφυγε για τη γειτονιά των αγγέλων.

Οι παλαιότεροι ενθυμούνται την εξοχική κατοικία του στην Κυψέλη Αθηνών, όπου ο ένδοξος πυρπολητής έζησε από το 1853 ως το τέλος της ζωής του9. Όπως πολλά παλιά σπίτια, είχε ταράτσα με κόκκινα κολωνάκια και θέα άπλετη. Στην αυλή του δέσποζε ένα εκκλησάκι των Αγίων Αποστόλων, το οποίο έχτισε με δικά του έξοδα και το οποίο σώζεται μέχρι σήμερα στους πεζόδρομους Αγίων Αποστόλων και Σουμελά, ένα πεύκο και ένα κυπαρίσσι, τα οποία φύτεψε ο ίδιος και του πρόσφεραν μεγάλη αναψυχή, όταν τα πρωινά και τα δειλινά ρέμβαζε στην ταράτσα. Φύτεψε και άλλα πολλά δέντρα, διατηρούσε περιβόλι, καθώς ζώα και όρνιθες, που περιποιόταν όλα ο ίδιος. Επίσης, στο κτήμα λειτουργούσε και λιοτρίβι. Το σπίτι ακολούθησε τη μοίρα των παλιών απροστάτευτων σπιτιών. Παρήκμασε, έμεινε ακατοίκητο και το 1967 κατεδαφίστηκε, εκτός της εκκλησίας των Αγίων Αποστόλων. Στη θέση του υψώθηκε μια απρόσωπη επταώροφη πολυκατοικία στο νούμερο 56 της οδού Κυψέλης. Στο υπέρθυρό της υπάρχει μια μαρμάρινη επιγραφή για να θυμίζει ότι εδώ κατοικούσε ο αγωνιστής του Εικοσιένα, το σύμβολο θάρρους, αγνότητας ψυχής και αυταπάρνησης για την πατρίδα. Ήταν μεγάλο λάθος που το σπίτι δεν έγινε μουσείο του θαλασσινού ήρωα. Έτσι δόθηκε διαχρονική σημασία στον αξιομνημόνευτο στίχο του ποιήματος «Στον Κανάρη» του Βίκτωρος Ουγκώ του 1838: «Κανάρη μου! Κανάρη μου! Σ’ έχουμε λησμονήσει! Καθώς απ’ τους ηρωισμούς χρόνος έχει κυλήσει».

  1. Ο Πυρπολητής

Ο Κανάρης ως κυβερνήτης πλοίου μετέφερε από Πάργα στη Λευκάδα στρατεύματα Σουλιωτών και άλλων Ηπειρωτών για να υπερασπιστούν το νησί από τον Αλή Πασά που το πολιορκούσε. Μετά δε την καταστροφή της Χίου συμμετείχε με τον Κωνσταντίνο Νικόδημο ως μέλος πληρώματος του πλοίου του Αναγνώστη, με αποστολή τη διάσωση των επιζώντων Χιωτών και Σαμίων του Λυκούργου Λογοθέτη. Ο Κανάρης γνώριζε ότι δεν υπήρχε πιθανότητα να κυβερνήσει πολεμικό πλοίο, καθόσον τα ψαριανά πλοία, αλλά και όλου του ελληνικού στόλου ήταν ιδιόκτητα10. Τα κυβερνούσαν οι ιδιοκτήτες τους και τα διέθεταν για τις ανάγκες του Αγώνα. Ήξερε ότι δεν θα μπορούσε να πολεμήσει τον οθωμανικό στόλο με καράβι. Έκανε όμως μία σημαντική διαπίστωση την Παρασκευή 27 Μαΐου 1821. Την ημέρα αυτή ο συμπατριώτης του θαλασσόλυκος Δημήτριος Παπανικολής (1790-1855) και ο εκ Λαγκαδίων Γορτυνίας Γιάννης Θεοφιλόπουλος (1790-1885) με το πυρπολικό τους11 στη Δυτική Λέσβο, στην αμμουδιά της Ερεσού, με είκοσι δύο ήρωες ναύτες, κατέκαψαν το ντελίνι του ριαλά μπέη Μπαϊραχτάρη, υποναυάρχου Αρναούτ, των 74 κανονιών και εξολόθρευσαν περίπου 1.100 αξιωματικούς και ναύτες του εχθρού και τον ίδιο τον Αρναούτ 12,13. Το γεγονός κεραυνοβόλησε τους Οθωμανούς, οι οποίοι αψηφούσαν τα μικρά πλοία του ελληνικού στόλου και αντιθέτως η ανωτέρω ασύμμετρη απειλή εναντίον των Οθωμανών ανέβασε στα ουράνια το ηθικό των Ελλήνων ναυτικών.

Ο Κανάρης αντιλήφθηκε ότι ένα ταπεινό μπουρλότο μπορούσε να προξενήσει στον εχθρό εντονότερη ζημιά από ένα μεγάλο καράβι και να είναι επικινδυνότερο των 74 μεγάλων κανονιών. Το μπουρλότο απαιτούσε μπουρλοτιέρη ψυχωμένο και ικανό ναυτικό. Χρειαζόταν ανυπέρβλητη τέχνη να πλεύσει χωρίς να σε αντιληφθούν διαμέσου των υπεροπλισμένων καραβιών του εχθρού. Χρειαζόταν αφάνταστο κουράγιο και ψυχραιμία να πλευρίσει το μπουρλότο στο μεγάλο καράβι, να το βάλει φωτιά, να απομακρυνθεί με βάρκα σώος αυτός και το πλήρωμά του. Ο Κανάρης διαισθανόταν ότι είχε την ψυχή, ενώ συγχρόνως διέθετε απόλυτη γνώση της θάλασσας. Ήξερε ότι πρέπει να μελετά κάθε ενέργεια, να εντοπίζει τις δυσκολίες που θα αντιμετώπιζε και να εφευρίσκει τρόπους που θα τις υπερφαλαγγίζει, ώστε να είναι πάντοτε αποτελεσματικός. Η τρομερή θέληση ήταν ζωγραφισμένη στα μάτια του και αφάνταστη φλόγα κρύβονταν μέσα τους. Μία θέληση και αποφασιστικότητα που έκανε τους εχθρούς της Ελλάδας να τον τρέμουν. Ήταν γεννημένος να μεγαλουργήσει!

  1. Ο Στολοκαύτης

Η παλληκαριά και η ναυτική τέχνη του Κανάρη διαπιστώθηκαν τον Φεβρουάριο του 1822, στη ναυμαχία της Πάτρας. Ο ελληνικός στόλος επιτέθηκε στην οθωμανική αρμάδα, για πρώτη φορά σε εκ παρατάξεως ναυμαχία και μάλιστα με μεγάλη θαλασσοταραχή. Οι δύο στόλοι υπέστησαν ζημιές, περισσότερες όμως ο οθωμανικός που διασκορπίστηκε και τράπηκε σε φυγή. Στη ναυμαχία αυτή αποδείχθηκε η τόλμη και η επιδεξιότητα των Ελλήνων ναυτικών, αλλά και ότι ήταν αδύνατο οι 3 ελληνικές κορβέτες και τα μικρά πλοία με τα μικρά κανόνια να κατέστρεφαν τα ντελίνια (θωρηκτά) και τις φρεγάτες των εχθρών. Ο ναύαρχος Ανδρέας Μιαούλης14 πρόσεξε αμέσως τη λεόντεια καρδιά, τις ικανότητες – δεξιότητες του Κανάρη15 και από τότε τον υπολόγιζε και του ανέθετε τις πιο επικίνδυνες αποστολές με τα μπουρλότα, που αποτελούσαν την κύρια ελπίδα των Ελλήνων, γιατί γνώριζε ότι θα τις φέρει σε πέρας (Λισμάνης, 2014).

Τελικά ο μικρόσωμος θαλασσόλυκος έγινε ατρόμητος μπουρλοτιέρης. Στις 30 Μαρτίου 1822 (Μεγάλη Πέμπτη), ο οθωμανικός στόλος (ντονανμάς) του αρχιναύαρχου Καρά Αλή16 (1778-1822) κατέπλευσε στην επαναστατημένη Χίο, το κόσμημα του Αιγαίου, με 46 πλοία (6 ντελίνια, 10 φρεγάτες και 18 κορβέτες και μπρίκια). Ο Καρά Αλή βρήκε απαράσκευη και ανέτοιμη για επανάσταση τη Χίο. Αποβίβασε 7.000 στρατιώτες και ληστρικότατα ένοπλα στίφη από τα παράλια της Μικρασίας, με διαταγή να καταπνίξουν την εξέγερση και να μην αφήσουν ζωντανό κανέναν (Ακεστορίδης, 1977). Αρχομένης από την Κυριακή του Πάσχα (2 Απριλίου 1822) και επί ένα μήνα οι Οθωμανοί έσφαζαν και αιχμαλώτιζαν, χωρίς κανένα όριο και περιορισμό στην καταστροφή. Από τους 120.000 κατοίκους, 30.000 εξοντώθηκαν, 48.000 πουλήθηκαν ως δούλοι, 2.000 περίπου μόνο απόμειναν μέσα στα ερείπια και οι υπόλοιποι περίπου 40.000 διέφυγαν με πλοία σε διάφορα ελληνικά μέρη και στην Ευρώπη. Άφησαν να ζήσουν μόνο οι καθολικοί κάτοικοι του νησιού και οι χριστιανικοί πληθυσμοί των είκοσι δύο μαστιχοφόρων χωριών, που προμήθευαν με μαστίχα το χαρέμι του Σουλτάνου. Η σφαγή της Χίου ξεσήκωσε την φιλελεύθερη, προοδευτική και τίμια κοινή γνώμη της Ευρώπης υπέρ της ελληνικής επανάστασης. Ο Γάλλος ζωγράφος Ευγένιος Ντελακρουά (1798-1863) δημιούργησε τον περίφημο πίνακα που εκτίθεται στο μουσείο Λούβρο του Παρισιού. Ο Γάλλος μυθιστοριογράφος Βίκτωρ Ουγκώ (1802-1885) στα ποιήματά του «Στον Κανάρη», «Ναβαρίνο» και «Orientales», ο Γερμανός Muller στο ποίημά του «Χιώτης», καθώς και ο Ανδρέας Κάλβος (1792-1869) στα ποιήματά του «Ηφαίστεια» και «Εις Χίον», περιγράφουν ανατριχιαστικά τις βαρβαρότητες των Οθωμανών. Δυστυχώς οι υποκριτικές κυβερνήσεις των ευρωπαϊκών κρατών (Γαλλίας, Αγγλίας, Αυστρίας, κ.α.) ήταν άδικες στον Ελληνικό απελευθερωτικό αγώνα και πολλές υποστήριζαν και βοήθησαν πολλάκις τους Οθωμανούς, κατασκοπεύοντας τις κινήσεις των Ελλήνων και ενημερώνοντας τους Οθωμανούς, αλλά και πολλές φορές κινήθηκαν εναντίον των επαναστατημένων Ελλήνων (όπως πχ οι πρόξενοι της Χίου, ο κυβερνήτης της Γαλλικής φρεγάτας Βιελά, κ.α.).

Πίνακας του Λύτρα με θέμα την πυρπόληση της ναυαρχίδας του Καρά Αλή.

Η οθωμανική αρμάδα συνέχισε να ελλιμενίζεται στη Χίο μέχρι τον Ιούνιο του 1822. Ένιωθαν περηφάνια που κατέπνιξαν στο αίμα την εξέγερση του νησιού. Το Ραμαζάνι τους (νηστεία) τελείωσε και στις 6 Ιουνίου του 1822 γιόρταζαν το Μπαϊράμι με φωταψίες και αλαλαγμούς πάνω στα καράβια τους. Ο ναύαρχος του ελληνικού στόλου αποφάσισε ότι η καλύτερη στρατηγική λύση ήταν η χρησιμοποίηση πυρπολικών. Στο εγχείρημα αυτό θα βοηθούσαν δύο παράγοντες: αφενός το ότι η νύχτα ήταν πολύ σκοτεινή και αφετέρου ότι λόγω Μπαϊραμιού τα μέτρα φρούρησης θα ήταν ελλιπή. Το επικίνδυνο εγχείρημα ανατέθηκε στον Ψαριανό Κωνσταντίνο Κανάρη, ο οποίος και θα επιτύγχανε το πρώτο του τρόπαιο και τον Υδραίο Ανδρέα Πιπίνο (1788-1836), μαζί με σαράντα τρεις ναύτες πλήρωμα. Ως χρόνος επιλέχθηκε η ασέληνη νύχτα της 6ης Ιουνίου 1822. Ο Πιπίνος προσπάθησε να αγκιστρώσει το πυρπολικό του στο ντελίνι, την υποναυαρχίδα του Μουχτάρμπεη, αλλά απέτυχε να την κάψει, την κατάντησε όμως απόλεμη. Αποφασισμένος ο Κανάρης προχώρησε ατάραχος κατευθείαν πάνω στο εχθρικό ντελίνι (θωρηκτό) μονολογώντας: «Κωνσταντή, ετοιμάσου να πεθάνεις!». Είχε ξεγράψει τη ζωή του, γι’ αυτό κατόρθωσε να κάνει πραγματικότητα το τολμηρό του σχέδιο. Πλεύρισε με το πυρπολικό του (ηφαίστειο), που έφερε αυστριακή σημαία, στην ναυαρχίδα «Νικητής» του αλαζόνα Καπουδάν Πασά Καρά Αλή. Αργότερα δε ο Κανάρης έλεγε: «Ήταν τόσοι πολλοί πάνω στο εχθρικό καράβι, αφού μόνο να έφτυναν θα μας έπνιγαν!» (Γρηγορίου, 2003, σελ. 149) ‧ (Φωτιάδης, 1988, σελ. 237). Εντόπισε με το αετίσιο μάτι του μία μπουκαπόρτα κανονιού ανοιχτή. Στο σημείο εκείνο ενσφήνωσε το μπαστούνι του μπουρλότου, το σταθεροποίησε με τα τεσσαροχάλια και το άναψε. Η φωτιά μεταδόθηκε κεραυνοβόλα στην μπαρουταποθήκη της ναυαρχίδας, με τα 84 κανόνια και η οποία τινάχθηκε σαν πυροτέχνημα στον αέρα, μαζί με περίπου 2.100 αξιωματικούς και ναύτες. Όπως στην Παλιά Διαθήκη ο μικρόσωμος Δαυίδ κατανίκησε τον γίγαντα Γολιάθ. Την ημέρα αυτή ο Κανάρης έγραψε την ενδοξότερη σελίδα της ελληνικής ναυτικής ιστορίας. Ο Οθωμανός αιμοσταγής στόλαρχος ξύπνησε μεθυσμένος και αλλόφρων, προσπάθησε με βάρκα να απομακρυνθεί από την πύρινη λαίλαπα, αλλά ένα φλεγόμενο μαδέρι τον άφησε στον τόπο, πληρώνοντας έτσι το αθώο αίμα των κατοίκων της Χίου. Έπαθαν ζημιές και άλλα 6 καράβια τους. Οι Οθωμανοί με τα εναπομείναντα καράβια τους και με το ηθικό στο ναδίρ κατευθύνθηκαν στα Στενά για να σωθούν (Τ.Ψ, 1983). Αποτέλεσμα αυτής της νίκης του ελληνικού στόλου και του θαύματος του Κανάρη, ήταν ο οθωμανικός στόλος να μην μπορέσει να ανεφοδιάσει τον Δράμαλη στην Πελοπόννησο και να ηττηθεί κατά κράτος από τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη στα Δερβενάκια.

Η Υψηλή Πύλη μετά την πανωλεθρία και τον άδοξο θάνατο του Καρά Αλή όρισε νέο αρχιναύαρχο τον Χοσρέφ Μεχμέτ Πασά, τον επιλεγόμενο «Τοπάλ» (=χωλό, 1769-1855), ο οποίος σκότωσε τον Αλή Πασά στη λίμνη στα Ιωάννινα. Στην αρχή ο Μεχμέτ Πασάς προσποιήθηκε πραότητα και ευσπλαχνία, ώστε να καθυποτάξει τα νησιά. Ο νέος αρχιναύαρχος έπλευσε τον Σεπτέμβριο του 1822 με τον στόλο του στον Αργολικό κόλπο, αποτελούμενο από 84 πολεμικά, δίκροτα και φρεγάτες. Το Ναύπλιο πολιορκούνταν στενά από ξηρά από τον Κολοκοτρώνη και από θάλασσα από ένα μικρό ελληνικό στόλο. Ο ανεφοδιασμός του Ναυπλίου από τον Οθωμανικό στόλο ήταν απαραίτητος, προκειμένου να αντέξει και να μην παραδοθεί στους Έλληνες. Παρόλο ότι είχε υπέρτερες ναυτικές δυνάμεις, ο πονηρός Μεχμέτ Πασάς, φοβήθηκε την τύχη του Καρά Αλή και δεν τόλμησε την αναμέτρηση. Εγκατέλειψε το Ναύπλιο17 στην τύχη του και κατέπλευσε στον κόλπο της Σούδας και στη συνέχεια βόρεια και αγκυροβόλησε μεταξύ Τενέδου και Ασιατικής Ακτής, με ετοιμότητα να καταφύγει, η «ακατανίκητη αρμάδα» των Οθωμανών, στην ασφάλεια των Δαρδανελίων και στον ναύσταθμο (στέσο) της Κωνσταντινούπολης, στον πρώτο κίνδυνο των ελληνικών πυρπολικών.

Στην Ευρώπη και Αμερική ο υπερήρωας Κανάρης έγινε θρύλος18. Όμως, στην ψυχή του ο Κανάρης δεν είχε χώρο για αλαζονεία, αλλά για την ελευθερία του Γένους. Δεν ξιπάστηκε και δεν επαναπαύτηκε στις δάφνες του ή συγκεκριμένα πάνω στην τέφρα και τα ναυάγια του οθωμανικού στόλου. Πέντε μήνες αργότερα, τη νύχτα της 29ης Οκτωβρίου 1822 προκάλεσε δεύτερο σοβαρό κτύπημα στον οθωμανικό στόλο (ντονανμά), κερδίζοντας το δεύτερο τρόπαιό του. Δύο πυρπολικά με 45 συντροφοναύτες κατέφθασαν από τα Ψαρά υπό τον Κανάρη και Γεώργιο Βρατσάνο και παρεισέδυσαν αθόρυβα ανάμεσα στον αγκυροβολημένο οθωμανικό στόλο μεταξύ Τενέδου και Ασιατικών ακτών, έχοντας οθωμανικές σημαίες στα κατάρτια τους και φορώντας οθωμανικές ναυτικές στολές. Ο μεν Βρατσάνος προσπάθησε να προσκολλήσει το πυρπολικό του σε μία φρεγάτα, αλλά τα ρεύματα το παρέσυραν μακριά. Όμως, ο επιτήδειος Κανάρης αγκίστρωσε γερά το μπουρλότο του πάνω στο πλοίο – θήραμα, στο ντελίνι – υποναυαρχίδα του αντιναυάρχου Καπουδάν μπέη Ιμπραήμ, ενώ ο αρχιναύαρχος με την ναυαρχίδα του είχε προλάβει ήδη να εισέλθει στα στενά των Δαρδανελείων. Το εχθρικό πλοίο λαμπάδιασε και από τους 800 ναύτες του σώθηκαν ελάχιστοι. Ο καπουδάν μπέης τρομοκρατημένος διέταξε άμεσα άπαρση των πλοίων και την άτακτη υποχώρηση στα Στενά19. Πάνω στον πανικό, 12 πλοία του συγκρούστηκαν μεταξύ τους, 2 φρεγάτες και 1 κορβέτα προσάραξαν στην Τένεδο και ένα άλλο εγκαταλελειμμένο από το πλήρωμά του παρασύρθηκε ακυβέρνητο από τα ρεύματα μέχρι τον Τσεσμέ, ανατολικά της Χίου, όπου το ρυμούλκησε το γαλλικό πολεμικό πλοίο LACTIVE. Οι Τούρκοι θεώρησαν υπαίτιο της καταστροφής τον Ιμπραήμ, του οποίου πήρε άμεσα το κεφάλι ο Σουλτάνος. Ο Κανάρης δεν σταμάτησε τις πολεμικές ενέργειές του, αλλά προχώρησε και σε άλλες καταστρεπτικές πυρπολήσεις του οθωμανικού στόλου.

Στις ευρωπαϊκές εφημερίδες της εποχής αναγράφονταν ότι οι Οθωμανοί είχαν μείνει ίδιοι όπως ήταν την πρώτη φορά που τα καράβια τους αγκυροβόλησαν έξω από τις ευρωπαϊκές ακτές. Ασιάτες βάρβαροι που ο πολιτισμός τους δεν είχε τίποτε κοινό με τον ευρωπαϊκό (Τερέντσιο, 1990). Όλη δε η Ευρώπη μιλούσε για τα κατορθώματα του θρυλικού Ψαριανού. Ο υπερήρωας Κανάρης συγκέντρωσε τον γενικό θαυμασμό, δημιούργησε ευχάριστη αύρα γύρω από το όνομά του και ασκούσε μαγική γοητεία. Ο Γάλλος ναύαρχος και ιστορικός Jurien de la Graviere έγραφε: «Ο αλάθητος Κανάρης συγκίνησε τις καρδιές των ποιητών και οι ναυτικοί όλου του κόσμου τον θαυμάζουν. Εντός 6 μηνών κατέστρεψε δύο πολεμικά πλοία των Οθωμανών και σκότωσε 3.000 εχθρούς. Στο άκουσμα του ονόματός του μόνο, ο οθωμανικός στόλος τρέπεται σε άτακτη φυγή!». Ο ποιητής Γεώργιος Στρατήγης (1860-1938) στο ποίημά του «Ματρόζος» εξύμνησε το κατόρθωμα του Κανάρη στην Τένεδο και έδωσε συγκλονιστική περιγραφή των κινδύνων που αντιμετώπισε. Το σημαντικότερο είναι ότι χάρη στον Κανάρη ξεπήδησαν πολλοί αντάξιοι και ψυχωμένοι μπουρλοτιέρηδες, όπως ο Κωνσταντίνος Νικόδημος, ο Γιάννης Θεοφιλόπουλος (1790-1885) (Θεοφιλόπουλος, 1996), ο Ιωάννης Δημουλίτσας ή Πατατούκας από την Πάργα (… – 1823), ο Υδραίος Γεώργιος Θεοχάρης, ο Σπετσιώτης Πέτρος Σπαχής, ο Υδραίος Γ. Πολίτης, ο Ρομπότσης, ο Γιώργος Τσαμπαρλής, ο Τσάπελης, ο Ραφαλιάς, κ.α.

Ο Σουλτάνος Μαχμούτ Β΄ (1808-1839), μετά κυρίως τις επιτυχίες του Κανάρη, επέβαλε αλλαγές τακτικής στη θάλασσα. Οι Οθωμανοί το 1823 σταματούν την κατασκευή μεγάλων πλοίων, διότι διαπίστωσαν ότι ήταν ευάλωτα για τα πυρπολικά και στρέφονται σε γρήγορες και ευκολοκίνητες φρεγάτες. Παράλληλα προσέλαβαν Γάλλους αξιωματικούς για την εκπαίδευση των πληρωμάτων των καραβιών. Συγχρόνως διασφαλίστηκε, χάριν της αλεπούς Χοσρέφ Πασά, η σύμπραξη με τον αιγυπτιακό στόλο εναντίον των Ελλήνων (Κεχαγιάς, 2012). Κατά τη διάρκεια του έτους 1823 ο οθωμανικός στόλος ανεφοδίασε μόνο τα φρούρια της Μεθώνης – Κορώνης. Προχώρησε δε σε κάποιες αγριότητες στις περιοχές Καρύστου – Θερμαϊκού. Τον Σεπτέμβριο του 1823 ο Κανάρης και ο Νικόδημος ρίχτηκαν σε δύο φρεγάτες του εχθρού. Άναψαν τα μπουρλότα, αλλά οι φρεγάτες σήκωσαν πανιά και ξεκόλλησαν τα μπουρλότα. Οι αθάνατοι ναύτες τραυματίστηκαν (ο Κανάρης τραυματίστηκε σοβαρά στο χέρι), αλλά συνέχισαν τον αγώνα τους. Χτύπησαν πάλι στις 20 Οκτωβρίου 1823 με τα μπουρλότα τους τον εναπομείναντα οθωμανικό στόλο στην Αγία Μαρίνα Εύβοιας και συνέλαβαν μερικά πλοία του εχθρού (Φωτιάδης, 1988, σελ. 339). Έντρομος ο οθωμανικός στόλος κλείστηκε στα στενά του Ελλησπόντου.

Τον Μάρτιο του 1824 ο Βερβερίνος κουρσάρος Ισμαήλ Γιβραλτάρ με 4 φρεγάτες, 6 κορβέτες και 10 μπρίκια, κατέπνιξε στο αίμα την επανάσταση στην Κρήτη και τέλη Μαΐου, επιτέθηκε στην Κάσο, την οποία και κατέστρεψε ολοσχερώς. Παράλληλα ο οθωμανικός στόλος, υπό τον Χοσρέφ Πασά, αποτελούμενος από 80 πολεμικά και 30 μεταγωγικά, συγκεντρώθηκε στη Μυτιλήνη για να επιτεθεί στο δοξασμένο βράχο του Αιγαίου, στα Ψαρά. Ο ελληνικός στόλος ήταν απροετοίμαστος, καθόσον η κυβέρνηση του Γεωργίου Κουντουριώτη δεν βοήθησε λόγω εμφυλίου πολέμου, αλλά και λόγω έλλειψης οικονομικών πόρων. Ο Κανάρης πρότεινε στους Ψαριανούς να επιτεθούν εναντίον του Χοσρέφ Πασά με τα πυρπολικά τους, που ήδη βρίσκονταν στο λιμάνι των Ψαρών. Ήταν σίγουρος ότι ο παμπόνηρος Οθωμανός αρχιναύαρχος θα τρομοκρατούνταν και θα δινόταν χρόνος στον ελληνικό στόλο να προετοιμαστεί και να καταπλεύσει στα Ψαρά. Δυστυχώς οι Ψαριανοί προύχοντες απέρριψαν τη στρατηγική λύση του Κανάρη και επιπλέον έβγαλαν από όλα τα πλεούμενα τα τιμόνια, ώστε όλοι να αναγκαστούν να παραμείνουν στη ξηρά (Γρηγορίου, 2003, σελίδα 63) ‧ (Φωτιάδης, 1988, σελ. 392) και μαζί με άλλους χίλιους μισθοφόρους που ήρθαν από Θεσσαλία και Μακεδονία να αντιμετωπίσουν τους Οθωμανούς. Ο διαβολικός Οθωμανός αρχιναύαρχος την Παρασκευή 20 Ιουνίου 1824 κατέπλευσε στα Ψαρά, με περίπου 235 πλοία (2 ντελίνια των 74 κανονιών, 5 φρεγάτες, 45 κορβέτες, μπρίκια, σκούνες, 30 φορτηγά, κ.α.), όπου αποβίβασε 15.000 Γενίτσαρους και Αρναούτηδες με διαταγή να εξοντώσουν όλους τους κατοίκους (περίπου 30.000) (Φωτιάδης, 1988, σελ. 398), εν ψυχρώ δια πυρός και σιδήρου. Ενώ ο ελληνικός στόλος με τον Γιώργο Σαχτούρη έπλεε να σώσει την καταστραφείσα ήδη Κάσο, για να μαζέψει δυστυχώς δάκρια! Παρά την ηρωική αντίσταση των Ψαριανών, την μαύρη και άχαρη εκείνη μέρα, το νησί υπέστη τρομερή καταστροφή. Μόνο περίπου 3.600 Ψαριανοί διασώθηκαν στις Σπέτσες, Σύρο, Μονεμβασιά και άλλα νησιά. Ο Ψαριανός πυρπολητής και ο ιστορικός – πυρπολητής Κωνσταντίνος Νικόδημος, σύγχρονος και συμπολεμιστής του Κανάρη και Παπανικολή, με τα ιστορικά του βιβλία, προσέδωσε μια πλήρη εικόνα και περιέγραψε με αντικειμενικότητα και λεπτομερώς τα ηρωικά κατορθώματα των Ψαριανών, καθώς και τα τραγικά γεγονότα της καταστροφής, όπως ο ίδιος τα είδε και τα βίωσε. Θα παραμείνει στη μνήμη των Ελλήνων η συλλογική πράξη αυτοθυσίας των Ψαριανών, που προτίμησαν να γίνουν «παρανάλωμα πυρός» στο Φτελιό, στη Χώρα, στο Παλιόκαστρο, στον Ερινό, στις μικρές νήσους Δασκαλιό και Αί Νικόλα, και σε άλλα σημεία αντίστασης του νησιού, για να μην πέσουν στα χέρια των Οθωμανών (Γρηγορίου, 2003, σελ. 64-65) και να μετατραπεί το νησί τους σε «ολόμαυρη ράχη», όπως αποδόθηκε τραγικά στο ποίημα του Διονυσίου Σολομού (1798-1857): «Στων Ψαρών την ολόμαυρη ράχη, περπατώντας η δόξα μονάχη …». Τα Ψαρά, το προπύργιο του Αιγαίου και όλης της Ελλάδος, καταστράφηκαν ολοσχερώς, καθώς επίσης και τα Ψαριανά καράβια και μόνο λίγα Ψαριανά καράβια και πυρπολικά διασώθηκαν για να συνεχίσουν τον Αγώνα και να εκδικηθούν την καταστροφή του νησιού τους. Διασώθηκαν για να θυμίζουν σε όσους Ψαριανούς σώθηκαν την ένδοξη πατρίδα τους. Από τη στιγμή του μεγάλου χαλασμού, μία επιθυμία είχαν: να ξαναγυρίσουν στο νησί τους. Ο Κανάρης, ο Νικόδημος και οι άλλοι μπουρλοτιέρηδες πολέμησαν με τα πυρπολικά τους, αλλά δεν κατάφεραν να αλλάξουν τα σχέδια του Οθωμανού αρχιναυάρχου. Βοήθησαν όμως να διαφύγουν αρκετοί Ψαριανοί με πλοία, γιατί οι Οθωμανοί είχαν και το φόβο των πυρπολητών μην τους κάψουν τα καράβια. Ο Χοσρέφ αιχμαλώτισε 12 ξαρμάτωτα πολεμικά, 2 μπουρλότα και περίπου 100 μίστικα, γολέτες, σακολέβες, τρεχαντήρια και άλλα πιο μικρά. Ξέφυγαν μέσα από την οθωμανική αρμάδα 16 πολεμικά (τα περισσότερα χωρίς τιμόνι), 7 μπουρλότα και 100 ελαφρά πλεούμενα (Φωτιάδης, 1988, σελ. 432-433). Σε ένα από αυτά βρίσκονταν η γυναίκα του Κανάρη με τα 4 παιδιά του. Ο Κανάρης τους μετέφερε στη Σύρο και αργότερα στη Μονεμβασιά. Οι απώλειες των Οθωμανών ήταν περίπου 3.500 στρατιώτες. Ο Χοσρέφ άφησε περίπου 2.000 στρατιώτες φρουρά στον νησί και αποτραβήχτηκε στη Μυτιλήνη. Στην ιστορία της Ελλάδας τα Ψαρά υψώνονται ως νέες Θερμοπύλες, γεμάτες αίμα, μέσα στο καταγάλανο Αιγαίο. Σαν ένα αιώνιο «Μολών λαβέ». Την αδιαφορία των προυχόντων των Ψαρών στη στρατηγική επιλογή του Κανάρη αναπαριστά δραματικά στο ποίημά του «Κανάρης», ο Αλέξανδρος Πάλλης (1851-1935). Ο εθνικός ευεργέτης Ιωάννης Βαρβάκης (1745-1825) μαθαίνοντας ότι η πατρίδα του καταστράφηκε ναύλωσε καράβι με ρούχα και τρόφιμα και τα έφερε στη Μονεμβασιά και στο Ναύπλιο. Πεθαίνοντας στη Ζάκυνθο άφησε μεγάλο μέρος από την περιουσία του για να αγοραστούν από τη σκλαβιά γυναικόπαιδα, να γίνουν σχολεία και να ξαναχτιστούν τα Ψαρά (Φωτιάδης, 1988, σελ. 460-461).

Οι Έλληνες κατάλαβαν με τον σκληρότερο διδακτικό τρόπο ότι οι εγωισμοί και οι μικροτοπικισμοί έπρεπε να τεθούν στην άκρη. Ο ελληνικός στόλος (φλότα) χωρίστηκε σε δύο μοίρες με αρχηγούς Υδραίους ναυμάχους. Γιατί έπρεπε να αντιμετωπίσει δύο εχθρικούς στόλους, τον οθωμανικό του Χοσρέφ Πασά και τον αιγυπτιακό του Ιμπραήμ Πασά. Στη μία μοίρα τέθηκε αρχηγός ο Ανδρέας Μιαούλης, στην οποία συμμετείχαν οι Κανάρης, Παπανικολής, Νικόδημος, κ.α. με τα μπουρλότα τους και στην άλλη ο Γεώργιος Σαχτούρης (1783-1841). Την 3η Ιουλίου 1824 η ελληνική μοίρα του στόλου του Σαχτούρη κατέπλευσε στα Ψαρά. Η πάνω από 2.000 δύναμη Οθωμανών και Αλβανών που είχε εγκατασταθεί από τον Χοσρέφ Πασά ως φρουρά αποδεκατίστηκε. Έτσι πήραν μία πρώτη εκδίκηση οι Ψαριανοί ναυμάχοι (Κανάρης, Αποστόλης, Παπανικολής, Νικόδημος, κ.α.) για την σφαγή των συμπατριωτών τους. Συνενωμένος ο ελληνικός στόλος κατέπλευσε στη Σάμο. Περί τις 30 Ιουλίου 1824 ο Χοσρέφ Πασάς ήταν αγκυροβολημένος στο στενό κανάλι μεταξύ Σάμου και Μυκάλης. Ο αλαζόνας χωλός Οθωμανός αρχιναύαρχος σχεδίαζε να αποβιβάσει στο νησί χιλιάδες στρατιώτες που ήταν στρατοπεδευμένοι στην παραλία της Μυκάλης και να καταστρέψει και τη Σάμο. Ήταν το δυναμικότερο νησί του Αιγαίου που κρατούσε ψηλά τη σημαία της Επανάστασης. Το προπύργιο στο οποίο οι Οθωμανοί αποφάσισαν να προσφέρουν την ίδια τύχη με τη Χίο, την Κάσο και τα ηρωικά Ψαρά. Ευτυχώς, οι Σάμιοι με τον αρχηγό τους Λυκούργο Λογοθέτη20 (1772-1850) ήταν προετοιμασμένοι και με τον άριστα εκπαιδευμένο στρατό τους πολέμησαν με καρτερία και γενναιότητα. Η πρώτη απόπειρα αποβίβασης του οθωμανικού στρατού στο χωριό Τηγάνι (σημερινό Πυθαγόρειο) απέτυχε. Ο Κανάρης άφησε τη μοίρα του Μιαούλη και από την Τήνο έπλευσε και συνάντησε τη μοίρα του Σαχτούρη. Περί τις 5 Αυγούστου 1824 με ηρωική προσπάθεια έδωσε το αποφασιστικό κτύπημα καίοντας την φρεγάτα «ΜΠΟΥΡΛΟΤ ΚΟΡΚΜΑΖ – Άφοβη στο μπουρλότο»21 και πήρε τρίτη μεγαλύτερη εκδίκηση για την καταστροφή του νησιού του. Αλλά και τα άλλα μπουρλότα των Υδραίων Βατικιώτη, Ραφαλιά, Ρομπότση και του Σπετσιώτη Λέκα Ματρόζου έκαψαν μία κορβέτα και μπρίκια του εχθρού. Εκείνη τη μέρα κάθε μπουρλοτιέρης ήταν ένας «μικρός θεός»! Ο ενωμένος οθωμανικός22, αιγυπτιακός και οι άλλοι τρεις στόλοι παρεμποδίστηκαν από τον Υδραίο υποναύαρχο Γεώργιο Σαχτούρη (1783-1841) να πλεύσουν βόρεια και περί την 6η Αυγούστου 1824 κατευθύνθηκαν προς την Κω και κατέπλευσαν στον κόλπο του Γέροντα. Οι μπουρλοτιέρηδες Νικόδημος, Παπανικολής, Πιπίνος, Γιάννης Μταρόζος και Λάζαρος Μουσιού όρμησαν με τα μπουρλότα τους στις φρεγάτες του Ιμπραήμ Πασά και τις κατατρομοκράτησαν. Ο Υδραίος Γιώργος Θεοχάρης ή Παπαντώνης και ο Βατικιώτης πυρπόλησαν μία αιγυπτιακή φρεγάτα. Ο Κανάρης δεν συμμετείχε, γιατί δεν είχε μπουρλότο! Παρακαλούσε στο Ναύπλιο την κυβέρνηση να του δώσει ένα μπουρλότο. Στις 29 Αυγούστου 1824 ο ελληνικός στόλος με τον θαλασσόλυκο με τα σιδερένια νεύρα Υδραίο ναύαρχο Ανδρέα Μιαούλη (1783-1841) και με τους υπόλοιπους θαλασσομάχους του Αγώνα Σαχτούρη, Νικολή Αποστόλη, Τομπάζη, Αντώνη Κριεζή, Τσαμαδό, Κολαντρούτσο (ναύαρχο Σπετσών), Σπετσιώτη Αναγνώστη, Κυριακό, κ.α., καταναυμάχησε στο Γέροντα τις πέντε αρμάδες του εχθρού (Σουλτάνου, Μωχάμεντ Άλη, Αλγερίου, Τούνεζι και Τρίπολης) και εκμηδένισε τους τρεις δαιμόνιους εχθρικούς ναύαρχους (Χοσρέφ, Ιμπραήμ, Ισμαήλ Γιβραλτάρ). Μετά τη ναυμαχία (μπατάγια) ο ελληνικός στόλος κυριάρχησε πλήρως στο Αιγαίο, και ο οθωμανικός στόλος κλείστηκε πλέον στην ασφάλεια του Βόσπορου.

Ο Χοσρέφ είχε εισέρθει στα Στενά περί τις 22 Σεπτεμβρίου 1824, αφήνοντας στην Άσπρη Θάλασσα τον όμοιό του αλαζόνα Ιμπραήμ Πασά με 15 καράβια. Ο Κανάρης για τέταρτη φορά κόλλησε το ηφαίστειό του σε εχθρική φρεγάτα, περί τον Νοέμβριο 1824, κοντά στην Αγία Μαρίνα Μυτιλήνης και κοκκίνισε τον ορίζοντα με τις φλόγες της εκδίκησής του για το αγαπημένο του νησί. Αλλά και ο Υδραίος Γεώργιος Βατικιώτης (1800-…) και ο Σπετσιώτης Λέκκας Ματρόζος (….-1868) πυρπόλησαν άλλα δύο εχθρικά πλοία. Επίσης, ο Νικόδημος πυρπόλησε μία κορβέτα και ο Υδραίος Θεόδωρος Βώκος μαζί με τον Δημήτρη Καλογιάννη πυρπόλησαν ένα μπρίκι. Ο Ιμπραήμ Πασάς έχασε περί τους 1.000 ναύτες και 100 κανόνια. Ο αλαζών Πασάς σήκωσε σήμα: «ο σώζων εαυτόν σωθήτω»! Και ατάκτως ο στόλος του κατέφυγε στην Αλεξάνδρεια, όπου ο Μωχάμεντ Άλη για κάποιο χρονικό διάστημα τον έκλεισε στη φυλακή για την μεγάλη ντροπή που επεφύλαξε στον αιγυπτιακό στόλο.

Ο Κανάρης έγινε δαίμονας του θανάτου για τους Οθωμανούς και τους Αιγύπτιους και το χέρι δίκαιης τιμωρίας μυθικού ήρωα εναντίον του εχθρού των Ελλήνων, όπως χαρακτηριστικά περιγράφτηκε σε ποίημα του Κώστα Καρυωτάκη (1896-1928). Η έλλειψη πόρων όμως, αποσυντόνισε τον ναυτικό αγώνα των Ελλήνων. Οι ναύτες έπαιρναν τα πλοία, σήκωναν όποια σημαία ήθελαν και επιδίδονταν σε πειρατικές ενέργειες. Ο Κανάρης, παρόλα αυτά, κατόρθωσε να επιβάλλει την πειθαρχία στα δικά του πληρώματα. Μέσα σε αυτό το καθεστώς αναρχίας λίγο έλλειψε να σκοτωθεί ο Κανάρης το 1825 στην Αίγινα, την περίοδο που η Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα (1771-1825) έχασε τη ζωή της στις Σπέτσες κατά την διάρκεια οικογενειακής διαμάχης.

Παράλληλα τον Νοέμβριο του 1824 μαίνονταν ο δεύτερος ελληνικός εμφύλιος πόλεμος! Ο πρώτος εμφύλιος κατεστάλη με τη λήψη του πρώτου δανείου από την Αγγλία. Το δεύτερο αγγλικό δάνειο έγινε αιτία του δεύτερου εμφυλίου με συνέπεια να κατασπαταληθούν δεκάδες χιλιάδες λίρες. Σ’ αυτόν τον εμφύλιο σκοτώθηκε και ο γιος του Κολοκοτρώνη, ο Πάνος. Η κυβέρνηση του Γιώργου Κουντουριώτη με ύπουλο τρόπο φώναξε τον Κολοκοτρώνη στο Ναύπλιο, τον συνέλαβε και με άλλους αγωνιστές τον έστειλε στην Ύδρα στο μοναστήρι του Προφήτη Ηλία στις 6-2-1825. Στις 12-2-1825 έφθασε στην Μεθώνη ο Ιμπραήμ Πασάς μη βρίσκοντας εμπόδιο πουθενά. Στις 18-5-1825 αναγκάστηκε η κυβέρνηση να δώσει αμνηστία. .

Και συνέβη η πρώτη ατυχία για τον Κανάρη, ναυτικό ατύχημα, στις 25-3-1825, μεταξύ Σούδας και Μεθώνης, όπου έπλεε ο ελληνικός στόλος. Λόγω καιρού, το καράβι του Μιαούλη συγκρούστηκε με το μπουρλότο του Κανάρη, το οποίο βυθίστηκε αύτανδρο. Ο Κανάρης και το πλήρωμά του διασώθηκαν και μεταφέρθηκαν στην Ύδρα. Ο Μιαούλης ζήτησε από τους προκρίτους της Ύδρας και του έδωσαν νέο πυρπολικό. Όμως, για δύο μήνες είχε μείνει χωρίς πυρπολικό, στην Αίγινα, στην οικογένειά του. Ο Κανάρης είχε ήδη κάψει πέντε (5) πολεμικά καράβια του εχθρού. Ο Χοσρέφ στις 20-5-1825 εξήλθε από τα Στενά και κατέπλευσε στη Σούδα της Κρήτης. Κατά τις 28-5-1825 ο Μιαούλης έπλευσε κοντά στην Κρήτη παρακολουθώντας τον Χοσρέφ. Μαζί του ήταν και ξακουστοί μπουρλοτιέρηδες, με προεξάρχοντα τον αειναύτη Κανάρη. Περί τις 2-6-1825 ο Αναγνώστης Δημάμας καίει την κορβέτα «ΤΖΕΪΛΑΝ ΜΠΕΪΡΙΚ» στη Σούδα. Ο Κανάρης με ένα παλιοκάραβο που του έδωσαν για μπουρλότο δεν μπόρεσε να καταφέρει κάτι. Το μπουρλότο του έμπαζε νερά από παντού και μετά δυσκολίας κατέπλευσε στο λιμάνι της Ίου, όπου και βούλιαξε.

Ο Ιμπραήμ Πασάς με το στόλο του και το στρατό του χτύπησε τη Νότια Πελοπόννησο. Στις 30-4-1825 κατέλαβε το Παλιόκαστρο και στις 11-5-1825 το Νιόκαστρο. Στη Μεθώνη στις 30-4-1825 οι μπουρλοτιέρηδες Πιπίνος, Ραφαλιάς, Πολίτης, Αντώνης Μπίκος, Μαρίνης Σπαχής, Δημήτρης Τσάπελης και Αναγνώστης Δημάμας, έκαψαν το ντελίνι «ΑΣΙΑ», μία φρεγάτα με 36 κανόνια, δύο κορβέτες και τρία τρανσπόρτα. Ο «ΑΡΗΣ» του Τσαμαδού, ο οποίος σκοτώθηκε στη Σφακτηρία, με νέο κυβερνήτη τον Νικόλα Βότση και ύπαρχο τον Δημήτρη Σαχτούρη, βγήκαν από το Ναβαρίνο και μάχοντας με 35 καράβια του εχθρού (φρεγάτες, κορβέτες, γολέτες, μπρίκια) σώθηκε για να συνεχίσει να προσφέρει τις υπηρεσίες του στην πατρίδα.

Ο ριψοκίνδυνος Κανάρης ήταν ο πρωταγωνιστής και παρακινητής του παράτολμου εγχειρήματος της 29ης Ιουλίου 1825, της πυρπόλησης23 του αιγυπτιακού στόλου του Ιμπραήμ Πασά στο ναύσταθμο (ταρσανά) της Αλεξάνδρειας της Αιγύπτου, αποτελούμενο από 60 καράβια. Στρατηγικός σκοπός του εγχειρήματος ήταν η ανακοπή της απόβασης 10.000 στρατιωτών του δαιμονισμένου Ιμπραήμ Πασά στην Πελοπόννησο24. Με τον τρόπο αυτό θα σταματούσε και το λαθρεμπόριο των Γάλλων, φίλων του σατράπη της Αιγύπτου Μωχάμετ Αλή Πασά (1770 ή 1771 – 1849), σε βάρος του ελληνικού αγώνα. Το σχέδιο εγκρίθηκε και η αρχηγία του ελληνικού στόλου δόθηκε στον οξυδερκή και δραστήριο Υδραίο πλοίαρχο Μανώλη Τομπάζη (1784-1831). Δύο ελληνικά πολεμικά πλοία, τα «ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ» και «ΕΠΑΜΕΙΝΩΝΔΑΣ», με κυβερνήτες τους Μανώλη Τομπάζη και τον Αντώνη Κριεζή (1796-1865) αντίστοιχα, απέπλευσαν από την Ύδρα, συνοδευόμενα από τρία πυρπολικά – πυροφόρα, του Ψαριανού Κωνσταντίνου Κανάρη25 και των Υδραίων Αντώνη Θεοφάνη (Βώκου) και Μανώλη Μπούτη. Καταπλέοντας τα πλοία έξω από το λιμάνι της Αλεξάνδρειας και μένοντας αρόδου, ανέλαβε δράση ο μπουρλοτιέρης Κανάρης. Ήθελε να πυρπολήσει και να ανατινάξει στον αέρα τη ναυαρχίδα του Αιγύπτιου αρχιναυάρχου και να φωτίσει μεγαλόπρεπα την Ελληνική Επανάσταση. Κατάφερε να εισχωρήσει με το πυρπολικό του στο λιμάνι με ξένη σημαία (ρώσικη), όπου ελλιμενίζονταν 60 αιγυπτιακά πολεμικά καράβια. Οι δύο άλλοι Υδραίοι μπουρλοτιέρηδες τον καθυστέρησαν μία ώρα, η οποία απέβη μοιραία (Φωτιάδης, 1988, σελ. 781). Επιπλέον, ο αστάθμητος παράγοντας ήταν ότι στο λιμάνι ελλιμενίζονταν και γαλλικά πολεμικά πλοία, τα οποία προστάτευαν περίπου 150 ευρωπαϊκά φορτηγά εμπορικά πλοία γεμάτα βαμβάκι και άλλα εμπορεύματα (25 Γαλλικά), προοριζόμενο για την Μασσαλία. Ατυχώς για τον Κανάρη, αφενός μεν ναύτες του γαλλικού πλοίου «ABEILLE – Μέλισσα» τον αντιλήφθηκαν και άρχισαν να τον πυροβολούν, αφετέρου φύσηξε αντίθετος άνεμος από αυτόν που υπολόγιζε και με τους συντρόφους του δεν κατόρθωσαν να επιφέρουν ολοκληρωτικό κτύπημα στην αιγυπτιακή αρμάδα. Ο Κανάρης έβαλε φωτιά στο πυρπολικό του (χωρίς να το προσκολλήσει σε κάποιο εχθρικό πολεμικό πλοίο) και κάτω από τα διασταυρούμενα εχθρικά πυρά των Αιγυπτίων και Γάλλων, που έπεφταν σαν χαλάζι, έβγαλε σώους τους ναύτες του από το λιμάνι με τη βάρκα του (σκαμπαβία) και τους επιβίβασε στα πλοία των Τομπάζη και Κριεζή. Το καιόμενο πυρπολικό του Κανάρη, ακυβέρνητο μέσα στο λιμάνι της Αλεξάνδρειας, δημιούργησε τρόμο και πανικό στους Αιγύπτιους, οι οποίοι όμως τελικά κατάφεραν να το γαντζώσουν και να το απομακρύνουν. Ο Γάλλος κυβερνήτης του «ABEILLE» ανέφερε ότι σε περίπτωση που κάποιο αιγυπτιακό πλοίο άρπαζε φωτιά, θα δινόταν η δυνατότητα και στα άλλα δύο πυρπολικά των Ελλήνων να εισέλθουν στο λιμάνι, εκμεταλλευόμενα την αταξία και τρόμο, και η καταστροφή για τον αιγυπτιακό στόλο θα ήταν απερίγραπτη26. Νέα επιχείρηση κατά της Αλεξάνδρειας αναλήφθηκε τον Μάιο 1827 υπό τον Κόχραν. Στην ανωτέρω επιχείρηση συμμετείχαν ο Μιαούλης, αλλά και ο πυρπολητής Κανάρης. Δυστυχώς, για δεύτερη φορά η επιχείρηση κατά της Αλεξάνδρειας απέτυχε. Σε περίπτωση δε που οι εν λόγω εκστρατείες είχαν επιτύχει, το άστρο του Ναβαρίνου δεν θα είχε ανατείλει. Γιατί η Ελλάδα μόνη της με την πυρπόληση του αιγυπτιακού στόλου, μέσα στο λιμάνι της Αλεξάνδρειας, θα κατόρθωνε αυτό που επετεύχθη από τον ενωμένο στόλο των τριών μεγάλων δυνάμεων στη ναυμαχία του 1827 στο Ναβαρίνο.

Παρόλη την αποτυχία του ριψοκίνδυνου εγχειρήματος του ελληνικού στόλου και του Κανάρη στο λιμάνι της Αλεξάνδρειας, θεωρείται κατόρθωμά του, καθόσον η ενέργεια αυτή προσέδωσε σημαντικά στρατηγικά και πολιτικά οφέλη. Σκόρπισε άριστες εντυπώσεις στο εξωτερικό. Αποδείχθηκε ότι οι Έλληνες είχαν την τόλμη και την αποφασιστικότητα ανάληψης επιθετικής ναυτικής στρατηγικής. Κλονίστηκε η αυτοπεποίθηση των εχθρών της και διαπιστώθηκε ότι δεν ήταν απρόσβλητοι.

Στις 24-10-1825 ο Μουχαρέμπεης απέπλευσε από Αλεξάνδρεια με 145 καράβια, από τα οποία 79 πολεμικά και κατέπλευσε στο Ναβαρίνο μαζί με 11.000 στρατό και άρχισε την πολιορκία του Μεσολογγίου. Στις 1 Ιανουαρίου 1826 ο Κανάρης κατατάσσεται στη μοίρα του στόλου υπό τον ναύαρχο Ανδρέα Μιαούλη, για να βοηθήσει το πολιορκούμενο Μεσολόγγι. Τρεις φορές οι Έλληνες θαλασσινοί έσπασαν το μπλόκο εφοδιάζοντας τους πολιορκούμενους με τρόφιμα και πολεμοφόδια, τις δύο φορές ήταν μαζί τους και ο Κανάρης. Δύο πυρπολικά με τους Κανάρη και Υδραίο Γ. Πολίτη ανατίναξαν μία εχθρική φρεγάτα. Ο ελληνικός στόλος ανεφοδίασε την ηρωική πόλη για τελευταία φορά στις 23 Ιανουαρίου 1826. Με τους γενναίους δε μπουρλοτιέρηδες προσπάθησε αρκετές φορές να εφοδιάσει τους ελεύθερους πολιορκημένους. Δυστυχώς όμως το Μεσολόγγι δεν άντεξε και στις 11 Απριλίου 1826 οι πολιορκούμενοι επιχείρησαν ηρωική έξοδο.

Στις 6-4-1826 η Γ΄ Εθνοσυνέλευση Επιδαύρου ορίζει κυβέρνηση υπό τον Ζαΐμη. Περί της 20-6-1826 εξήλθε στο Αιγαίο ο οθωμανικός στόλος από τα Στενά με τον αρχιναύαρχο Χοσρέφ. Τον παρακολουθούσαν οι Σαχτούρης, Κολαντρούτσος και Αποστόλης και μαζί τους και ο Κανάρης με το πυρπολικό του.

Ο Σουλτάνος, ο αιμοσταγής τύραννος, διέταξε για πολλοστή φορά τη δεύτερη μοίρα του στόλου του να πλεύσει εναντίον της Σάμου και να την τιμωρήσει σκληρά για την αυθάδειά της. Η ελληνική μοίρα του στόλου υπό τον Σαχτούρη και με τα πυρπολικά του Κανάρη και των άλλων μπουρλοτιέρηδων παρεμπόδιζε τον οθωμανικό στόλο να αποβιβάσει στρατό στο νησί. Περί τις 17 Ιουλίου 1826 ο ελληνικός στόλος συναντήθηκε με τον οθωμανικό απέναντι από το Καρλόβασι Σάμου. Στην ναυμαχία ο Κανάρης κατεύθυνε το πυρπολικό του και το κόλλησε στην πρύμνη μιας φρεγάτας και παρόλο ότι δέχονταν πυροβολισμούς από τα εχθρικά πλοία, έβαλε φωτιά στο πυρπολικό του, με συνέπεια η φρεγάτα να υποστεί σοβαρές ζημιές και αν το μπουρλότο δεν είχε βουλιάξει η φρεγάτα θα πυρπολούνταν ολόκληρη. Η βάρκα όπου επιβιβάστηκε αυτός και το πλήρωμά του για να απομακρυνθούν από τον εχθρικό στόλο, δέχθηκε δεινή επίθεση από πολλές οθωμανικές βάρκες. Σκοτώθηκαν δύο ναύτες του και ο ίδιος τραυματίστηκε σοβαρά27. Σώθηκε χάρη στον τολμηρό Σπετσιώτη καπετάνιο Εμμανουήλ Λαζάρου28.

Τα κατορθώματα του ημίθεου Κανάρη, συν τοις άλλοις, κράτησαν ψηλά το ηθικό του ελληνικού στόλου σε μία συγκυρία ατυχιών για τον Αγώνα του ’21, όπως η ηρωική έξοδος του Μεσολογγίου (10-4-1826), ο θάνατος του αρχιστρατήγου Γεωργίου Καραϊσκάκη (1782-1827) στις 23-4-1827 (ανήμερα της γιορτής του) και ο απεγνωσμένος πόλεμος του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη (1770-1843) να παρεμποδίσει την καταστροφική μανία του δαιμόνιου Ιμπραήμ Πασά (1789-1848).

Στις 3-9-1826 κατέπλευσε στο Ναύπλιο το πρώτο ατμοκίνητο ελληνικό πολεμικό καράβι, η «ΚΑΡΤΕΡΙΑ», υπό τον φλογερό φιλέλληνα Άστιγκα29. Στις 26-11-1826 κατέπλευσε στο Ναύπλιο η φρεγάτα «ΕΛΛΑΣ»30, με 64 κανόνια. Επιστάτης προσωρινός ορίστηκε ο Κανάρης. Κυβερνήτης του καραβιού παρέλαβε ο ναύαρχος Ανδρέας Μιαούλης. Στη συνέχεια ο Κανάρης ανέλαβε διοικητής ναυτικής μοίρας Βορείου Αιγαίου31. Σε έγγραφα του Αγίου Όρους διαπιστώνεται ότι το γραφικό λιμανάκι της Δάφνης φιλοξενούσε συχνά τον Κανάρη με το πλοίο του «ΓΛΑΥΚΟΣ» και τα υπόλοιπα πλοία της Μοίρας του Βορείου Αιγαίου. Κυνηγούσε και συλλάμβανε ληστοπειρατές στα νερά του Αγίου Όρους και του Βορείου Αιγαίου (Χατζηφώτης, 1986). Στην Αίγινα περί της 17 Ιουνίου 1826 λίγο έλειψε να σκοτωθεί στην προσπάθειά του να κτυπήσει την πειρατεία, στο εν λόγω νησί.

Στις 23/24 Νοεμβρίου 1827 έλαβε χώρα η ναυμαχία του Ναβαρίνου, μεταξύ του ενωμένου οθωμανικού – αιγυπτιακού στόλου και των ενωμένων στόλων Αγγλίας – Γαλλίας και Ρωσίας. Καταστράφηκε ολοσχερώς ο Οθωμανικός και Αιγυπτιακός στόλος. Ήταν η ημέρα δημιουργίας του ανεξάρτητου Ελληνικού κράτους. Στις 27-3-1827 η Γ΄ Εθνική Συνέλευση των Ελλήνων στην Τροιζήνα, εξέλεξε ομόφωνα ως πρώτο κυβερνήτη για επτά χρόνια του αδημιούργητου ακόμη ελληνικού κράτους, τον αλτρουιστή Ιωάννη Καποδίστρια32 (1776-1831). Ο Ιωάννης Καποδίστριας έφτασε στο Ναύπλιο στις 6-1-1828 με το Αγγλικό πλοίο «WARSPITE», που το συνόδευαν η Γαλλική φρεγάτα «ΗΡΑ» και η Ρώσικη «ΕΛΕΝΗ» και στις 9-1-1828 στην Αίγινα. Ο νέος Κυβερνήτης της χώρας διακρίνονταν για την λιτότητα, την ανιδιοτέλεια, την εργατικότητα, αλλά και τον συγκεντρωτικό γραφειοκρατισμό του. Άγια πράξανε που στάθηκα μέχρι τέλους δίπλα του ο Κολοκοτρώνης και ο Κανάρης. Η κατάσταση στη χώρα ήταν άθλια όταν ανέλαβε κυβερνήτης. Ο πόλεμος συνεχίζονταν, οι Οθωμανοί κρατούσαν ακόμη ελληνικά εδάφη.

Στις 30-5-1828 ο Κανάρης συναντήθηκε με τη φρεγάτα «ΕΛΛΑΣ» του Μιαούλη στη Μυτιλήνη, όπου με το μπουρλότο του έβαλε φωτιά σε μία καινούργια κορβέτα των Οθωμανών. Ο Μιαούλης αποτελείωσε την κορβέτα, καθώς και ένα ακόμη μεγάλο πλοίο των εχθρών. Στις 9-6-1828 ο Κανάρης επέστρεψε στην Αίγινα από το τελευταίο του ανδραγάθημα κατά των Οθωμανών. Με την επιστροφή του στην Αίγινα, ο Καποδίστριας τον διόρισε φρούραρχο στη Μονεμβασιά. Στις 14 Απριλίου 1828 κηρύχτηκε Ρωσοτουρκικός πόλεμος. Ο Σουλτάνος ηττήθηκε και στις 2-9-1829 σύρθηκε στη Συνθήκη της Ανδριανούπολης, όπου στο Άρθρο 10 κατοχυρώθηκε η ανεξαρτησία της Ελλάδος. Ο οραματιστής Καποδίστριας όχι μόνο πέτυχε την ανεξαρτησία της Ελλάδος, αλλά επεξέτεινε και τα σύνορα συμπεριλαμβάνοντας και την Στερεά Ελλάδα.

Στα χρόνια της επανάστασης τα καράβια ήταν ιδιόκτητα. Στα χρόνια του Καποδίστρια ο στόλος έγινε εθνικός και δημιουργήθηκε ναύσταθμος στον Πόρο. Στις 23-1-1828 ο Καποδίστριας ανέθεσε στον Μιαούλη την εξαφάνιση της πειρατείας, σε αυτόν που είχε πλουτίσει παλαιότερα με το μέσο αυτό κατά την διάρκεια των Ναπολεόντειων αποκλεισμών. Ο Κανάρης ως υφιστάμενος του Μιαούλη συνεισέφερε και αυτός τα μέγιστα για την καταστροφή ή κατάσχεση των πειρατικών πλοίων στις Βόρειες Σποράδες, Γραμβούσα, Μάνη, Άθωνα, και Κυκλάδες (Κεφαλληνιάδης, 2005). Τον Οκτώβριο του 1829 ο Κανάρης ανέλαβε μοίραρχος στόλου. Το 1829 η θάλασσα της Ελλάδος είχε σχεδόν ελευθερωθεί από τους πειρατές (Γρηγορίου, 2003, σελ. 106). Μετά όμως το 1829 η πειρατεία επανεμφανίστηκε υπό μορφή πλέον αντικυβερνητικής πολιτικής (Πρασσά, 2205). Το 1834 με την κατάρτιση του Ναυτικού Μητρώου των Αξιωματικών του Πολεμικού Ναυτικού έλαβε τον βαθμό του Πλοιάρχου Α΄ Τάξης.

Περί τις 15 Ιουλίου 1831 ο Μιαούλης, οι Υδραίοι33 (Σαχτούρης, Κριεζής, Σαχίνης, κ.α.), ωθούμενοι από τον Μαυροκορδάτο34 επαναστάτησαν κατά του Καποδίστρια, καταλαμβάνοντας τον Πόρο. Το μεταρρυθμιστικό έργο του Καποδίστρια ενόχλησε τους ισχυρούς γαιοκτήμονες της Πελοποννήσου και τους πλούσιους Υδραίους πλοιοκτήτες (Πρασσά, 2000). Ο Μιαούλης35 προσπάθησε να προσελκύσει στην επανάσταση και τον Κανάρη, κυβερνήτη τότε της κορβέτας «Σπέτσαι». Ο Κανάρης, παρόλη την μεγάλη εκτίμηση και σεβασμό που του είχε δεν προσχώρησε, διότι πίστευε ότι αυτό ήταν κατά της πατρίδος. Μετά την επανάσταση των Υδραίων ναυάρχων ο Κανάρης ανέλαβε αρχηγός του στόλου. Με δύο καράβια έπλευσε στον Πόρο και με τη βοήθεια ρώσικων πολεμικών πλοίων ανακατέλαβε τον ναύσταθμο. Τα επακολουθήσαντα γεγονότα ήταν ολέθρια για τη χώρα, με μελανότερο σημείο η πυρπόληση από τον Μιαούλη του σύγχρονου πολεμικού πλοίου της χώρας, της φρεγάτας «ΕΛΛΑΣ», καθώς και της κορβέτας «ΥΔΡΑ» στις 1-8-1831. Ο Κανάρης χαρακτήρισε την πράξη ως «αιώνιο ανάθεμα». Την τελευταία στιγμή σώθηκαν από ριψοκίνδυνους ναύτες οι κορβέτες «ΚΑΡΤΕΡΙΑ» και «ΕΜΑΝΟΥΗΛΙΔΗΣ». Ο Μιαούλης έλεγε αργότερα σε μεγάλη ηλικία: «Έκαψα το σπίτι μου!» (Πρασσά, 2003). Ο Κανάρης με το καράβι του «ΚΙΜΒΡΟΣ» και τη συνδρομή ρώσικων πολεμικών πλοίων κυνηγούσε όπου πετύχαινε τους Υδραίους και τους ξεσηκωμένους της Μάνης. Από τότε η χώρα χωρίστηκε σε τρεις ξενοκίνητες φατρίες: Ναπαίους, Μπαρλαίους και Μοσχομαγκίτες. Ο Κανάρης παρόλο τον μεγάλο σεβασμό που έτρεφε στο πρόσωπο του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, κατόπιν διαταγής της κυβέρνησης, τον συνέλαβε στο Κατάκολο τον Φεβρουάριο 1831. Ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης36 (1770-1848) ήταν γερουσιαστής στο Ναύπλιο και έφυγε στη Μάνη με την υπόσχεση να ησυχάσει τους Μανιάτες. Παρόλα αυτά όμως προσπάθησε να «διεγείρει τον λαό του ως υπέρμαχος των ελευθεριών του κατά του τυράννου Καποδίστρια!». Ο Κανάρης τον οδήγησε στο Ναύπλιο, όπου φυλακίστηκε. Μία επιτροπή γερουσιαστών με πρόεδρο τον Βιάρο Καποδίστρια, τον κήρυξε προδότη και τον έκλεισε για εννιά μήνες στο Ιτς – Καλέ (Παλαμήδι), χωρίς δίκη. Πυροδοτήθηκαν τα εμφύλια πάθη και είχαν συνέπεια τη δολοφονία του Καποδίστρια, τη δολοφονία ενός οράματος, τον Σεπτέμβριο του 183137. Πίσω από την τραγική δολοφονία του Μοναδικού Ανθρώπου Καποδίστρια ήταν οι Μαυρομιχάληδες, οι μαγαλονοικοκύρηδες της Ύδρας και η Αγγλία με την Γαλλία. Στην περίοδο της πλήρους αναρχίας και του φοβερού εμφύλιου που ακολούθησε, μετά τη δολοφονία του αλτρουιστή Καποδίστρια, ο Κανάρης δεν συμμετείχε. Με την καρδιά γεμάτη πίκρα και πένθος έφυγε για τη Σύρο.

Στις 19-1-1833 έφτασε στο Ναύπλιο ο Όθωνας. Μαζί του αποβιβάστηκε και η τριμελής αντιβασιλεία, η οποία σύμφωνα με το άρθρο 10 της Συνθήκης του Λονδίνου της 25-4-1832 διορίστηκε από τον βασιλιά της Βαυαρίας Λουδοβίκο Α΄ (1786-1868) (πατέρα του Όθωνα), και η οποία ασκούσε κυριαρχικά δικαιώματα μέχρι την ενηλικίωση του Όθωνα. Η Αντιβασιλεία ονόμασε τον Κανάρη πλοίαρχο Γ΄ Τάξης. Ο Κανάρης δέχθηκε πάλι να υπηρετήσει την πατρίδα αναλαμβάνοντας αρχηγός της μοίρας των «Δυτικών Παραλίων». Το 1835 ο Όθωνας ενηλικιώθηκε και έληξε η Αντιβασιλεία. Το 1837 ο Κανάρης ανέλαβε αρχηγός της «Ανατολικής Μοίρας». Κυνηγούσε μέχρι τον Άθωνα και τα Μικρασιατικά ακρογιάλια τους κουρσάρους και τους ξεπάστρεψε. Τον Μάρτιο του 1841 διορίστηκε αρχηγός και στις δύο μοίρες που ενώθηκαν σε μία. Ούτε ο Όθωνας τον χώνευε, μα ούτε και ο Κανάρης. Αρνήθηκαν να βάλουν στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων το γιο του Λυκούργο. Το 1843 πέθανε ο Κολοκοτρώνης, με τον οποίο ο Κανάρης ήταν πολύ φίλοι. Το 1843 ο Κανάρης προήχθη σε Υποναύαρχο και έγινε διοικητής του ναυστάθμου Πόρου, τον οποίο αναβάθμισε πλήρως.

  1. Ο Πολιτικός

Ο Κανάρης είχε μεγάλα όνειρα και ελπίδες για την Ελλάδα. Στήριξε τον πρώτο κυβερνήτη της ανεξάρτητης Ελλάδος Ιωάννη Καποδίστρια (1776-1831). Ήταν ένα από τα ελάχιστα πρόσωπα στα οποία είχε απόλυτη εμπιστοσύνη ο πρώτος κυβερνήτης του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους. Διορίστηκε αρχικά φρούραρχος της Μονεμβασιάς και στη συνέχεια διοικητής ναυτικής μοίρας. Συγκρούστηκε με τους αγγλόφιλους και τους αντικυβερνητικούς της Ύδρας. Ανέλαβε τη σύλληψη του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη που είχε δραπετεύσει από το Ναύπλιο. Απογοητευμένος από τη δολοφονία του Καποδίστρια, αποσύρθηκε στη Σύρο όπου ιδιώτευσε για ένα χρονικό διάστημα. Αυτή την εποχή πλέον στη Δυτική Ευρώπη δεν ασχολούνταν με την Ελλάδα και τους ήρωές της. Ο κορυφαίος λογοτέχνης Βίκτωρ Ουγκώ, ο συγγραφέας των «Αθλίων», δεν ξέχασε τον θρύλο Κανάρη και τον Οκτώβριο του 1832 δημοσίευσε το εκτεταμένο ποίημά του «Στον Κανάρη» και αργότερα το «Τραγούδια του δειλινού», αφιερωμένα στον μπουρλοτιέρη και την Ελλάδα, εξυψώνοντας το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης της Ευρώπης, αλλά όχι των χριστιανών βασιλιάδων τους, που συνεργάζονταν και βοηθούσαν την «Πόρτα» (Οθωμανούς) να καταπνίξουν τον απελευθερωτικό αγώνα των Ελλήνων και να εξαφανίσουν από προσώπου γης τους Έλληνες.

Ο Κωνσταντίνος Κανάρης απέφυγε να λάβει μέρος, όσο ήταν δυνατόν, στις διχόνοιες και τις αλληλοφαγίες πολιτικών και στρατιωτικών. Το 1827 εξελέγη πληρεξούσιος των Ψαρών στη Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας38. Όταν ήρθε στην Ελλάδα ο Όθωνας (1815-1867), διορίστηκε πλοίαρχος Γ΄ τάξης. Διεύθυνε τη μοίρα των «Δυτικών Παραλίων» καταδιώκοντας την ληστοπειρατεία. Τον Μάρτιο του 1837 ανέλαβε την αρχηγία της «Ανατολικής Μοίρας» και τον Μάρτιο του 1841 διορίστηκε αρχηγός και των δύο μοιρών, που συνενώθηκαν σε μία Διοίκηση με τίτλο «Διοίκηση Ναυτικής μοίρας Βασιλείου». Απάλλαξε δε τελείως τα έτη αυτά την θάλασσα από τη μάστιγα της πειρατείας. Ακολούθως ανέλαβε Γενικός Διευθυντής του Ναυστάθμου, όπου έθεσε τις βάσεις επισκευής και επιθεώρησης των πολεμικών πλοίων της χώρας. Ο βασιλιάς Όθων, αν και δεν τον συμπαθούσε, πιεζόμενος από την πανευρωπαϊκή φήμη του, αναγκάστηκε να του απονείμει περί το 1843 το βαθμό του Υποναυάρχου.

Ο Κανάρης υπήρξε στον πολιτικό του βίο ήρεμος και φιλελεύθερος. Το 1843 συμμετείχε στο δημιουργηθέν «Συνταγματικό Κόμμα» υπό τον στρατηγό Ιωάννη Μακρυγιάννη (1797-1864), και στην εξέγερση της 2/3 Σεπτεμβρίου 1843 για την παραχώρηση από τον Όθωνα Συντάγματος και τη λήξη της Βαυαροκρατίας (Ντασκαγιάννης, 2010). Μετά τη μεταπολίτευση του 1843, ο Κανάρης έγινε Υπουργός Ναυτικών στην κυβέρνηση του Ανδρέα Μεταξά (1790-1860) και το 1844 στην κυβέρνηση του Ιωάννη Κωλέττη (1773-1847), για λίγο διάστημα, οπότε παραιτήθηκε. Ανέλαβε πρωθυπουργός για μικρό διάστημα από 16-2-1844 έως 30-3-1844, έως ότου ψηφίστηκε το πρώτο Σύνταγμα της Χώρας, με το οποίο καθιερώνονταν το πολίτευμα της συνταγματικής μοναρχίας. Το Σύνταγμα ήταν συντηρητικό, διέθετε όμως και φιλελεύθερα στοιχεία, όπως ισονομία, εγγύηση ατομικής ελευθερίας, απαγόρευση δουλείας, προστασία ιδιοκτησίας και ελευθερία τύπου (Κομνηνός, 2008). Παρέλαβε για δεύτερη φορά πρωθυπουργός της χώρας από 15-10-1848 έως 12-12-1849 39,40 και έγινε γερουσιαστής τον Ιανουάριο 1851. Από 6-5-1854 ανέλαβε Υπουργός Ναυτικών για οκτώ (8) μήνες στην κυβέρνηση του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου (1791-1865), τον οποίο αντικαθιστούσε ως πρωθυπουργό μέχρι 1-9-1854, καθόσον ήταν πρεσβευτής στο Παρίσι, οπότε και τον Φεβρουάριο 1855 παραιτήθηκε (Μπάκας, 2004).

Την 25η Μαρτίου 1861 του αποδόθηκε ο βαθμός του αντιναυάρχου. Όμως ο Κανάρης με ανοικτή επιστολή στον πρωθυπουργό Αθανάσιο Μιαούλη (1815-1867) (γιο του Ανδρέα Μιαούλη), αρνήθηκε την προαγωγή και τη σύνταξη, δείχνοντας έτσι ηθικό ύψος πολιτικού φιλόπατρι και αφιλοκερδούς. Έλαβε εντολή από το βασιλιά Όθωνα για σχηματισμού κυβέρνησης το έτος 1862. Ο Κανάρης έθεσε όρους. Ζητούσε γνήσιες και ελεύθερες εκλογές, κατάργηση ανακτοβουλίου, ελευθεροτυπία, μοίρασμα της εθνικής γης, ελάττωση φόρων, περιορισμό της αστυνομικής βίας και ανεξάρτητη δικαιοσύνη, ξεκαθάρισμα παλατιανής κλίκας, διορισμό γερουσιαστών από την κυβέρνηση και όχι από το βασιλιά και σχηματισμό εθνοφυλακής. Έδινε στον Όθωνα μαθήματα πολιτικής ηθικής και υπερηφάνειας. Όταν όμως ο Κανάρης του γνωστοποίησε τα ονόματα των υποψηφίων Υπουργών του, ο βασιλιάς διαφώνησε κάθετα, απέσυρε την εντολή41 και παρέδωσε νέα εντολή σχηματισμού κυβέρνησης στον Ιωάννη (Γενναίο) Κολοκοτρώνη (1806-1868), γιο του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη.

Ξεκίνησε αντιοθωνικός αγώνας με τον Δημήτρη Βούλγαρη (1803-1878) και την ηθική συμπαράσταση του Κανάρη. Ο Όθωνας με την Αμαλία ξεκίνησαν περιοδεία από τον Πειραιά με τα πλοία «ΑΜΑΛΙΑ» και «ΑΦΡΟΕΣΣΑ», για να αναθερμάνουν τα φιλοβασιλικά αισθήματα των Ελλήνων. Όλες σχεδόν οι περιοχές της Ελλάδος και ο στρατός επαναστάτησαν και αξίωσαν την άμεση απομάκρυνση του βασιλιά και στις 11 Οκτωβρίου 1862 ο Κανάρης με τον Μπενιζέλο Ρούφο, Δημήτρη Βούλγαρη (Τριανδρία) και άλλους συνέταξαν προκήρυξη κατάργησης της βασιλείας του Όθωνα. Η Οκτωβριανή επανάσταση του 1862 βοήθησε στο πέρασμα από την φεουδαρχική στην αστική συγκρότηση της χώρας. Το 1863, η Τριανδρία Κανάρης, Υδραίος Δημήτρης Βούλγαρης (1803-1878) 42 και Μπενιζέλος Ρούφος (1795-1868)43 ως «Προσωρινή Κυβέρνηση της Ελλάδος», αναλαμβάνουν την διοίκηση του κράτους. Δημιουργήθηκαν δύο κύρια κόμματα. Των «Πεδινών» (συντηρητικών) με ηγέτη τον Δημήτρη Βούλγαρη44 [υποστηριζόμενο από τον Γεώργιο Σταύρου (1788-1869), ιδρυτή της Εθνικής Τράπεζας στις 30-3-1841] και των «Ορεινών» (προοδευτικών) με ηγέτη τον Κωνσταντίνο Κανάρη (υπαρχηγό τον Δημήτριο Γρίβα). Στις 21-1-1863 εξελέγη καινούργια εθνοσυνέλευση, μετά από εκλογές, και η Τριανδρία έδωσε την παραίτησή της. Την 30-1-1863 η Συνέλευση εκλέγει νέα Τριανδρία, στην οποία ο Κανάρης έλαβε μακράν τους περισσότερους ψήφους. Ορκίστηκε στις 2-2-1863, παρόλο άρρωστος (πονούσε το πόδι του από τα ρευματικά). Στις 8-2-1863 παραιτήθηκαν οι υπουργοί και ακολούθησαν Κανάρης και Ρούφος. Στις 9-2-1863 επήλθαν ταραχές μεταξύ «Ορεινών» και «Πεδινών» και στις 10-2-1863 οι αντιμαχόμενες παρατάξεις συναντήθηκαν στην πλατεία Όθωνα για συμφιλίωση και από τότε η πλατεία ονομάστηκε Ομόνοια. Η επόμενη κυβέρνηση Ζηνόβιου Βάλβη (1800-1886) (Υπουργείο Ανακωχής όπως ονομάστηκε) και μέσω της Εθνοσυνέλευσης εξέλεξε τριμελή επιτροπή: Κανάρη, Θρ. Ζαϊμη και Δημήτρη Γρίβα, η οποία μετέβη στην Κοπεγχάγη τον Μάιο 1863 και παρέδωσε το στέμμα στον Γεώργιο Α΄ (1864-1913). Στην Κοπεγχάγη οι επίσημοι και σύσσωμος ο λαός επιφύλαξαν αποθεωτική υποδοχή στον θρυλικό μπουρλοτιέρη.

Περιμένοντας τον νέο βασιλιά στην Αθήνα τον Ιούνιο ξέσπασε νέος εμφύλιος πόλεμος μεταξύ Πεδινών και Ορεινών. Σκοτώθηκαν πάνω από 200 και τραυματίστηκαν εκατοντάδες. Μόνο 80 σκοτώθηκαν έξω από την Εθνική Τράπεζα στην πλατεία Κοτζιά (Λουδοβίκου). Στη συνέχεια δημιουργήθηκε νέα κυβέρνηση υπό τον Μπενιζέλο Ρούφο από 29-4-1863 έως 25-10-1865, με υπουργούς τα διαλλακτικότερα στελέχη των ορεινών – πεδινών. Στις 18-10-1863 ο Γεώργιος Α΄ με τη φρεγάτα «ΕΛΛΑΣ» (η φρεγάτα «ΑΜΑΛΙΑ» με την οποία ο Όθωνας έκανε την τελευταία του περιοδεία στη Χώρα), έφθασε στον Πειραιά και στις 16-11-1864 ορκίστηκε. Μέχρι να ενηλικιωθεί ο Γεώργιος (ήταν 18 ετών), είχε σύμβουλο τον Γουλιέλμο Σπόνεκ (1815-1888), πρώην Υπουργό Οικονομικών της Δανίας. Ο Σπόνεκ έδωσε εντολή σχηματισμού κυβέρνησης στον αρχηγό των Πεδινών, Δημήτρη Βούλγαρη, ο οποίος στις 5-5-1864 παραιτήθηκε. Κυβέρνηση σχημάτισε ο Κανάρης, ο οποίος και αυτός στις 2-3-1865 παραιτήθηκε, λόγω των προβλημάτων που δημιουργούσαν ο βασιλικός σύμβουλος Σπόνεκ και ο Υπουργός Εσωτερικών Κουμουνδούρος. Τελικά ο Κανάρης παραιτήθηκε και από το κόμμα των Ορεινών και την πολιτική, αφήνοντας ηγέτη των Ορεινών τον Δημήτρη Γρίβα.

Διετέλεσε Υπουργός Ναυτικών στην κυβέρνηση Μπενιζέλου Ρούφου και σχημάτισε ο ίδιος κυβέρνηση από 5-3-1864 έως 16-4-1864. Ανέλαβε πρωθυπουργός της Ελλάδος για τέταρτη φορά από 26-7-1864 έως 2-3-1865, οπότε και παραιτήθηκε, θέλοντας να αποσυρθεί από τον δημόσιο βίο, καθόσον είχε ξεπεράσει το 73ο έτος της ηλικίας του και ήταν ήδη πολύ κουρασμένος. Είχε γιους ναυάρχους45 και θεώρησε ότι ήρθε η στιγμή να αποσυρθεί. Περνούσε τα τελευταία του χρόνια στην εξοχική κατοικία του στην Κυψέλη Αθηνών. Επί των ημερών του η Βουλή ψήφισε και αναθεώρησε το Σύνταγμα της Ελλάδας δύο φορές, το 1844 και το 1864. Στο Σύνταγμα του 1844 συμπεριλήφθη στο άρθρο 107: «Η τήρηση του Συντάγματος αφήνεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων». Επιγραφή που ήταν γραμμένη στο λεύκωμα που του χάρισαν οι νέοι της Ελλάδος. Με το ριζοσπαστικό Σύνταγμα του 1864, καθιερώθηκε η βασιλευόμενη δημοκρατία, καταργήθηκε η Γερουσία, καθιερώθηκε η καθολική μυστική ψηφοφορία και περιελήφθη η αρχή της λαϊκής κυριαρχίας. Επί πρωθυπουργίας του υπεγράφη η συνθήκη παραχώρησης των Επτανήσων στην Ελλάδα. Οι βουλευτές των νέων χωρών έλαβαν τις θέσεις τους στην Εθνοσυνέλευση στις 20-7-1864 και οι περισσότεροι των οποίων προσχώρησαν στο κόμμα των Ορεινών, του Κανάρη.

Ο τάφος του Κωνσταντίνου Κανάρη στο πρώτο νεκροταφείο της Αθήνας

Η πατρίδα και πάλι όμως στράφηκε για βοήθεια στον ένδοξο ναύαρχο στις 26-5-1877, ο οποίος ως Ναύτης πειθαρχούσε πάντοτε στους νόμους της πατρίδας. Οι Έλληνες κατάλαβαν ότι η αναταραχή στα Βαλκάνια ήταν μοναδική ευκαιρία, για να επιτευχθούν οι βασικές και δίκαιες εθνικές διεκδικήσεις. Τον σέβονταν και τον αγαπούσαν όλοι οι Έλληνες. Για τα κατορθώματά του, την τιμιότητά του, τον αγνό πατριωτισμό, την πίστη του στα πολιτικά δικαιώματα του λαού, τη μετριοφροσύνη του και την απλή ζωή του στο χωριατόσπιτο που ζούσε. Διεξάγονταν ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος. Η κοινή γνώμη της χώρας στράφηκε για βοήθεια πάλι στον Κανάρη, ο οποίος παρότι είχε υπερβεί το 84ο έτος της ηλικίας του, δέχθηκε και ανέλαβε την ευθύνη ως πρωθυπουργός οικουμενικής κυβέρνησης, αθροίζοντας υπό την ηγεσία του τους επιφανέστερους των Ελλήνων [όπως Αλέξανδρο Κουμουνδούρο (1815-1883), Χαρίλαο Τρικούπη (1832-1896), Θρασύβουλο Ζαΐμη (1825-1880), Επαμεινώνδα Δεληγιώργη (1829-1879), Θεόδωρο Δηλιγιάννη (1828-1905), Χαράλαμπο Ζυμβρακάκη (1812-1880), κ.α.]. Θέλησε να συμβιβάσει τις μικροκομματικές διαμάχες και να προετοιμάσει τη χώρα για έναν πιθανό πόλεμο. Το μεγάλο όνειρό του ήταν η Ελλάδα να δημιουργήσει ισχυρό πολεμικό στόλο. Από τη στιγμή που ανέλαβε πρόεδρος της οικουμενικής κυβέρνησης, η προσπάθειά του ήταν ακόμη μεγαλύτερη. Δεν πρόλαβε όμως να εκπληρώσει το μεγάλο όνειρό του! Δεν άντεξε την ένταση! Ο Κανάρης, όπως και ο Κουμουνδούρος και ο Δεληγιάννης ήθελαν η Ελλάδα να μην μείνει ουδέτερη, να μπει στον πόλεμο και να διεκδικήσει τις σκλαβωμένες πατρίδες. Όμως οι αγγλόφωνοι υπουργοί, έχοντας σύμφωνη και τη γνώμη του βασιλιά Γεωργίου Α΄, κράτησαν την Ελλάδα ουδέτερη και διέπραξαν τραγικό σφάλμα για τη χώρα. Μετά τη νίκη της αυτοκρατορικής Ρωσίας το 1878, ο τσάρος Αλέξανδρος Β΄ Νικολάγεβιτς (1818-1881) για τιμωρία της Ελλάδος για τη μη συμμετοχή της στον Ρωσοτουρκικό πόλεμο αποφάσισε τη δημιουργία της Μεγάλης Βουλγαρίας. Χάθηκε και η Κύπρος, η οποία χάριν της φιλότουρκης πολιτικής του πρωθυπουργού Μπέντζαμιν Ντισραέλι (1804-1881) δόθηκε στην Αγγλία! Την Παρασκευή 2 Σεπτεμβρίου του 1877, ο ανδρείος των ανδρείων, πέθανε υπηρετώντας την πατρίδα46. Η κηδεία του «Μεγάλου Ναύτη»47 έγινε πάνδημη στο Α΄ νεκροταφείο Αθηνών, όπου βρίσκεται ο τάφος του (Αντωνόπουλος, 2002).

Επίλογος

Ο Κανάρης, με την αδάμαστη θέληση, έγινε παγκόσμιος θρύλος. Ο «Ναύτης των Ψαρών», γενναιότερος των γενναίων του Εικοσιένα, αλλά ταπεινός. Σταθερός στα πιστεύω και στις αξίες του. Διακρίνονταν από ειλικρίνεια, πολιτική εντιμότητα και πατριωτισμό. Χαρακτηρίζονταν από πληθωρική προσωπικότητα και πολυσχιδή δράση. Αδίστακτος στους εχθρούς, όμως γεμάτος ανθρωπιά για τους ηττημένους, τους άοπλους και τους αιχμαλώτους. Αντιμάχονταν το μίσος και τον φανατισμό άλλων αγωνιστών και πολιτικών. Πέθανε φτωχός, αλλά αξιοπρεπής και Μεγάλος. Το όνομά του γράφτηκε με χρυσά γράμματα στο βιβλίο της ιστορίας της Ελλάδας. Υμνήθηκε από Έλληνες και ξένους ποιητές48. Αποτελεί φάρο, φωτεινή μορφή – παράδειγμα για όλους τους Έλληνες για «επιστροφή στις ρίζες» για την επιβίωση και ανασύνταξή τους.

Τις δεκαετίες μετά τη δημιουργία του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους και ιδιαίτερα τη δεκαετία του 1870 πολλοί Έλληνες και ξένοι επισκέπτονταν τον μέγιστο των επιζώντων ανδρείων ανδρών της μεγάλης Ελληνικής Επανάστασης και εθνικό άγιο, Κωνσταντίνο Κανάρη49. Ήθελαν να δουν από κοντά τον μέγα απόγονο των Θεμιστοκλή και Κίμωνα, αποδίδοντας έτσι ελάχιστο φόρο τιμής και ευγνωμοσύνης στον υπερήρωα αγωνιστή του Εικοσιένα για την προσφορά του στον απελευθερωτικό αγώνα. Τον Κανάρη, τον αιώνιο – απαθανατισμένο άνθρωπο, ο οποίος έγινε θρύλος, που με τις ανδραγαθίες του εμψύχωσε ολόκληρο το έθνος, πυρπόλησε φρεγάτες του οθωμανικού και αιγυπτιακού στόλου, έστειλε στον Άδη περί τους 5.000 εχθρούς και είχε σημαντική συμβολή στις επιτυχίες του ναυτικού κατά τον Αγώνα του Εικοσιένα. Ενέπνευσε ποιητές, λογοτέχνες, ζωγράφους και έθρεψε τον λαϊκό μύθο. Υπήρξε πολύτιμος συνεργάτης του Ιωάννη Καποδίστρια. Διετέλεσε πολλάκις υπουργός και πρωθυπουργός και αντιβασιλιάς μετά την έκπτωση του Όθωνα, μέχρι την ανάληψη της εξουσίας από το βασιλιά Γεώργιο Α΄ (1845-1913). Με τη ζωή του σφράγισε μία ολόκληρη εποχή της χώρας και με το τέλος του ολοκλήρωσε την τάξη των απλοϊκών – ηρωικών μαχητών του αγώνα της ανεξαρτησίας. Όσο ζει η πολύπαθη Ελλάδα, το Εικοσιένα ποτέ δεν θα λησμονηθεί. Και αυτό στάθηκε έργο του Κανάρη και του ανώνυμου λαού στις θάλασσες και τα νησιά. Η καρδιά του θρυλικού αειναύτη διατηρείται με ευλάβεια από το ιστορικό και Εθνικό Μουσείο (Γιακουμάκης, 1995). Προς τιμή του η πλατεία Κυψέλης, όπου βρίσκονταν η οικία του, ονομάστηκε πλατεία Κανάρη. Στο Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό πάντοτε υπάρχει πλοίο με το όνομά του, για να θυμίζει στους Έλληνες και ξένους τι προσέφερε ο υπερήρωας Κωνσταντίνος Κανάρης στο Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό και την Ελλάδα.

Η Φρεγάτα “Κανάρης”

Βιβλιογραφικές Πηγές

  1. Αδαμοπούλου – Παύλου, Κωνσταντίνα. (2003). Κωνσταντίνος Κανάρης, περιοδικό ΙΣΤΟΡΙΚΑ, τεύχος 178, σελ. 12-19, Αθήνα: Ελευθεροτυπία.

  2. Αδαμοπούλου – Παύλου, Κωνσταντίνα. (2003). Οι ναυμάχοι του 1821, περιοδικό ΙΣΤΟΡΙΚΑ, σελ. 12-19, Αθήνα: Ελευθεροτυπία.

  3. Ακεστορίδης, Πλάτων. (1977). Η καταστροφή της Χίου, περιοδικό «Εικονογραφημένη Ιστορία», τεύχος 409, σελίδες 52-59, Αθήνα: ΠΑΠΥΡΟΣ ΠΡΕΣΣ.

  4. Αντωνόπουλος, Ανδρέας. (2002). Ο θάνατος του Κανάρη και ο «Νεολόγος της Ανατολής», περιοδικό «Εικονογραφημένη Ιστορία», τεύχος 403, σελίδες 60-63, Αθήνα: ΠΑΠΥΡΟΣ ΠΡΕΣΣ.

  5. Βαρδιαμπάσης, Νίκος. (2000). Ιωάννης Καποδίστριας. Ο δεσποτικός οραματιστής, περιοδικό ΙΣΤΟΡΙΚΑ, τεύχος 12, Αθήνα: Ελευθεροτυπία.

  6. Βασιλάτος, Νίκος. (2003). Τα Πυρπολικά, περιοδικό ΙΣΤΟΡΙΚΑ, τεύχος 178, σελ. 46-49, Αθήνα: Ελευθεροτυπία.

  7. Biddle, Nicholas. (2001). Μετάφραση Χ. Σταθάτος, Αθήνα. Το τέλειο πρόσωπο της ερήμωσης, περιοδικό ΙΣΤΟΡΙΚΑ, τεύχος 97, σελ. 12-25, Αθήνα: Ελευθεροτυπία.

  8. Castellan, A. (1820). Γράμματα για το Μοριά και τα Νησιά, μετάφραση Γ. Γεωργαμλή, περιοδικό ΙΣΤΟΡΙΚΑ, τεύχος 43, σελ. 14-19, Αθήνα: Ελευθεροτυπία.

  9. Γιακουμάκης, Δ. (1995). Κωνσταντίνος Κανάρης. Από τη θαλασσινή δράση στη γοητεία του θρύλου, περιοδικό «Ναυτική Επιθεώρηση», τεύχος 492, σελίδες 157-163, Αθήνα: ΥΙΝ.

  10. Γρηγορίου, Εμμανουήλ. (2003). Ο Πυρπολητής Κανάρης, Αθήνα: ΛΟΓΧΗ.

  11. Θεοφιλόπουλος, Γιάννης. (1996). Ένα αστέρι που δεν έλαμψε. Ο πυρπολητής Γιάννης Θεοφιλόπουλος ή Καραβόγιαννης, περιοδικό «Ναυτική Επιθεώρηση», τεύχος 498, σελίδες 145-164, Αθήνα: ΥΙΝ.

  12. Κεφαλληνιάδης, Νίκος. (2005). Η πειρατεία στο Αιγαίο στα 1700-1821, περιοδικό ΙΣΤΟΡΙΚΑ, τεύχος 290, σελ. 32-37, Αθήνα: Ελευθεροτυπία.

  13. Κεχαγιάς, Πλάτων. (2012). Ο Κανάρης, η θάλασσα και οι ποιητές, διαθέσιμο στο δικτυακό τόπο: (file:///C:/Users/User/Desktop/ΑΡΘΡΟ%20ΓΙΑ%20ΚΑΝΑΡΗ-ΕΛΙΝΙΣ/Chios190years. pdf, 9-7-2019).

  14. Κομνηνός, Δημήτρης. (2008). Τα πολιτικά κόμματα από τον Όθωνα έως τον Τρικούπη, περιοδικό Ιστορικά Θέματα, τεύχος 19, σελ. 4-17, Αθήνα: Ελευθεροτυπία.

  15. Κραντονέλλη, Αλεξάνδρα. (2005). Η πειρατεία στο Αιγαίο στους χρόνους της Τουρκοκρατίας, περιοδικό ΙΣΤΟΡΙΚΑ, τεύχος 290, σελ. 16-25, Αθήνα: Ελευθεροτυπία.

  16. Λισμάνης, Δημήτρης. (2014). Κωνσταντίνος Κανάρης, ο μεγάλος Έλληνας. 193η Επέτειος της Ελληνικής Επανάστασης. Αφιέρωμα, περιοδικό «Ναυτική Επιθεώρηση», τεύχος 587, σελίδες 58-71, Αθήνα: ΥΙΝ.

  17. Μαραθώνιος, Ν. Άπαντα για τον Κανάρη τον μπουρλοτιέρη, Αθήνα: Μέρμηγκας.

  18. Μπάρκας, Χρήστος. (2004). Οι πρωθυπουργοί της Ελλάδας, σελίδες 24-25, Αθήνα: Καρακωτσόγλου.

  19. Νικόδημος, Κωνσταντίνος. (1862). Απομνημονεύματα Εκστρατειών και Ναυμαχιών του Ελληνικού Στόλου, ανατύπωση 2007, Αθήνα: Βεργίνα.

  20. Νικόδημος, Κωνσταντίνος. (1862). Απομνημονεύματα Εκστρατειών και Ναυμαχιών του Ελληνικού Στόλου, ανατύπωση 2019, Αθήνα: Λαβύρινθος.

  21. Ντασταγιάννης, Μιχαήλ. (2010). Η επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843, περιοδικό Ιστορικά Θέματα, τεύχος 26, σελ. 4-19, Αθήνα: ΓΝΩΜΩΝ.

  22. Παλαμάς, Κωστής. (1928). Πεζοί δρόμοι, τεύχος β΄, Αθήνα: ΖΗΚΑΚΗΣ.

  23. Πρασσά, Αννίτα. (2000). Καποδίστριας. Οι τομές – ποιους ενόχλησαν, περιοδικό ΙΣΟΡΙΚΑ, τεύχος 12, σελ. 38-43, Αθήνα: Ελευθεροτυπία.

  24. Πρασσά, Αννίτα. (2003). Ανδρέας Μιαούλης, περιοδικό ΙΣΤΟΡΙΚΑ, τεύχος 178, σελ. 20-27, Αθήνα: Ελευθεροτυπία.

  25. Πρασσά, Αννίτα. (2005). Καποδίστριας και Μιαούλης, περιοδικό ΙΣΤΟΡΙΚΑ, τεύχος 290, σελ. 44-49, Αθήνα: Ελευθεροτυπία.

  26. Τ.Ψ. (1983). Το κατόρθωμα του Κανάρη όπως το είδαν οι Τούρκοι, περιοδικό ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΗ, Τεύχος 177, σελ. 108-109, Αθήνα: ΠΑΠΥΡΟΣ ΠΡΕΣΣ.

  27. Τερέντσιο, Γιολάντα. (1990). Ο Αγώνας των Ελλήνων και ο Ευρωπαϊκός Τύπος το 1821, περιοδικό «Εικονογραφημένη Ιστορία», τεύχος 261, σελίδες 36-48, Αθήνα: ΠΑΠΥΡΟΣ ΠΡΕΣΣ.

  28. Φλωμπέρ, Γουσταύος. (1999). Ταξίδι στην Ελλάδα, μετάφραση Ζάννας Παύλος, Αθήνα: Ολκός.

  29. Φωτιάδης, Δημήτρης. (1988). ΚΑΝΑΡΗΣ. Αθήνα: Ζαχαρόπουλος.

  30. Χατζηφώτης, Ι. (1986). Ο Κανάρης κυνηγάει ληστοπειρατές στα νερά του Αγίου Όρους το 1839, περιοδικό «Εικονογραφημένη Ιστορία», τεύχος 215, σελίδες 124-127, Αθήνα: ΠΑΠΥΡΟΣ ΠΡΕΣΣ.

Παραπομπές:

1Το Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό έδωσε το όνομά του σε τρία υποβρύχια. Το πρώτο έδρασε κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και ο πυργίσκος του εκτίθεται στο Ναυτικό Μουσείο Ελλάδος στη Ζέα του Πειραιά, το δεύτερο επιχειρούσε στο στόλο από το 1972 έως το 1992 και το τρίτο είναι ενταγμένο σήμερα στο Πολεμικό Ναυτικό.

2 Το Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό έδωσε το όνομά του σε δύο (2) υποβρύχια. Το πρώτο έδρασε τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και το δεύτερο είναι σύγχρονο.

3Το πραγματικό του όνομα ήταν Κωνσταντίνος Αργύρης. Έμεινε γνωστός με το επίθετο της μητέρα του, Νικόδημος. Προς τιμήν του το Ναυτικό Νοσοκομείο Αθηνών (ΝΝΑ) ονομάσθηκε και Νικοδήμειο.

5Ο Όμηρος στην Οδύσσεια το αποκαλεί Ψύρα ή Ψυρίη.

6Δημητρίου Αδριάνα. Η καταγωγή του Κωνσταντίνου Κανάρη, διαθέσιμο στο δικτυακό τόπο: (http://www.dimospsaron.gr/media/43661/Η%20καταγωγή%20του%20Κωνσταντίνου% 20Κανάρη.pdf, 14-7-2019)

7Ο Νικολής Αποστόλης συμμετείχε στον ναυτικό πόλεμο του Λάμπρου Κατσώνη (1752-1804) κατά των Οθωμανών το 1788-1792, ο οποίος έγινε φόβος και τρόμος των Οθωμανών στο Αιγαίο. Στην καταστροφή των Ψαρών η γυναίκα και η κόρη του αιχμαλωτίστηκαν. Οι γιοι του ευτυχώς σώθηκαν, καθόσον πολεμούσαν μαζί του στο καράβι του.

8Πυρπολικά χρησιμοποίησαν για πρώτη φορά οι Ρώσοι υπό τον Αλέξη Ορλόφ Τσεσμέσκοϊ τον Ιούλιο 1770, στον όρμο Τσεσμέ, κατά τον Ρωσοτουρκικό πόλεμο (1768-1774), όπου κατέκαψαν όλο σχεδόν τον οθωμανικό στόλο.

9Το σπίτι του μπουρλοτιέρη στην Κυψέλη όπως ήταν μέχρι το 1967, διαθέσιμο στο δικτυακό τόπο: (https://tetysolou.wordpress.com/2016/12/15/οδός-κυψέλης/, 9-7-2019)

10Η πειρατεία επί Τουρκοκρατίας είχε ευνοϊκές συνέπειες για τους Έλληνες. Αναπτύχθηκε κοινοτική αυτοδιοίκηση και δημιουργήθηκε αξιόλογη ναυτιλία (Κραντονέλλη, 2005).

11Το κατασκεύασαν ο Παργιανός Γ. Πατατούκος και ο Ιβάν Αφανάσιεβ (Ρώσος φιλέλληνας).

12Κατά τη διάρκεια του Απελευθερωτικού αγώνα του 1821 ανελήφθησαν περίπου 60 επιθέσεις με πυρπολικά, εκ των οποίων 40 ήταν επιτυχείς και 20 απέτυχαν, διαθέσιμο στο δικτυακό τόπο: (https://www.iellada.gr/istoria/pyrpolika-mystiko-oplo-tis-epanastasis-toy-1821, 7-7-2019).

13Ναύαρχος Jullen de la Gravlere δήλωσε: «Οι έλληνες βρήκαν το μυστικό του πολέμου».

14Το πραγματικό όνομα του Ανδρέα Μιαούλη ήταν Ανδρέας Βώκος ή Μπούκας. Το όνομα Μιαούλης προήλθε από το τουρκοκυπριακό καράβι που αγόρασε και λεγόταν «Μιαούλ». Και οι Σαχτούρηδες και οι Τομπάζηδες πήραν τα ονόματά τους από τα καράβια τους.

15Στη ναυμαχία της Πάτρας ο Κανάρης δεν μπόρεσε να χρησιμοποιήσει το πυρπολικό του.

16Το πραγματικό όνομα του αρχιναυάρχου του οθωμανικού στόλου Καρά Αλή, ήταν Νουάιχ Ζααντέ Αλή (Φωτιάδης, 1988, σελ. 116).

17Ο Μεχμέτ Πασάς ειδοποιήθηκε από τον Βιελά, κυβερνήτη Γαλλικού πλοίου ότι δύο ελληνικά μπουρλότα ήταν έτοιμα στο Τολό για να του επιτεθούν στο Ναύπλιο!

18Ο Γερμανός ποιητής και φιλέλληνας Βίλχελμ (Γουλιέλμος) Μύλλερ (1794-1827) του αφιέρωσε ποιήματα με τίτλους: «Οι διακόσιοι και ο ένας», «Ο γέρων της Ύδρας», «Ο μικρός Υδραίος», κ.α. Επίσης, ο λόγιος Φρανσουά Πούκεβιλ (1770-1838), συνέγραψε το έργο «Ιστορία της Αναγέννησης της Ελλάδας» (4 τόμοι, 1824), όπου εξιστορεί γεγονότα από το 1740 ως το 1824 και όπου αναφέρεται εκτεταμένα στα κατορθώματα του Κανάρη, ο Βύρων, ο Δουμάς, κ.α.

19Προτού η οθωμανική αρμάδα αποπλεύσει στα Δαρδανέλια, άγημά της κατάσφαξε τους εναπομείναντες χριστιανούς κατοίκους των Μαστιχοχωρίων της Χίου.

20Το πραγματικό όνομα του Λυκούργου Λογοθέτη ήταν Γεώργιος Παπλωματάς (Φωτιάδης, 1988, σελ. 111).

21Δύο ναύτες του σκοτώθηκαν.

22Το 1824 ο ενωμένος οθωμανο – αιγυπτιακός στόλος διέθετε 150 καράβια μεγάλα και μικρά, αρματωμένα με 2.000 κανόνια, 8.000 ναύτες και 2.500 στρατιώτες (πεζοναύτες). Ο δε ελληνικός στόλος είχε περίπου 80 πλοία, τα περισσότερα μικρά, 800 κανόνια και περί τους 5.000 ναύτες.

23Τη χρήση πυρπολικών ενθυμούνταν οι Ψαριανοί από την καταστροφή του οθωμανικού στόλου στο Τσεσμέ (1770) και την υλοποίησε πρώτος ο Ψαριανός Καλαφάτης. Μπουρλότα χρησιμοποίησαν οι Συρακούσιοι το 413 π.Χ. εναντίον των Αθηναίων και οι Τύριοι εναντίον του Μεγάλου Αλεξάνδρου το 332 π.Χ.

24Υπάρχει η ιστορική άποψη ότι η εκστρατεία στην Αλεξάνδρεια οφείλεται στους Έλληνες της Αιγύπτου, οι οποίοι τη ζήτησαν με επιστολή από τον Λάζαρο Κουντουριώτη.

25Αξιομνημόνευτο είναι ένα περιστατικό που διημείφθη με τον καπετάνιο ενός Αυστριακού πλοίου που έδωσε στο πλοίο του Κανάρη τρόφιμα και νερό λέγοντάς του: «Δεν θέλω τίποτε. Εξάλλου δεν έχετε κράτος!». Η αγέρωχη ψυχή του Κανάρη όμως του έδωσε πληρωμένη απάντηση: «Δεν έχουμε κράτος, μα θα κάνουμε!», και εκπλήρωσε το χρέος του στον Αυστριακό καπετάνιο, μετά από λίγα χρόνια όταν ήταν Υπουργός Ναυτικών.

26Ο Κανάρης είχε εκφράσει το σχέδιό του στον Άμιλτον, κυβερνήτη Αγγλικής φρεγάτας που ελλιμενίζονταν στις Σπέτσες, ότι θα ήταν μεγάλο στρατηγικό κτύπημα τα ελληνικά πυρπολικά να εισέλθουν στο λιμάνι της Κωνσταντινούπολης και να επιφέρουν συντριπτικό κτύπημα στην οθωμανική αρμάδα. Ο Άγγλος κυβερνήτης τον αποθάρρυνε, διότι έτσι θα έβλαπταν και τα συμφέροντα των Ευρωπαίων και θα τους είχαν απέναντί τους! Ως εκ τούτου ο Κανάρης διέγραψε από το μυαλό του το σχέδιό του και δεν το εξέθεσε σε κανέναν άλλο.

27Είναι η δεύτερη φορά που τραυματίζεται σοβαρά ο Κανάρης. Το 1823 τραυματίστηκε στο χέρι και δύο ναύτες του σκοτώθηκαν, όταν με τον Ψαριανό Κωνσταντίνο Νικόδημο προσέβαλαν με τα πυρπολικά τους την οθωμανική αρμάδα, η οποία έπλεε μεταξύ Θεσσαλίας και Εύβοιας.

28Αργότερα, όταν ο Κανάρης ήταν Υπουργός Ναυτικών, μη ξεχνώντας την ηρωική πράξη του συναγωνιστή του τον παρασημοφόρησε.

29Ο Άστιγκ (1794-1828) πολέμησε για την ελευθερία της Ελλάδος από το 1822 μέχρι το 1828, οπότε και πληγώθηκε βαριά σε μία σύγκρουση με τον εχθρό στο Μεσολόγγι.

30Η μοναδική φρεγάτα που είχε η Ελλάδα. Είχε όμως κορβέτες, όπως ο «ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ» της Μπουμπουλίνας και ο «ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ» των Τομπάζηδων.

31Διοικητής της μοίρας του Νοτίου Αιγαίου ανέλαβε ο Ανδρέας Μιαούλης.

32Ο Ιωάννης Καποδίστριας υπηρετούσε στο Υπουργείο Εξωτερικών της αυτοκρατορικής Ρωσίας από το 1809 και από το 1815 ανέλαβε Υπουργός Εξωτερικών της αυτοκρατορικής Ρωσίας έως το 1827. Οι Ρώσοι τον αποκαλούσαν Ιβάν Αντώνοβιτς.

33Την Ύδρα ο Ιμπραήμ την αποκαλούσε «Μικρή Αγγλία».

34Ο Μαυροκορδάτος από την Ύδρα οργάνωσε την ανατροπή του Καποδίστρια και ήταν ο εμπνευστής και κύριος υπεύθυνος της τραγωδίας του Πόρου.

35Ο θάνατος του Καποδίστρια έθεσε τέρμα στις διώξεις που είχαν αρχίσει εναντίον του Μιαούλη. Το 1832 τέθηκε επικεφαλής της ελληνικής αντιπροσωπείας όπου στο Μόναχο προσέφερε το ελληνικό στέμμα στον Όθωνα. Τιμήθηκε με το βαθμό του αντιναυάρχου.

36Ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης αποφυλακίστηκε το 1832, διορίστηκε επί Όθωνα αντιπρόεδρος του Συμβουλίου Επικρατείας και τιμήθηκε με το βαθμό του αντιστράτηγου εν ενεργεία.

37Την Κυριακή 27 Σεπτεμβρίου 1831 ο Κωνσταντίνος και ο Γεώργιος Μαυρομιχάλης δολοφόνησαν τον Καποδίστρια έξω από την εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα, στο Ναύπλιο.

38Πολλοί Ψαριανοί εγκαταστάθηκαν στην Ερέτρια, όπου ίδρυσαν τα «Νέα Ψαρά», τα οποία εξέλεγαν τρεις (3) βουλευτές. Το νησί των Ψαρών ελευθερώθηκε στις 31 Οκτωβρίου 1912 από το Α/Τ ΙΕΡΑΞ και αρκετοί Ψαριανοί γύρισαν στα πάτρια εδάφη τους.

39Ως πρωθυπουργός αναλάμβανε παράλληλα και το Υπουργείο Ναυτικών. Φρόντισε με ιδιαίτερη αγάπη για τις ναυτικές δυνάμεις της χώρας. Ίδρυσε την πρώτη Ναυτική Σχολή, έστειλε αξιωματικούς στο εξωτερικό για εκπαίδευση, έγιναν μελέτες για κατασκευή νέων πλοίων και γενικά μερίμνησε για την καλύτερη οργάνωση του Πολεμικού Ναυτικού.

40Στην πρωθυπουργία του έλαβε χώρα η υπόθεση του Εβραίου Πατσίφικου, που οι Άγγλοι απαιτούσαν από την Ελλάδα υπερβολική αποζημίωση 30.000 δραχμές για την οικοσκευή του, αλλά ο Κανάρης δεν υπέκυψε. Επίσης, προέκυψε ρήξη με το ελληνικό δημόσιο του φιλέλληνα George Finley (1799-1875) του οποίου κτήματα συμπεριέλαβε η Αμαλία κατά την δημιουργία του Εθνικού κήπου της Αθήνας. Βέβαια οι Άγγλοι επανήλθαν αργότερα επί πρωθυπουργίας Κριεζή και πέτυχαν το στόχο τους με ανήκουστες απειλές και ναυτικό αποκλεισμό της χώρας!

41Ο δημοσιογράφος Αλέξανδρος Σούτσος στο φύλλο της εφημερίδας του αποκαλούσε τον Κανάρη: «Πυρπολητή του συστήματος».

42Ο Δημήτριος Βούλγαρης ήταν Έλληνας πολιτικός του 19ου αιώνα. Διετέλεσε οκτώ (8) φορές πρωθυπουργός σε διάστημα μίας 20ετίας, για 6 χρόνια και 1 μήνα συνολικά.

43Ο Μπενιζέλος Ρούφος ήταν Έλληνας πολιτικός και Φιλικός. Αναδείχτηκε δήμαρχος Πατρέων, μέλος της αντιβασιλείας και τρεις (3) φορές πρωθυπουργός της Ελλάδας.

44Ο Δημήτρης Βούλγαρης ήταν Υδραίος πολιτικός με συγκεντρωτικές τάσεις. Αποκαλούνταν «Τσουμπές» λόγω του ότι φορούσε τον μακρύ επενδύτη των προκρίτων της Ύδρας. Η βασίλισσα Αμαλία τον αποκαλούσε «Αρταξέρξη», λόγω του αυταρχικού χαρακτήρα του!

45Ο γιος του Θρασύβουλος, ο οποίος γεννήθηκε το 1820, κατατάχθηκε στο Πολεμικό Ναυτικό, έγινε ναύαρχος και πέθανε το 1898. Ο γιος του Μιλτιάδης, ο οποίος γεννήθηκε το 1822, κατατάχθηκε επίσης στο Πολεμικό Ναυτικό, έγινε ναύαρχος, εξελέγη πολλές φορές βουλευτής, υπήρξε τρεις φορές Υπουργός Ναυτικών: 1864, 1871 και 1878 και πέθανε το 1899.

46Το πρωί της 2 Σεπτεμβρίου 1877 τον βρήκαν αναίσθητο στο κρεβάτι του η γυναίκα του και ο γραμματέας του Γεωργαντάς. Μέχρι το βράδυ ξεψύχησε.

47Το λείψανό του τέθηκε για λαϊκό προσκύνημα στο Υπουργείο Ναυτικών, στο κτίριο της οδού Παπαρρηγοπούλου 2, στην Κλαυθμώνος. Πέρασαν χιλιάδες Έλληνες να τον αποχαιρετήσουν. Στις 4 Σεπτεμβρίου 1877, ο βασιλιάς Γεώργιος Α΄ συνόδευσε το λείψανό του από το Υπουργείο Ναυτικών, την οδό Σταδίου, Αιόλου, Ερμού, Ευαγγελιστρίας μέχρι την Μητρόπολη. Μετά την νεκρώσιμη ακολουθία ξεκίνησαν για το Α΄ Νεκροταφείο. Στο Σύνταγμα ο βασιλιάς αποτραβήχτηκε στο παλάτι. Πέρασαν από την οδό Φιλελλήνων, τη σημερινή οδό Νικόδημου, όπου ο μοναδικός ζων του Εικοσιένα, παλιός Ψαριανός συμπολεμιστής, ο αδελφικός και αχώριστος σύντροφός του στα μπουρλότα και πιστός φίλος, Κωνσταντίνος Νικόδημος, αποχαιρέτησε τον μεγάλο ήρωα, από το παράθυρο του σπιτιού του, σοβαρά άρρωστος και ανήμπορος. Η πορεία της κηδείας συνέχισε την Αμαλίας και Αναπαύσεως.

48Όπως: α) από τον επικό ποιητή και πολιτικό Αριστοτέλη Βαλαωρίτη (1824-1879), β) από τον ρομαντικό ποιητή του 19ου αιώνα Αχιλλέα Παράσχο (1838-1895), εκπρόσωπο της πρώτης Αθηναϊκής σχολής, στο ποίημά του «Ο Κανάρης», γ) τον πολιτικό δημοσιογράφο – ποιητή Αλέξανδρο Βυζάντιο (1841-1898) και τον Κερκυραίο ποιητή Γεώργιο Μαρτινέλη (1836-1896) στο ποίημά τους «Επί τω θανάτω του Κ. Κανάρη», κ.α.

49Το 1851 τον επισκέφτηκε ο περιηγητής Γάλλος μυθιστοριογράφος Γουσταύος Φλωμπέρ (1821-1880) και τον περιέγραψε ως γαλήνιο και αξιοπρεπή, στο βιβλίο «ταξίδι στην Ελλάδα», διαθέσιμο στο δικτυακό τόπο: (https://el.wikipedia.org/wiki/Γκυστάβ_Φλωμπέρ, 14-7-2019).

Αθήνα Ιούλιος 2019