Υποναύαρχος (Ο) Δημήτριος Γεωργαντάς ΠΝ ε.α.

Ιωάννα – Θεοδοσία Γεωργαντά, Φοιτήτρια

 

«Εγώ ούν … και ομολογώ σοφιστής είναι και παιδεύειν ανθρώπους.» Πρωταγόρας ο Αβδηρίτης (490-420 π.Χ.)

Αντί Εισαγωγής

Τέλη 6ου αιώνα και αρχές 5ου αιώνα, ο πληθυσμός της πόλης του Δορίσκου υπήρξε ο μεγαλύτερος από οποιαδήποτε εποχή. Υπάρχουν κάποιες πόλεις που μεσουρανούν συγκεκριμένη χρονική στιγμή της ανθρώπινης ιστορίας και μετά εξαφανίζονται εντελώς από το προσκήνιο. Τέτοια πόλη αποτελεί και ο Δορίσκος, η οποία ήταν παραλιακή θρακική πόλη και αποτελούσε τότε το μεγαλύτερο ναυτικό – εμπορικό λιμάνι της Θράκης. Δυτικότερα ήταν επίσης τα σημαντικά λιμάνια της Μαρώνειας και των Αβδήρων. Βρίσκονταν δίπλα στον Έβρο ποταμό, που ακόμη οι προσχώσεις του και οι αποθέσεις ιζημάτων του εν λόγω ποταμού δεν την είχαν καταστήσει εσωτερική – ηπειρωτική πόλη της Θράκης. Η στρατηγική της θέση της έδωσε κατά τις διάφορες χρονικές περιόδους μεγάλη στρατιωτική και εμπορική σημασία, και κυρίαρχο ρόλο στις κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις της περιοχής.

Η σημαντικότητα της θέσης στο λόφο «Σαράγια», 1-2 χιλιόμετρα ανατολικότερα του σημερινού χωριού του Δορίσκου[1] από αρχαιολόγους το 1955 ταυτίστηκε με το αρχαίο Δορίσκο[2]. Από τα ελάχιστα ευρήματα, αλλά σημαντικότατο είναι ένα τιμητικό ψήφισμα του 3ου αιώνα π.Χ., όπου καταγράφεται πανήγυρις προς τιμή του Ασκληπιού και του Ρήσου ή Ροϊτη. Μικρή ανασκαφική έρευνα έγινε από τον αρχαιολόγο Διαμαντή Τριαντάφυλλο το 1971. Περί τα έτη 2005 και 2006 με συνδρομή του τμήματος Γεωλογίας του ΑΠΘ πραγματοποιήθηκε γεωφυσική διασκόπηση στον αρχαιολογικό χώρο, η οποία τεκμηρίωσε την ύπαρξη οικιστικών καταλοίπων. Επιπρόσθετα, διενεργήθηκε τοπογραφική αποτύπωση και κτηματογράφηση της ακρόπολης της αρχαίας πόλης. Ακολούθησαν και άλλες ανασκαφές το 2007 και το 2010 με χρηματοδότηση του τότε Δήμου Φερών, σήμερα Δήμου Αλεξανδρούπολης. Θησαυροί που αναμένουν την αρχαιολογική σκαπάνη για να εντοπιστούν και να αναδειχθούν.

Ο Δορίσκος τοποθετείται από τον Στράβωνα (63 π.Χ. – 23 μ.Χ.) ανατολικά της Σαμοθρακικής περαίας και του Χαρακώματος και πριν από τον Έβρο ποταμό. Ο Δορίσκος αναφέρεται ως «τείχος» από τον Σκύλακα τον Καρυανδέα (6ος – 5ος αιώνας π.Χ.) και επιπλέον από τον Ηρόδοτο (484-425 π.Χ.), τον πατέρα της ιστορίας, ως «αιγιαλός»[3] και «πεδίον μέγα» της Θράκης[4], αλλά και ως σημαντικότατη οχυρή θέση (τείχος βασιλήιον) των Περσών, όπου ως γνωστόν ο Δαρείος Α΄ (550-487 π.Χ.) είχε εγκαταστήσει μόνιμη φρουρά, αρχής γενομένης από την εκστρατεία του εναντίον των Σκυθών το 512-513 π.Χ.. Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι εδώ αποβίβασαν οι Λέσβιοι κατά την διάρκεια της ιωνικής επανάστασης (494 π.Χ.) τους Παίονες που είχαν εξοριστεί μετά το τέλος της Σκυθικής εκστρατείας από τον Μεγάβαζο στην Φρυγία, για να γυρίσουν στις εστίες τους στην περιοχή του Στρυμόνα. Περί το καλοκαίρι του 480 π.Χ. χρησίμευσε ως τόπος παράταξης, μέτρησης και επιθεώρησης της στρατιάς του Ξέρξη Α΄ (519-465 π..) και ως μεγάλο κέντρο ανεφοδιασμού. Από τον Δορίσκο λογίζεται ότι ξεκίνησε η με μεγάλες προσδοκίες εκστρατεία του Ξέρξη Α΄ εναντίον της Ελλάδος. Η στρατηγική του θέση στον χερσαίο άξονα Ασίας και Ευρώπης, αλλά και η εγγύτητα των παραλίων του Αιγαίου με την θρακική ενδοχώρα, μέσω του Έβρου ποταμού, αποτελούσε αναμφισβήτητο στρατηγικό πλεονέκτημα. Παρόλα αυτά λίγες είναι οι πληροφορίες όσον αφορά την τύχη του Δορίσκου μετά την απομάκρυνση των Περσών.

Η κατάληψη του Δορίσκου μετά την Φιλοκράτειο ειρήνη το 346 π.Χ. από τον Φίλιππο Β΄ (382-336 π.Χ.), καταγγέλθηκε από τον Αθηναίο πολιτικό και ρήτορα Δημοσθένη (384-322 π.Χ.) ως καταπάτηση των Αθηναϊκών συμφερόντων στο Βόρειο Αιγαίο. Στη συνέχεια βρίσκεται υπό τον έλεγχο των Πτολεμαίων της Αιγύπτου και αργότερα περί το 200 π.Χ. επανέρχεται στην επιρροή των Μακεδόνων βασιλέων. Από την πόλη διήλθαν τα στρατεύματα του Κάσσιου και του Βρούτου πριν την τελική αναμέτρηση με τις λεγεώνες του Αντωνίου και του Οκταβιανού στους Φιλίππους το 42 π.Χ. Τελικά με την ίδρυση της γειτονικής Τραϊανούπολης από τον Ρωμαίο Αυτοκράτορα Μάρκο Ούλπιο Τραϊανό (53 μ.Χ. – 117 μ.Χ.), διαφαίνεται ότι παρακμάζει και εγκαταλείπεται η ένδοξη ιστορική πορεία της.

Ένα 24ωρο του 480 π.Χ. στο Δορίσκο

Ο Ξέρξης

Είναι η χρονική περίοδος που η πόλη βρίσκεται στο μέσον της πολεμικής επέλασης του μεγάλου πέρση βασιλιά Ξέρξη Α΄ (519-465 π.Χ.) για την κατάκτηση της Αθήνας και της Σπάρτης, των δύο ακμαζόντων πόλεων της Ελλάδος. Με τελικό σκοπό την επέκτασή του και στην υπόλοιπη Ευρώπη. Πέρασε στην Ευρώπη τον πολυάριθμο στρατό του με δύο πλοιογέφυρες που κατασκεύασε στον Ελλήσποντο ο σπουδαίος Σάμιος μηχανικός Μανδροκλής. Το πέρασμα διήρκεσε επτά ημέρες χωρίς διακοπή. Παράλληλα ο στόλος του έπλεε κοντά στις ακτές συγχρονισμένος με την κίνηση του στρατού. Ο στρατός του βάδιζε δυτικά αφήνοντας πίσω του την ασιατική πόλη Αίνο και τη λίμνη Στεντορίδα και έφτασε στο Δορίσκο, όπου στρατοπέδευσε, τουλάχιστον ένα 24ωρο για ξεκούραση και για ανεφοδιασμό. Εκεί κατέπλευσε και ο τεράστιος στόλος του.

Καταμέτρηση – Επιθεώρηση Στρατού και Στόλου

Ο Δορίσκος, η παραθαλάσσια πόλη της Θράκης με την τεράστια πεδιάδα, δίπλα στον Έβρο ποταμό, διέθετε ισχυρό φρούριο, όπου ο Δαρείος Α΄ είχε εγκαταστήσει Περσική φρουρά το 512 με την έναρξη της εισβολής του στην Σκυθία. Ο Ξέρξης Α΄ θεώρησε ότι ο τόπος αυτός ήταν κατάλληλος για να παρατάξει, να μετρήσει, να οργανώσει και να επιθεωρήσει τον στρατό και τον στόλο του. Πρώτα παρέταξε και μέτρησε τον στρατό του. Στη συνέχεια παράγγειλε στους ναυάρχους του να μετακινήσουν όλα τα πλοία στη γειτονική παραλία, που έφτανε μέχρι το πασίγνωστο ακρωτήριο Σέρρειο[5], όπου βρίσκονταν η πόλη Σάλη των Μαρωνειτών – Σαμοθρακών[6] και η πόλη Μεσημβρία – Ζώνη. Στην αρχαιότητα όλη αυτή η περιοχή ανήκε στη θρακική φυλή των Κικόνων, σύμφωνα με αναφορές του Ηρόδοτου και του Ρωμαίου γεωγράφου Πομπώνιου Μέλα (1ος αιώνας μ.Χ.). Εδώ έσυραν οι Πέρσες τα πλοία στην ξηρά και τα άφησαν να στεγνώσουν.

Δεν υπάρχουν στοιχεία για τον στρατό που πρόσφερε κάθε έθνος στους Πέρσες. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο (484-425 π.Χ) το σύνολο του στρατού βρέθηκε να είναι ένα περίπου εκατομμύριο επτακόσιες χιλιάδες. Κατά τον Κορνήλιο Νέπωτα (100 π.Χ. – 25 π.Χ.), ο στρατός ανέρχονταν σε περίπου επτακόσιες χιλιάδες πεζούς και περίπου τετρακόσιες χιλιάδες ιππείς. Η καταμέτρηση έγινε με τον παρακάτω τρόπο. Σε ένα σημείο συγκέντρωσαν δέκα χιλιάδες άνδρες και αφού τους πύκνωσαν καλά, σχημάτισαν στο έδαφος κύκλο γύρω τους. Έβγαλαν έξω τις δέκα χιλιάδες άνδρες και κατασκεύασαν πάνω στον κύκλο φράγμα ύψους περίπου ενός μέτρου. Μετά τοποθετούσαν κάθε φορά μέσα στο περίφραγμα άλλους τόσους και άλλους τόσους, ώσπου καταμετρήθηκε όλος ο στρατός. Μετά το μέτρημα τους παρέταξαν κατά έθνη ξεχωριστά. Αφού τέλειωσε η καταμέτρηση και παρατάχθηκε ο στρατός, ο Ξέρξης Α΄ ξεκίνησε την επιθεώρησή του. Ανέβηκε στο άρμα του και περνώντας μπροστά από κάθε έθνος απεύθυνε ερωτήσεις και οι γραμματείς του κατέγραφαν τις απαντήσεις, ώσπου πέρασε από την μία άκρη στην άλλη, του πεζικού και του ιππικού.

Κατά τον Ηρόδοτο, σαράντα έξι έθνη συγκροτούσαν το στράτευμα του Ξέρξη Α΄. Αναλυτικά ήταν: Πέρσες, Μήδοι, Ασσύριοι, Βάκτριοι και Σάκες, Ινδοί, Άριοι, Κάσπιοι, Ούτιοι και Μύκοι, Παρικάνιοι, Άραβες και Αιθίοπες, Λίβυοι, Παφλαγόνες, Φρύγες και Αρμένιοι, Λυδοί, Θράκες, Πισίδες, Καβηλείς, Μόσχοι, Μάρες, Κίσσιοι, Πάρθοι και Χωράσμιοι, Σόγδοι, Γανδάριοι, Σαράγγες, Πάκτυοι, Μαριανδινοί, Σύροι και Λίγυοι, Κόλχοι, Λασόνιοι, Μιλύοι, κ.α. Ανώτερος και γενικός διοικητής του πεζικού ήταν ο Μαρδόνιος, γιος του Γωβρύα, ο Τριτανταίχμης, γιος του Αρτάβανου (είχε ψηφίσει εναντίον της εκστρατείας), ο Σμερδομένης, γιος του Οτάνη (και οι δύο ήταν ανίψια του Δαρείου Α΄ και ξαδέρφια του Ξέρξη Α΄), ο Μασίστης, γιος του Δαρείου Α΄ και της Άτοσσας, ο Γέργης, γιος του Αριάζου, και ο Μεγάβυζος, γιος του Ζώπυρου. Οι ανωτέρω έξι διοικούσαν ολόκληρο το πεζικό εκτός από τις Δέκα Χιλιάδες, το σώμα των επίλεκτων Περσών (Αθανάτων) που λάμβαναν διαταγές μόνο από τον Υδάρνη. Πέρα από το πεζικό ο Ξέρξης Α΄ είχε και ιππικό περίπου ογδόντα χιλιάδες, το οποίο αποτελούσε και το στρατηγικό όπλο των Περσών. Για την συγκεκριμένη εκστρατεία οι ιππείς προέρχονταν από τους Μήδους, Κίσσιους, Ινδούς, Βάκτριους, Κάσπιους, Λίβυους, Παρικάνιους και Άραβες. Ίππαρχοι ήταν οι δύο γιοι του Δάτη, ο Αρμαμίθρης και ο Τίθαιος.

Ο Ξέρξης Α΄ αφού τελείωσε με την επιθεώρηση του πεζικού και του ιππικού, διέταξε τα πλοία να πέσουν στη θάλασσα. Επιβιβάστηκε στη σιδωνία τριήρη του και καθισμένος κάτω από χρυσή σκηνή, περνούσε κοντά από τις πρώρες των πλοίων και ρωτούσε για το καθένα έθνος και οι γραμματείς του κατέγραφαν τις απαντήσεις. Οι ναύαρχοι είχαν φέρει τα πλοία έως τέσσερα πλέθρα[7] απόσταση από το ακρογιάλι και τα κρατούσαν εκεί με τις πρώρες γυρισμένες κατά την ξηρά, σε ευθεία γραμμή και με τους οπλίτες σε ετοιμότητα μάχης. Και ο Ξέρξης Α΄ έκανε την επιθεώρηση πλέοντας ανάμεσα στις πρώρες των πλοίων και το ακρογιάλι. Οι τριήρεις του ανέρχονταν σε χίλιες διακόσιες επτά και τα μικρότερα πολεμικά μαζί με τα φορτηγά πλοία σε περίπου τρεις χιλιάδες. Αναλυτικά ο  στόλος αποτελούνταν από τους ακόλουθους λαούς με τα αντίστοιχα πλοία τους: Φοίνικες και Σύριους της Παλαιστίνης με τριακόσιες τριήρεις, Αιγύπτιους με διακόσια πλοία, Κύπριους με εκατόν πενήντα πλοία, Κίλικες με εκατό πλοία, Πάμφυλους με τριάντα πλοία, Λύκιους με πενήντα πλοία, Δωριείς της Ασίας με τριάντα πλοία, Κάρες με εβδομήντα πλοία, Ίωνες με εκατό πλοία, νησιώτες (Κυκλάδες) με δεκαεπτά πλοία, Αιολείς με εξήντα πλοία και πόλεις του Βοσπόρου και του Ελλησπόντου με εκατό πλοία. Επιπλέον, πλοία με τριάντα και πενήντα κουπιά, κέρκουροι, φορτηγά πλοία για τα άλογα ήταν συνολικά γύρω στις τρεις χιλιάδες. Οι διοικητές του στόλου ήταν: ο Αριαβίγνης, γιος του Δαρείου Α΄, ο Πρηξάσπης του Ασπαθίνη, ο Μεγάβαζος του Μεγαβάτη και ο Αχαιμένης, του Δαρείου Α΄. Ο Αριαβίγνης, που ήταν γιος του Δαρείου Α΄ και μιας κόρης του Γωβρύα, διοικούσε την Ιωνική και την Καρική στρατιά, ενώ ο Αχαιμένης, που ήταν αδερφός του Ξέρξη Α΄, ήταν αρχηγός των Αιγυπτίων. Τον υπόλοιπο στόλο διοικούσαν ο Μεγάβαζος και ο Πρηξάσπης. Αξίζει να αναφερθεί η συμμετοχή στην εκστρατεία μιας διάσημης ιστορικά γυναίκας – βασίλισσας, της Αρτεμισίας. Όταν πέθανε ο άνδρας της, τον διαδέχθηκε στην ανώτατη εξουσία και ξεκίνησε με τον στόλο, μολονότι είχε ενήλικο γιο. Η αγάπη της για την περιπέτεια και το θάρρος της ήταν τα μόνα της κίνητρα. Ήταν κόρη του Λύγδαμη, από την Αλικαρνασσό, που ήταν αποικία της Τροιζίνας, ενώ από την μεριά της μητέρας της είχε Κρητική καταγωγή. Μπήκε επικεφαλής των ανδρών της Αλικαρνασσού, της Κω, της Νισύρου και της Καλύμνου και συνεισέφερε πέντε πολεμικά πλοία. Ήταν τα πιο γνωστά και αξιόμαχα στον στόλο, μετά από αυτά των Ιώνων, Φοινίκων, Κυπρίων και Σιδωνίων και είναι αλήθεια ότι κανείς από τους διοικητές δεν έδωσε στον Ξέρξη Α΄ καλύτερες συμβουλές από ό,τι αυτή.

Διάλογος Ξέρξη Α΄ – Δημάρατου

Τελειώνοντας την επιθεώρηση στρατού και στόλου, ο Ξέρξης Α΄ κάλεσε τον Δημάρατο, γιο του Αρίστωνα, που τον συνόδευε στην εκστρατεία του. Ο Δημάρατος (6ος – 5ος αιώνας π.Χ.) ήταν ο 15ος βασιλιάς της αρχαίας Σπάρτης από την γενιά των Ευρυποντιδών, που συγκυβέρνησε από το 510 μέχρι το 491 π.Χ. Η θητεία του Δημάρατου σημαδεύτηκε από τις έντονες διαφωνίες του με τον συμβασιλέα του Κλεομένη Α΄ του Αλεξανδρίδα, ο οποίος βασίλεψε από το 519 – 490 ή 489 π.Χ.), ο οποίος ήταν ιδιόρρυθμη προσωπικότητα και αρκετά υπερόπτης. Όταν ο Δημάρατος παρουσιάστηκε μπροστά στον βασιλιά, ακολούθησε η παρακάτω συνομιλία:

  • Ξέρξης Α: Δημάρατε, θέλω να σου κάνω ορισμένες ερωτήσεις. Είσαι Έλληνας και μάλιστα αυτόχθονας μια πόλης που δεν είναι ούτε η πιο φτωχή ούτε η πιο αδύναμη της χώρας. Αυτό το γνωρίζω όχι μόνο από τα λεγόμενά σου, αλλά και από άλλους Έλληνες, με τους οποίους έχω μιλήσει. Πες μου αν οι Έλληνες θα τολμήσουν να κάνουν την παραμικρή κίνηση εναντίον μου. Έχω τη γνώμη ότι ακόμη και αν συγκεντρώνονταν με όλους τους δυτικούς λαούς, πάλι δεν θα είχαν τη δύναμη να αντισταθούν στην επίθεσή μου. Πόσο τώρα, που δεν είναι ενωμένοι! Παρόλα αυτά, προτιμώ να ακούσω τη δική σου άποψη πάνω στο θέμα.
  • Δημάρατος: Βασιλιά, προτιμάς να σου πω την αλήθεια ή εκείνο που θα σε ευχαριστήσει;
  • Ξέρξης Α΄: Θέλω την πλήρη αλήθεια και να μην φοβηθείς. Να είσαι δε βέβαιος ότι ανεξάρτητα με την απάντησή σου θα συνεχίσεις να έχεις την απόλυτη εμπιστοσύνη και την πλήρη εύνοιά μου.
  • Δημάρατος: Βασιλιά, αφού με διέταξες θα σου πω την καθαρή αλήθεια και όλα εκείνα που δεν θα με βγάλουν ψεύτη. Οι Έλληνες είχαν από παλιά συντρόφισσα αχώριστη τη φτώχεια. Την αξία τους την κέρδισαν μόνοι τους, χάρη στη σοφία και την ισχύ των νόμων. Χάρη στην αξία της η Ελλάδα κρατάει τώρα τη φτώχεια και τη σκλαβιά σε απόσταση. Εκτιμώ όλους τους Έλληνες που κατοικούν σε Δωρικές κτίσεις. Αυτό που θα σου πω όμως ισχύει κυρίως για τους Σπαρτιάτες. Πρώτον, δεν θα δέχονταν ποτέ από εσένα όρους που θα σήμαιναν την υποδούλωση της Ελλάδος. Δεύτερον, θα σε αντιμετωπίσουν στο πεδίο της μάχης, ακόμη και αν όλη η υπόλοιπη Ελλάδα υποταχθεί. Θεωρώ ότι είναι άνευ σημασίας να με ρωτάς αν έχουν την αριθμητική δύναμη να το πράξουν. Αν υποθέσουμε ότι θα συγκεντρωθούν χίλιοι πολεμιστές, τόσοι θα σε αντιμετωπίσουν στο πεδίο της μάχης. Το ίδιο ισχύει για οποιαδήποτε αριθμό, είτε μεγαλύτερο είτε μικρότερο.
  • Ξέρξης Α΄: Είναι για γέλια! Τι είναι αυτά που λες Δημάρατε; Θεωρείς στ’ αλήθεια πιθανό να αντιταχθούν χίλιοι άνδρες σε ένα στρατό σαν τον δικό μου; Για πες μου, θα τολμούσες εσύ, που ήσουν κάποτε, όπως λες, βασιλιάς αυτού του λαού, να πολεμήσεις αυτή τη στιγμή μόνος ενάντια σε δέκα άνδρες; Αν τα πράγματα στη Σπάρτη είναι όπως τα περιέγραψες, τότε σύμφωνα με τους νόμους σας, εσύ, που σαν βασιλιάς τους έχεις διπλό μερίδιο, θα πρέπει, αν κάθε Σπαρτιάτης μπορεί να τα βάλει με δέκα εχθρούς, εσύ να μπορείς να νικήσεις είκοσι. Μόνο με αυτόν τον τρόπο θα με πείσεις ότι λες την αλήθεια. Αν όμως εσείς οι Έλληνες που έχετε μεγάλη ιδέα για τον εαυτό σας, έχετε όλοι το παράστημα αυτών που γνώρισα όταν ήρθαν στην αυλή μου, θεωρώ ότι οι ισχυρισμοί σας δεν είναι παρά κούφιοι κομπασμοί. Πως είναι δυνατόν χίλιοι ή δέκα ή πενήντα χιλιάδες να αντισταθούν σε ένα στρατό τόσο μεγάλο σαν τον δικό μου και ειδικά όταν δεν είναι κάτω από τις διαταγές ενός άνδρα, αλλά κάθε λαός είναι ελεύθερος να κάνει ό,τι του αρέσει; Ας υποθέσουμε ότι έχουν πέντε χιλιάδες άνδρες. Στην περίπτωση αυτή θα αντιστοιχούν περισσότεροι από χίλιους σε έναν! Αν ο στρατός τους υπάκουε σε έναν μόνον άνδρα, όπως ο δικός μας, ίσως από φόβο απέναντί του ξεπερνούσαν τον ίδιο τον εαυτό τους και ρίχνονταν στη μάχη, αν και λιγότεροι, εξαναγκαζόμενοι με μαστίγια. Όμως, όταν κάθε άνδρας είναι ελεύθερος να πράξει όπως θέλει, είναι αδιανόητο ότι θα τολμούσαν. Πιστεύω ότι ακόμη και με ίσους όρους, οι Έλληνες δύσκολα θα αποφάσιζαν να αντιμετωπίσουν τους Πέρσες μόνους. Έχουμε μόνο εμείς αυτό για το οποίο μιλάτε με τόση περηφάνια. Δεν είναι όμως συνηθισμένο φαινόμενο αλλά σπάνιο. Ανάμεσα στους Πέρσες της σωματοφυλακής μου υπάρχουν άνδρες που θα πάλευαν πρόθυμα με τρεις Έλληνες συγχρόνως. Εσύ όμως δεν γνωρίζεις τίποτε από αυτά. Αλλιώς δεν θα έλεγες τέτοιες ανοησίες.
  • Δημάρατος: Βασιλιά, ήξερα ότι δεν θα σου άρεσε η αλήθεια. Όμως, αφού επέμεινες ότι ήθελες να την ακούσεις, σου ανέφερα πως ακριβώς έχουν τα πράγματα για τους Σπαρτιάτες. Γνωρίζεις ότι κάθε άλλο παρά αγάπη νιώθω για τους συμπατριώτες μου, που μου έκλεψαν την εξουσία και τα προνόμια που μου ανήκαν δικαιωματικά και με μετέτρεψαν σε ένα φυγά χωρίς πατρίδα. Ενώ, αντίθετα ο πατέρας σου με καλωσόρισε στην αυλή του και μου έδωσε τα μέσα για να ζήσω και να έχω δικό μου χώρο. Είναι παράλογο να απορρίψει κανείς την καλοσύνη. Κάθε λογικός άνθρωπος θα την δεχόταν με ευγνωμοσύνη. Προσωπικά, δεν ισχυρίζομαι ότι είμαι ικανός να πολεμήσω ενάντια σε δέκα άνδρες ή ακόμη και σε δύο. Θα προτιμούσα μάλιστα να μην αναγκαζόμουν να παλέψω ούτε με έναν. Μα αν ήταν απαραίτητο ή αν είχα κάποιο πολύ ισχυρό κίνητρο, τότε τίποτε δεν θα μου έδινε μεγαλύτερη ευχαρίστηση από το να αναμετρηθώ με αυτούς από τους άνδρες σου, που λένε ότι θα αντιμετώπιζαν επάξια τρεις Έλληνες. Έτσι συμβαίνει και με τους Σπαρτιάτες. Όταν πολεμούν μόνοι τους, δεν έχουν τίποτε το ξεχωριστό, όταν όμως πολεμούν όλοι μαζί, είναι οι καλύτεροι πολεμιστές από όλους. Είναι ελεύθεροι, αλλά όχι απόλυτα. Αφέντης τους είναι ο νόμος, τον οποίο φοβούνται πολύ περισσότερο από όσο φοβούνται εσένα οι υπήκοοί σου. Υπακούν πρόθυμα στις προσταγές του. Και μία από αυτές δεν αλλάζει ποτέ. Τους απαγορεύει να υποχωρήσουν σε μάχη, όσο πολυάριθμος και αν είναι ο αντίπαλος. Οφείλουν να αντισταθούν γενναία και να νικήσουν ή να πεθάνουν. Αν πιστεύεις ότι αυτά που σου καταμαρτυρώ είναι ανοησίες, δεν πειράζει. Είμαι πρόθυμος να έχω το στόμα μου κλειστό στο εξής. Και αν μίλησα ανοιχτά αυτή τη φορά, είναι γιατί εσύ με πίεσες. Όπως και να έχει, θα προσεύχομαι να πραγματοποιηθούν όλα όπως ακριβώς το επιθυμείς.

Ο Ξέρξης Α΄ ξέσπασε σε γέλια με την απάντηση του Δημάρατου. Δεν οργίστηκε, αλλά με ήπιο τρόπο του είπε να αποσυρθεί.

Ακολούθως, ο Ξέρξης Α΄ παραχώρησε τη θέση του κυβερνήτη του Δορίσκου στον Μασκάμη, γιο του Μεγαδόστη, στη θέση του άνδρα που είχε ορίσει ο Δαρείος Α΄. Ο Μασκάμης διακρίθηκε μετέπειτα σε τέτοιο βαθμό, ώστε ο Ξέρξης Α΄ συνήθιζε να του στέλνει δώρα κάθε χρόνο, ως αναγνώριση ότι ήταν καλύτερος από όλους τους κυβερνήτες που είχε ορίσει είτε  ο ίδιος είτε ο Δαρείος Α΄ παλιότερα. Αλλά και ο γιος του ο Αρταξέρξης Α΄ ο Μακρόχειρος (5ος αιώνας – 424 π.Χ.), έδειξε την ίδια εύνοια στους απογόνους του Μασκάμη. Οι Πέρσες κυβερνήτες διατηρούσαν φυλάκια στη Θράκη και στον Ελλήσποντο, πριν ακόμη ξεκινήσει η εκστρατεία του Ξέρξη Α΄, αλλά στα χρόνια που ακολούθησαν, όλοι τους, εκτός από τον κυβερνήτη του Δορίσκου, διώχθηκαν από τους Έλληνες. Τον Μασκάμη κανένας δεν μπόρεσε να τον ρίξει, παρόλο ότι έγιναν πάμπολλες προσπάθειες. Αυτός ήταν και ο κύριος λόγος των ετήσιων δώρων από τον Πέρση βασιλιά.

 Η Επέλαση των Περσών μετά το Δορίσκο και οι οδυνηρές ήττες τους

Από τον Δορίσκο, που αποτέλεσε σημαντικό κέντρο ανεφοδιασμού του,  ο Ξέρξης Α΄ εκστράτευσε και προχώρησε ενδότερα προς την Ελλάδα, αναγκάζοντας τους άνδρες από όλους τους λαούς που συναντούσε στο δρόμο του να ακολουθήσουν τον στρατό του. Όλη η χώρα μέχρι τη Θεσσαλία ήταν υποτελείς στους Πέρσες, μετά τις διαδοχικές εκστρατείες του Μεγάβαζου και του Μαρδόνιου. Μετά τον Δορίσκο, ο στρατός του πέρασε πρώτα από τα φρούρια της Σαμοθράκης, από τα οποία το δυτικότερο βρίσκονταν στη Μεσημβρία. Μετά ήταν η Στρύμη[8], μία πόλη που ανήκε στους Θασίους. Ανάμεσα τους κυλάει ο Λισός, ένας ποταμός που αποδείχθηκε πολύ μικρός για να ξεδιψάσει τον στρατό του Ξέρξη Α΄. Το τμήμα αυτό που κάποτε λεγόταν Γαλλαϊκή, αντί του ονόματός της Βριαντική, ανήκει στους Κίκονες. Αφού διέσχισε την αποξηραμένη κοίτη του Λίσου ο Ξέρξης Α΄ πέρασε τις Ελληνικές πόλεις Μαρώνεια, Δίκαια και Άβδηρα, καθώς και μερικές πολύ γνωστές λίμνες της περιοχής, όπως την Ισμαρίδα, ανάμεσα στη Μαρώνεια και τη Στρύμη, και τη Βιαστονίδα, κοντά στη Δίκαια, μία λίμνη όπου χύνονταν οι ποταμοί Τραύος και Κομψάτος.

Έφθασε και στα Άβδηρα, όπου έμεινε ο στρατός και ο στόλος του Ξέρξη Α΄ για λίγο, για ξεκούραση και ανεφοδιασμό. Εδώ, σύμφωνα με τον Λούκιο Φλάβιο Φιλόστρατο ή Φιλόστρατο Β΄ ή Φιλόστρατο τον Αθηναίο (160/170 – 244/249 μ.Χ.), ο Ξέρξης Α΄, φιλοξενήθηκε από τον Μαιάνδριο, πατέρα του φιλοσόφου Πρωταγόρα (490-420 π.Χ.), καθώς ήταν πάρα πολύ πλούσιος. Ο Ξέρξης Α΄ έμεινε πολύ ευχαριστημένος από την φιλοξενία και τα δώρα του Μαιάνδριου, ώστε διέταξε τους Πέρσες μάγους – σοφούς που τον ακολουθούσαν να μορφώσουν τον νεαρό δέκα ετών Αβδηρίτη Πρωταγόρα ως τέκνο Περσών. Πράγμα που δεν επιτρέπονταν σε αυτούς που δεν υπήρξαν παιδιά Περσών, παρά μόνο με εντολή του ίδιου του βασιλιά τους. Ο Πρωταγόρας ο Αβδηρίτης έγινε σπουδαίος φιλόσοφος και ιδρυτής του σοφιστικού ρεύματος της αρχαιότητας. Στα Άβδηρα, λοιπόν, όπως και στη Μεσημβρία – Ζώνη και στη Μαρώνεια, πόλεις της Θράκης είχε φροντίσει ο Ξέρξης Α΄, πριν από μήνες και δημιούργησε βάσεις ανεφοδιασμού, με τεράστιες αποθήκες τροφίμων και άλλων εφοδίων. Στη συνέχεια ο στρατός του ξεχύθηκε μέσω των πεδιάδων της υπόλοιπης Ελλάδος προς τη Νότια Ελλάδα.

Αντί Επιλόγου

Η θέση του αρχαίου Δορίσκου βρίσκεται σήμερα πέντε χιλιόμετρα από τις Φέρες και είκοσι δύο χιλιόμετρα βορειότερα από την Αλεξανδρούπολη[9]. Είναι στο ψηλότερο σημείο που κατηφορίζει για να συνενωθεί με την εύφορη κοιλάδα του ποταμού Έβρου. Κατοικούνταν από πανάρχαιους Θράκες που δημιούργησαν έναν αξιόλογο πολιτισμό, που μετεξελίχθηκε σε πλούσια πόλη και που προστατεύονταν από μεγάλο πανίσχυρο τείχος. Στην εξέλιξή της βοήθησαν η σημαντική αξία της γεωγραφικής της θέσης στο δίκτυο των χερσαίων, ποτάμιων και θαλασσίων επικοινωνιών, το ήπιο κλίμα, ο φυσικός πλούτος και η εύκολη μετακίνηση με πλωτά μέσα. Ανέπτυξε την οικονομία, την ναυτιλία, το εμπόριο και τον πολιτισμό, όπως τεκμηριώνεται από τα ευρεθέντα νομίσματα της Αίνου, της Σαμοθράκης, της Μαρώνειας, του Φιλίππου Β΄, του Μεγάλου Αλεξάνδρου (356-323 π.Χ.) και του Λυσίμαχου (360-281 π.Χ.). Επίσης, ο Πέρσης βασιλιάς Δαρείος Α΄, ο οποίος κατά την εκστρατεία του στη Σκυθία (512-513 π.Χ.) έκτισε δυνατό κάστρο και τοποθέτησε περσική φρουρά. Αργότερα, το 490 π.Χ. έρχεται ο Δάτις και ο Αρταφέρνης επιχειρώντας την ανεπιτυχή εκστρατεία και την ήττα τους στον Μαραθώνα από την στρατιωτική ιδιοφυία του Μιλτιάδη (554-489 π.Χ.). Ακολούθησε το 480 π.Χ. ο Ξέρξης Α΄ για να μετρήσει τα στρατεύματά του στις παρακείμενες πεδιάδες του Δορίσκου. Επίσης, ο Ξέρξης Α΄ έγινε η αιτία της αιώνιας μνήμης – θυσίας του Λεωνίδα Α΄ (540-480 π.Χ.) και των τριακοσίων του στις Θερμοπύλες και να του καταλογιστεί από την ιστορία η δεύτερη ανεπιτυχής εκστρατεία στη Νότια Ελλάδα και η ήττα των Περσών στη Σαλαμίνα από τον Αριστόβουλο Θεμιστοκλή (527 ή 525 – 460 π.Χ.) τέλη Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους. Άρον άρον ο Ξέρξης Α΄ υποχώρησε στην Ασία, διερχόμενος πλέον από τον Δορίσκο όχι ως ελπιδοφόρος κατακτητής της Ελλάδος, αλλά ως πραγματικά αποτυχημένος στρατηγός και ναύαρχος. Από εδώ θα διέλθουν ένα χρόνο μετά το 479 π.Χ. μετά την οριστική ήττα τους στις Πλαταιές από τον ενωμένο στρατό των Ελλήνων υπό τον αντιβασιλέα της Σπάρτης Παυσανία (515 ή 510 – 470 π.Χ.) και τα υπολείμματα των περσικών δυνάμεων που είχε αφήσει στην Ελλάδα ο Ξέρξης Α΄ για να την υποτάξουν.

Μετά την απομάκρυνση των Περσών, ο Δορίσκος έγινε βάση ναυτική (πολεμική και εμπορική) των Αθηναίων και μετέπειτα των Μακεδόνων του Φιλίππου Β΄ και του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Αργότερα, για λόγους ασφαλείας από τους πειρατές, οι κάτοικοι το εγκατέλειψαν και εγκαταστάθηκαν λίγα χιλιόμετρα βόρεια, προς το εσωτερικό της χώρας των Θρακών.

Ο Δορίσκος σύμφωνα με αρχαιολογικά ευρήματα έκοψε νόμισμα. Η ανακάλυψη πολλών χειροποίητων αγγείων θέτει χρονολογικά την ύπαρξη του αρχαίου Δορίσκου πριν τον κεραμικό τροχό. Ως εκ τούτου συνάγεται ότι ο αρχαίος Δορίσκος προϋπήρχε και δεν δημιουργήθηκε από τον Δαρείο Α΄. Ο Δαρείος πέρασε από τον Δορίσκο, όπως και ο Ξέρξης Α΄ που έσυρε τα πλοία στην παραλία του για να τα επισκευάσει και να μετρήσει τον στρατό και τον στόλο του. Ο Δορίσκος αποτελούσε στρατηγικό κόμβο για τις στρατιές του Δαρείου Α΄, του Ξέρξη Α΄, του Φιλίππου Β΄ και του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ενώνοντας την Ασία με την υπόλοιπη Ελλάδα και την Ευρώπη. Στο πέρασμά του ο Μέγας Αλέξανδρος άφησε διοικητή της πόλης τον βασιλιά Λυσίμαχο. Ο Δορίσκος αναφέρεται μέχρι και τα πρώτα χρόνια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Έκτοτε χάνεται. Η εξαφάνισή της πόλης οφείλεται πιθανόν στο ότι ο Ρωμαίος Αυτοκράτορας Μάρκος Ούλπιος Τραϊανός (53-117 μ.Χ.) την λεηλάτησε, την κατέστρεψε και κοντά στη θέση της ίδρυσε την Τραϊανούπολη με την συνδρομή του μεγάλου μηχανικού, αρχιτέκτονα, πολιτικού και στρατιωτικού Απολλόδωρου του Δαμασκηνού (60-130 μ.Χ.), ο οποίος κατασκεύασε σημαντικά οικοδομικά και κοινωνικά έργα στην περιοχή.

Τους Αλεξανδρινούς χρόνους και αργότερα στο Βυζάντιο και την Τουρκοκρατία, έμεινε ένας μικρός και άσημος οικισμός. Για λόγους ασφαλείας από τους πειρατές οι κάτοικοί του τον εγκατέλειψαν για πάντα και εγκαταστάθηκαν λίγα χιλιόμετρα βορειότερα προς το εσωτερικό. Οι Τούρκοι του έδωσαν το όνομα Ρωμτζήκ, δηλαδή “Μικρός Ρωμαίος, Ρωμιόπουλο”. Σήμερα στο ύψωμα του Δορίσκου βρίσκονται κατάλοιπα από το αρχαίο τείχος, τύμβοι, συλημένοι τάφοι, όστρακα αγγείων, λίθινα θεμέλια διαδοχικών χώρων, λιθόστρωτες αυλές και δρόμοι, πήλινα δάπεδα και στρώματα πεσμένων κεραμίδων, διατροφικά κατάλοιπα (άφθονα όστρακα και οστά ζώων). Εντός του αρχαιολογικού χώρου εντοπίστηκαν, επίσης, τμήματα λιθόστρωτου που προσομοιάζουν με τα χαρακτηριστικά της ρωμαϊκής Εγνατίας οδού, γεγονός που αποδεικνύει ότι η Εγνατία οδός διέρχονταν και από τον Δορίσκο.

Στον αρχαιολογικό χώρου του Δορίσκου βρέθηκε νόμισμα με την παράσταση της Αθηνάς και της γλαύκης που φέρει την επιγραφή «ΔΟΡΙ(ΣΚΟΥ).  Χρονολογείται περί τα μέσα του 4ου π.Χ. αιώνα. Επιπρόσθετα βρέθηκαν και άλλα αρχαία νομίσματα. Μεταξύ αυτών και το χάλκινο νόμισμα με το αστέρι της Βεργίνας. Όλα τα ανωτέρω ευρήματα συνθέτουν το ανάγλυφο μιας οχυρωμένης πόλης, όπου οι κάτοικοι ασχολούνταν με την καλλιέργεια των σιτηρών και του αμπελιού, την κτηνοτροφία και την υφαντική, το ψάρεμα και είχαν εμπορικές επαφές με τις πόλεις της Θράκης, των νησιών του Αιγαίου, των Μακεδόνων και Θρακών βασιλέων, κ.α. Επίσης, μυλόπετρες, πατητήρια, πήλινες αγνύφες για τους αργαλειούς, εμπορικοί αμφορείς από διάφορα μέρη (Θάσο, Άκανθο, Αίνο, Σαμοθράκη και νησιά του ΝΑ Αιγαίου, κ.α.), και επιπρόσθετα αντικείμενα κεραμικής και καθημερινής χρήσης ευρήματα κυριαρχούν. Περιμένουν τις μελλοντικές ανασκαφές που θα αναδείξουν  περισσότερο τον αρχαιολογικό χώρο και να τον καταστήσουν σημαντικό ακροφυλάκιο της εθνικής μνήμης.

 

Βιβλιογραφικές Πηγές

  • Γεωργαντζής, Πέτρος. (2006). ΆΒΔΗΡΑ, σελ. 407-408, Ξάνθη.
  • Ηρόδοτος, Ιστορία 7, Πολύμνια, (1992), σελίδες 109-149, μετάφραση Φιλολογική Ομάδα Κάκτου, Αθήνα: ΚΑΚΤΟΣ.
  • Ηρόδοτος. (1964). Οι Περσικοί Πόλεμοι, σελίδες 53-61, μετάφραση Γ. Βλαχογιάννη – Κ. Κοσμά, Αθήνα: ΟΑΕΔ.
  • Εγκυκλοπαίδεια Παγκόσμια Ιστορία. Ο Ελληνικός Κόσμος. (2008). Οι Περσικοί Πόλεμοι, σελίδες 26-32, Αθήνα: Εθνική Τράπεζα.
  • Κορνήλιος Νέπωτας. (2005). Βίοι, σελίδες 27-58, μετάφραση Π.Ε.Γιαννακοπούλου, Αθήνα: Παπαδήμα.
  • Πλούταρχος. (1992). Βίοι Παράλληλοι, Τόμος 2, Θεμιστοκλής – Κάμιλλος, μετάφραση Φιλολογική Πομάδα κάκτου, Αθήνα: ΚΑΚΤΟΣ.
  • Πλούταρχος. (1993). Βίοι Παράλληλοι, Τόμος 7, Αριστείδης – Μάρκος Κάτων, μετάφραση Φιλολογική Πομάδα κάκτου, Αθήνα: ΚΑΚΤΟΣ.
  • Τσολάκη, Κυριακή, 15 Μαρτίου 2017, Αρχαίος Δορίσκος: Το «πεδίον μέγα» της Θράκης, διαθέσιμο στο διαδικτυακό τόπο: (https://www.alexpolisonline.com/2017/03/blog-post_93.html, 16-9-2020).
  • Παρισάκη, Μαρία Γαβριέλα, Λουκουπούλου, Λουίζα. Δορίσκος, διατίθεται στον διαδικτυακό τόπο: (https://www.gtp.gr/LocInfo.asp? InfoId=49&Code=EGRRER10FERFER00060&PrimeCode=EGRRER10FERFER00060&Level=10&PrimeLevel=10&lng=1,16-9-2020).

[1] Στο σημερινό χωριό ζουν περί τους 300 κατοίκους.

[2] Οι πρώτοι ερευνητές τοποθετούσαν τον Δορίσκο στην θέση της ρωμαϊκής Τραϊανούπολης.

[3] Στην εποχή του Ηρόδοτου η θάλασσα κάλυπτε όλο το σημερινό Δέλτα του Έβρου.

[4] Ο Ηρόδοτος εννοεί την πεδιάδα των Φερών.

[5] Το ακρωτήριο Σέρρειο ταυτίζεται από αρχαιολόγους με την Μάκρη και την απόληξη του Ίσμαρου.

[6] Πιθανόν πρόκειται για τη σημερινή Αλεξανδρούπολης. Γεγονός που μαρτυρούν αρχαιολογικά ευρήματα, καθώς και ενδείξεις σύμφωνα με τις μαρτυρίες του Ηρόδοτου.

[7] 1 πλέθρο = 100 πόδια = 30,83 μέτρα

[8] Η Στρύμη ήταν αποικία της Θάσου, που ιδρύθηκε στη χερσόνησο της Μολυβωτής (περί τα μέσα του 7ου αιώνα), κοντά στη χώρα των Μαρωνιτών, που είχε ως αποτέλεσμα τις συγκρούσεις Μαρώνειας και Θάσου.

[9] Κατάλοιπα του αρχαίου Δορίσκου βρίσκονται τέσσερα χιλιόμετρα των Φερών στην τοποθεσία «Σοράγια». Ένας μικρός λόφος, δίπλα στη σιδηροδρομική γραμμή κρύβει τα χώματα και την ιστορία της αρχαίας πόλης, ό,τι απόμεινε από την ένδοξη πόλη του παρελθόντος.

Print Friendly, PDF & Email